Τον κατοχικό ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί πρέπει να τον ευχαριστήσουμε,
διότι άνοιξε τα μάτια σε όσους είχαμε αυτή την κρυφή ελπίδα ότι στο
τέλος θα έκανε την...
«επανάστασή» του απέναντι στους ισλομοεθνικιστές της
Τουρκίας, και θα απαιτούσε και αυτός μία Κύπρο χωρίς ξένους στρατούς και
επεμβατικά δικαιώματα. Αποδείχθηκε πως είναι μία καραμπινάτη πολιτική
απάτη…
Αλλά, την ίδια στιγμή, πρέπει και να τον επικρίνουμε με σφοδρότητα διότι έκαψε τα όνειρα χιλιάδων ανθρώπων, στις ελεύθερες περιοχές και στα κατεχόμενα, που τον πίστεψαν, και οι οποίοι δεν άκουσαν τις προειδοποιήσεις μας, από το καλοκαίρι του 2015, ότι ο άνθρωπος είναι ένας ηθοποιός στο κακόγουστο θέατρο του Κυπριακού, που έστησε η ‘Αγκυρα και αποδέχθηκε να είναι μέρος του ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και δέχομαι ότι ο κ. Νίκος Αναστασιάδης το έκανε διότι πίστευε ότι τούτη η προσπάθεια θα κατέληγε κάπου. Κατέληξε, δυστυχώς, σε αδιέξοδο.
Ξεκινώ με τη θέση ότι όσοι συνεχίζουν να πιστεύουν στον Μουσταφά Ακιντζί, έχουν σοβαρότητα πρόβλημα. Ηθικό και εθνικό. Μετά τις γεμάτες εθνικισμό δηλώσεις του τις προηγούμενες μέρες, δεν έχει κανένας το παραμικρό δικαίωμα, να υποστηρίζει ότι ο κατοχικός ηγέτης διαφέρει από τους προκατόχους του. Δεν έχουν υπόθεση, που λένε και οι νεολαίοι, διότι ο Ακιντζί δεν ξεπέρασε μόνο κάθε όριο, αλλά έθεσε τον πύχη για τους ηγέτες των Τουρκοκυπρίων στο επίπεδο του εθνικιστικού ντελίριου, που συνοδεύεται από άκρατο φανατισμό για τους Έλληνες.
Θα θυμίσω ότι σε συγκέντρωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων πολιτικών ηγετών στις Βρυξέλλες, πριν αρκετά χρόνια -όταν υποτίθεται ήταν ο darling του αριστερού ΑΚΕΛ και του δεξιού ΔΗΣΥ, που θα έλυνε μαζί μας το Κυπριακό- απαίτησε με θυμό να σταματήσουν όλοι να ομιλούν για την Κυπριακή Δημοκρατία, για την οποία με θρασύτητα είπε πως πρέπει να διαλυθεί.
Θα μου πείτε τώρα, ότι είναι δικαίωμα του να ζητά και να απαιτεί. Εμείς δεν είμαστε υποχρεωμένοι να τον ακολουθήσουμε. ‘Όμως να θυμίσω επίσης, ότι στο πλαίσιο του παιγνιδιού της «νομιμοποίησής» του στον ελληνικό πληθυσμό του νησιού, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το ΑΚΕΛ και ο ΔΗΣΥ αποδέχθηκαν ακριβώς αυτό που απαιτούσε: Να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και να δημιουργηθεί ένα νέο κράτος, στο οποίο οι Τουρκοκύπριοι θα είχαν τη μερίδα του λέοντος. Διότι, το σχέδιο λύσης που συζητείτο έδινε στο 18% των Τουρκοκυπρίων το 50% του νέου κράτους. Παλαβά πράγματα…
Έγραψα στην αρχή ότι πρέπει να ευχαριστήσουμε τον κ. Ακιντζί, που μας επανέφερε στην πραγματικότητα και μας θύμισε ότι σε τούτο τον τόπο έχουμε και σήμερα τουρκική κατοχή. Διότι παραλίγο να μας πείσουν οι οπαδοί της «όποιας λύσης» ότι η κατοχή «δεν είναι τίποτα μωρέ, μία συνήθεια είναι». Επίσης με τη στάση του, μας οδήγησε για μία στιγμή στο …μέλλον. Για το πως θα είναι η Κύπρος όταν συμπροεδρεύει ο Μουσταφά Ακιντζί. Έδειξε, ευτυχώς, τον πιο κακό εαυτό του, μάλλον έδειξε ποιος πραγματικά είναι. Διότι -και έχεις ευθύνη αγαπητέ Διονύση- τον αγιοποίησαν, και μας τον παρουσίασαν ως τον …εραστή -πανάθεμα τον- της ειρήνης, της αγάπης, της συνύπαρξης. Δεν είναι. Και είπε πολλά ψέματα στους οπαδούς της «όποιας λύσης» και πρέπει να του ζητήσουν εξηγήσεις για την εξαπάτηση, αντί να προσπαθούν και πάλι να του οργανώσουν come back (ολική επαναφορά) ως να μην έχει την ευθύνη για την κατάρρευση των συνομιλιών.
Εάν ολόκληρος Ακιντζί και ολόκληρος Ερντογάν, αντιδρούν εθνικιστικά και φανατικά όταν ο κάθε πολίτης του τόπου εκφράζει τα αισθήματά του, τι θα συμβεί βρε μάγκες όταν διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και η Τουρκία θα ασκεί καταλυτική επιρροή στο νέο κράτος. Διότι αν κάποιοι Ελληνοκύπριοι (ανάμεσά τους και πολιτικοί) θέλουν να γίνουν γιουσουφάκια στην αυλή του κατοχικού ηγέτη, ας το κάνουν από τώρα. Δεν είναι ανάγκη να διαλύσουν το κράτος για να φορέσουν φερετζέ. Βασικά, το μήνυμα που θα έπρεπε να τους σταλεί είναι ότι η πλειοψηφία -λέξη που επανέφερε στο λεξιλόγιό του και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης- θα απορρίψει στο δημοψήφισμα κάθε σκέψη για να τεθεί η Κύπρος υπό τη σφαίρα επιρροής της Τουρκίας. Δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ και η ήττα θα είναι καταλυτική. Είπαμε να λύσουμε το Κυπριακό, όχι να διαλύσουμε την Κύπρο και το λαό της. Δεν γίνεται, έτσι απλά το καταθέτω.
Ας ξαναπάμε όμως στον κατοχικό ηγέτη. Υπάρχει ένα μυστήριο με την «πολιτική» εξαφάνιση και επανεμφάνισή του. Μετά το δημοψήφισμα του 2004 τον …χάσαμε. Που ήταν; Τι έκανε; Με ποιους συνεργαζόταν; Και έχουμε το δικαίωμα να ρωτούμε, διότι ο κύριος αυτός μπορεί αύριο να είναι ο Πρόεδρος της νέας Κύπρου. Και μην γελάτε… Διότι αν το ΑΚΕΛ και το ΔΗΣΥ πιστεύουν γνήσια στον Ακιντζί, και δεν παίζουν τα γνωστά ανόητα παιγνίδια, όπως συνηθίζουν, τότε κάλλιστα θα μπορούσαν να τον υποστηρίξουν και να τον κάνουν και Πρόεδρο. Γι’ αυτό, πρέπει να απαντήσει και στο βασικό ερώτημα:
Γιατί ο Ταγίπ Ερντογάν, που εκδικείται ακόμα και τα …αγέννητα παιδιά όσων συμπατριωτών του Τούρκων είχαν την παραμικρή σχέση με τον Γκιουλέν, δεν ενοχλείται με το γεγονός ότι ο Μουσταφά Ακιντζί στριφογύριζε στην αυλή του Ιμάμη; Προσέξτε αγαπητοί αναγνώστες: Ο Πρόεδρος της Τουρκίας καθαίρεσε τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου, που μαζί με τον Γκιούλ και άλλους ισλαμιστές τον επέβαλαν στον λαό της Τουρκίας, επειδή υποψιάστηκε ότι είχε σχέσεις με τον Γκιουλέν. Τον έδιωξε για μία υποψία. Και τον Ακιντζί, για τον οποίο έχει στοιχεία, γιατί δεν τον ενοχλεί. Γιατί; Ο κατοχικός ηγέτης έχει υποχρέωση, επειδή θέλει να μας κυβερνήσει, να μας πει τι έκανε τα χρόνια της «απουσίας» από τα πολιτικά δρώμενα των κατεχομένων.
Είναι λαλίστατος. Ομιλεί και έχει απόψεις για όλα τα θέματα. Ας μας διαφωτίσει και γι’ αυτήν την πτυχή της ζωής του. Και να μην το κάνει με αφορισμούς και μασκαραλίκια…
Η στάση του Μουσταφά Ακιντζί είναι μέλι και βούτυρο για τους εθνικιστές, αλλά και για τους πατριώτες αυτού του τόπου, που έχουν μία εγκάρδια αγάπη για την Ελλάδα, τον πολιτισμό και την ιστορία της. Οι τελευταίοι δεν έχουν καμία σχέση με τους εθνικιστές, και δεν πρέπει να τους χαρίζουμε στους Χρυσαυγίτες και τους Ελαμίτες. Καμία απολύτως σχέση. Για να περάσει μία λύση, χρειάζεται ο Πρόεδρος Αναστασιάδης τις ψήφους αυτών των ανθρώπων. Πως θα τους εξασφαλίσει όταν ακούνε από τους ηγέτες των κατεχομένων ότι η ιστορική στιγμή του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, είναι μια εθνικιστική πράξη; Δεν είναι. Αποτελεί τιμή σε ένα ιστορικό γεγονός. Ούτε μπορεί κανείς να απαιτήσει από τους πολίτες να μην τιμούν τους νεκρούς τους. Ούτε έχει δικαίωμα κανένας Ακιντζί να σιγήσει τις καμπάνες των εκκλησιών, επειδή ενοχλείται από τον …ήχο. Αλλά για τα θέματα αυτά θα επανέλθω. ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μιλώντας στον Φιλελεύθερο, μία ιστορική, όπως θα αποδειχθεί, φράση: «Δεν μπορεί να αξιώνουν την εξίσωση της πλειοψηφούσας κοινότητας με την μειοψηφούσα κοινότητα. Και παρά ταύτα είναι τέτοιες οι πρόνοιες και οι διασφαλίσεις που παρέχονται που δεν δικαιολογούνται να εμμένουν ότι ουσιαστικά να έχει τον κύριο λόγο η μειοψηφία και η πλειοψηφία απλώς να υπακούει. Είναι πρωτόγνωρο το φαινόμενο και πρέπει να το κατανοήσουν». Δεν γνωρίζω εάν ήταν το αποτέλεσμα της οργής του για την «προδοσία» του φίλου Μουσταφά. Δεν γνωρίζω εάν όντως πιστεύει αυτό ειδικά το σημείο των δηλώσεών του. Όμως, ηθελημένα ή άθελα του, εκστόμισε αυτό ακριβώς που λένε οι άνθρωποι στο νησί, οι οποίοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους οι πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου, ξεπούλησαν το πιο σημαντικό όπλο των Ελληνοκυπρίων σε τούτη τη διαπραγμάτευση: Οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν το 18% του πληθυσμού, ζητούν έδαφος της τάξης του 29% και μαζί με τα λεγόμενα «πάρκα» το 32%, και απαιτούν εξουσίες στο επίπεδο του 50/50. Θα τους έλεγα τι ζητούν, αλλά σέβομαι τους αναγνώστες της εφημερίδας…
Αλλά, την ίδια στιγμή, πρέπει και να τον επικρίνουμε με σφοδρότητα διότι έκαψε τα όνειρα χιλιάδων ανθρώπων, στις ελεύθερες περιοχές και στα κατεχόμενα, που τον πίστεψαν, και οι οποίοι δεν άκουσαν τις προειδοποιήσεις μας, από το καλοκαίρι του 2015, ότι ο άνθρωπος είναι ένας ηθοποιός στο κακόγουστο θέατρο του Κυπριακού, που έστησε η ‘Αγκυρα και αποδέχθηκε να είναι μέρος του ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και δέχομαι ότι ο κ. Νίκος Αναστασιάδης το έκανε διότι πίστευε ότι τούτη η προσπάθεια θα κατέληγε κάπου. Κατέληξε, δυστυχώς, σε αδιέξοδο.
Ξεκινώ με τη θέση ότι όσοι συνεχίζουν να πιστεύουν στον Μουσταφά Ακιντζί, έχουν σοβαρότητα πρόβλημα. Ηθικό και εθνικό. Μετά τις γεμάτες εθνικισμό δηλώσεις του τις προηγούμενες μέρες, δεν έχει κανένας το παραμικρό δικαίωμα, να υποστηρίζει ότι ο κατοχικός ηγέτης διαφέρει από τους προκατόχους του. Δεν έχουν υπόθεση, που λένε και οι νεολαίοι, διότι ο Ακιντζί δεν ξεπέρασε μόνο κάθε όριο, αλλά έθεσε τον πύχη για τους ηγέτες των Τουρκοκυπρίων στο επίπεδο του εθνικιστικού ντελίριου, που συνοδεύεται από άκρατο φανατισμό για τους Έλληνες.
Θα θυμίσω ότι σε συγκέντρωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων πολιτικών ηγετών στις Βρυξέλλες, πριν αρκετά χρόνια -όταν υποτίθεται ήταν ο darling του αριστερού ΑΚΕΛ και του δεξιού ΔΗΣΥ, που θα έλυνε μαζί μας το Κυπριακό- απαίτησε με θυμό να σταματήσουν όλοι να ομιλούν για την Κυπριακή Δημοκρατία, για την οποία με θρασύτητα είπε πως πρέπει να διαλυθεί.
Θα μου πείτε τώρα, ότι είναι δικαίωμα του να ζητά και να απαιτεί. Εμείς δεν είμαστε υποχρεωμένοι να τον ακολουθήσουμε. ‘Όμως να θυμίσω επίσης, ότι στο πλαίσιο του παιγνιδιού της «νομιμοποίησής» του στον ελληνικό πληθυσμό του νησιού, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το ΑΚΕΛ και ο ΔΗΣΥ αποδέχθηκαν ακριβώς αυτό που απαιτούσε: Να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και να δημιουργηθεί ένα νέο κράτος, στο οποίο οι Τουρκοκύπριοι θα είχαν τη μερίδα του λέοντος. Διότι, το σχέδιο λύσης που συζητείτο έδινε στο 18% των Τουρκοκυπρίων το 50% του νέου κράτους. Παλαβά πράγματα…
Έγραψα στην αρχή ότι πρέπει να ευχαριστήσουμε τον κ. Ακιντζί, που μας επανέφερε στην πραγματικότητα και μας θύμισε ότι σε τούτο τον τόπο έχουμε και σήμερα τουρκική κατοχή. Διότι παραλίγο να μας πείσουν οι οπαδοί της «όποιας λύσης» ότι η κατοχή «δεν είναι τίποτα μωρέ, μία συνήθεια είναι». Επίσης με τη στάση του, μας οδήγησε για μία στιγμή στο …μέλλον. Για το πως θα είναι η Κύπρος όταν συμπροεδρεύει ο Μουσταφά Ακιντζί. Έδειξε, ευτυχώς, τον πιο κακό εαυτό του, μάλλον έδειξε ποιος πραγματικά είναι. Διότι -και έχεις ευθύνη αγαπητέ Διονύση- τον αγιοποίησαν, και μας τον παρουσίασαν ως τον …εραστή -πανάθεμα τον- της ειρήνης, της αγάπης, της συνύπαρξης. Δεν είναι. Και είπε πολλά ψέματα στους οπαδούς της «όποιας λύσης» και πρέπει να του ζητήσουν εξηγήσεις για την εξαπάτηση, αντί να προσπαθούν και πάλι να του οργανώσουν come back (ολική επαναφορά) ως να μην έχει την ευθύνη για την κατάρρευση των συνομιλιών.
Εάν ολόκληρος Ακιντζί και ολόκληρος Ερντογάν, αντιδρούν εθνικιστικά και φανατικά όταν ο κάθε πολίτης του τόπου εκφράζει τα αισθήματά του, τι θα συμβεί βρε μάγκες όταν διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και η Τουρκία θα ασκεί καταλυτική επιρροή στο νέο κράτος. Διότι αν κάποιοι Ελληνοκύπριοι (ανάμεσά τους και πολιτικοί) θέλουν να γίνουν γιουσουφάκια στην αυλή του κατοχικού ηγέτη, ας το κάνουν από τώρα. Δεν είναι ανάγκη να διαλύσουν το κράτος για να φορέσουν φερετζέ. Βασικά, το μήνυμα που θα έπρεπε να τους σταλεί είναι ότι η πλειοψηφία -λέξη που επανέφερε στο λεξιλόγιό του και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης- θα απορρίψει στο δημοψήφισμα κάθε σκέψη για να τεθεί η Κύπρος υπό τη σφαίρα επιρροής της Τουρκίας. Δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ και η ήττα θα είναι καταλυτική. Είπαμε να λύσουμε το Κυπριακό, όχι να διαλύσουμε την Κύπρο και το λαό της. Δεν γίνεται, έτσι απλά το καταθέτω.
Ας ξαναπάμε όμως στον κατοχικό ηγέτη. Υπάρχει ένα μυστήριο με την «πολιτική» εξαφάνιση και επανεμφάνισή του. Μετά το δημοψήφισμα του 2004 τον …χάσαμε. Που ήταν; Τι έκανε; Με ποιους συνεργαζόταν; Και έχουμε το δικαίωμα να ρωτούμε, διότι ο κύριος αυτός μπορεί αύριο να είναι ο Πρόεδρος της νέας Κύπρου. Και μην γελάτε… Διότι αν το ΑΚΕΛ και το ΔΗΣΥ πιστεύουν γνήσια στον Ακιντζί, και δεν παίζουν τα γνωστά ανόητα παιγνίδια, όπως συνηθίζουν, τότε κάλλιστα θα μπορούσαν να τον υποστηρίξουν και να τον κάνουν και Πρόεδρο. Γι’ αυτό, πρέπει να απαντήσει και στο βασικό ερώτημα:
Γιατί ο Ταγίπ Ερντογάν, που εκδικείται ακόμα και τα …αγέννητα παιδιά όσων συμπατριωτών του Τούρκων είχαν την παραμικρή σχέση με τον Γκιουλέν, δεν ενοχλείται με το γεγονός ότι ο Μουσταφά Ακιντζί στριφογύριζε στην αυλή του Ιμάμη; Προσέξτε αγαπητοί αναγνώστες: Ο Πρόεδρος της Τουρκίας καθαίρεσε τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου, που μαζί με τον Γκιούλ και άλλους ισλαμιστές τον επέβαλαν στον λαό της Τουρκίας, επειδή υποψιάστηκε ότι είχε σχέσεις με τον Γκιουλέν. Τον έδιωξε για μία υποψία. Και τον Ακιντζί, για τον οποίο έχει στοιχεία, γιατί δεν τον ενοχλεί. Γιατί; Ο κατοχικός ηγέτης έχει υποχρέωση, επειδή θέλει να μας κυβερνήσει, να μας πει τι έκανε τα χρόνια της «απουσίας» από τα πολιτικά δρώμενα των κατεχομένων.
Είναι λαλίστατος. Ομιλεί και έχει απόψεις για όλα τα θέματα. Ας μας διαφωτίσει και γι’ αυτήν την πτυχή της ζωής του. Και να μην το κάνει με αφορισμούς και μασκαραλίκια…
Η στάση του Μουσταφά Ακιντζί είναι μέλι και βούτυρο για τους εθνικιστές, αλλά και για τους πατριώτες αυτού του τόπου, που έχουν μία εγκάρδια αγάπη για την Ελλάδα, τον πολιτισμό και την ιστορία της. Οι τελευταίοι δεν έχουν καμία σχέση με τους εθνικιστές, και δεν πρέπει να τους χαρίζουμε στους Χρυσαυγίτες και τους Ελαμίτες. Καμία απολύτως σχέση. Για να περάσει μία λύση, χρειάζεται ο Πρόεδρος Αναστασιάδης τις ψήφους αυτών των ανθρώπων. Πως θα τους εξασφαλίσει όταν ακούνε από τους ηγέτες των κατεχομένων ότι η ιστορική στιγμή του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, είναι μια εθνικιστική πράξη; Δεν είναι. Αποτελεί τιμή σε ένα ιστορικό γεγονός. Ούτε μπορεί κανείς να απαιτήσει από τους πολίτες να μην τιμούν τους νεκρούς τους. Ούτε έχει δικαίωμα κανένας Ακιντζί να σιγήσει τις καμπάνες των εκκλησιών, επειδή ενοχλείται από τον …ήχο. Αλλά για τα θέματα αυτά θα επανέλθω. ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μιλώντας στον Φιλελεύθερο, μία ιστορική, όπως θα αποδειχθεί, φράση: «Δεν μπορεί να αξιώνουν την εξίσωση της πλειοψηφούσας κοινότητας με την μειοψηφούσα κοινότητα. Και παρά ταύτα είναι τέτοιες οι πρόνοιες και οι διασφαλίσεις που παρέχονται που δεν δικαιολογούνται να εμμένουν ότι ουσιαστικά να έχει τον κύριο λόγο η μειοψηφία και η πλειοψηφία απλώς να υπακούει. Είναι πρωτόγνωρο το φαινόμενο και πρέπει να το κατανοήσουν». Δεν γνωρίζω εάν ήταν το αποτέλεσμα της οργής του για την «προδοσία» του φίλου Μουσταφά. Δεν γνωρίζω εάν όντως πιστεύει αυτό ειδικά το σημείο των δηλώσεών του. Όμως, ηθελημένα ή άθελα του, εκστόμισε αυτό ακριβώς που λένε οι άνθρωποι στο νησί, οι οποίοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους οι πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου, ξεπούλησαν το πιο σημαντικό όπλο των Ελληνοκυπρίων σε τούτη τη διαπραγμάτευση: Οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν το 18% του πληθυσμού, ζητούν έδαφος της τάξης του 29% και μαζί με τα λεγόμενα «πάρκα» το 32%, και απαιτούν εξουσίες στο επίπεδο του 50/50. Θα τους έλεγα τι ζητούν, αλλά σέβομαι τους αναγνώστες της εφημερίδας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου