Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

ΕΛΠΙΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ

Ο Πλάτωνας  Δρακούλης ήταν από τις σημαντικότερες πνευματκές μορφές του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα. Υπήρξε ιδρυτής του περιοδικού Άρδην που πρωτοεκδόθηκε το 1885, ένα από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο, σοσιαλιστικό περιοδικό της χώρας.  Τον Μάιο του 1922, λίγους μήνες πριν την Μικρασιατική Καταστροφή, έγραψε ένα προφητικό κείμενο, που και σήμερα είναι προφητικό.   
ΕΛΠΙΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ
Τοῦ Πλά­τω­να Δρα­κού­λη
Κοι­νω­νι­κῶς καὶ πο­λι­τι­κῶς καὶ ἐ­θνι­κῶς ἡ χώ­ρα μᾶς εὑ­ρί­σκε­ται εἰς ἀ­δι­έ­ξο­δον. Οἱ ὁ­δη­γοί της δὲν βλέ­πουν. Οἱ θε­σμοί της δὲν λει­τουρ­γοῦν. Τὰ μο­χθοῦν­τα καὶ στε­ρού­με­να καὶ λη­στευ­ό­με­να πλή­θη της δὲν ἔ­χουν ἀ­κό­μη τὴν τόλ­μην τῆς ἀ­πελ­πι­σί­ας. Οὐ­δὲν ἄλ­λο εἶ­δος τόλ­μης ἔ­χουν δι­ό­τι ἡ ὀ­λι­γαρ­χί­α εἰς τὴν ὁ­ποί­αν ἔ­χουν ἀ­πὸ γε­νε­ᾶς ἐμ­πι­στευ­θῆ τὰς τύ­χας τῶν, τοῖς ἔ­χει ἐ­πι­τη­δεί­ως ἀ­φαι­ρέ­σει πᾶν ἄλ­λο εἶ­δος τόλ­μης. Θὰ τοῖς δώ­ση ἄ­ρα­γε τόλ­μην ἡ ἐ­πι­κει­μέ­νη ἀ­πελ­πι­σί­α τῶν; Αὐ­τὸ εἶ­νε μέ­γα ζή­τη­μα. Ἂν καὶ ἡ ἐ­πι­κει­μέ­νη ἀ­πελ­πι­σί­α δὲν γεν­νή­ση τόλ­μην, τό­τε δὲν ἀ­πο­μέ­νει εἰ­μὴ ἡ τρα­γω­δί­α τοῦ τέ­λους καὶ τὸ τέ­λος τῆς τρα­γω­δί­ας.
Κοι­νω­νι­κὴ ἀ­πο­σύν­θε­σις, πο­λι­τι­κὴ πα­ρα­λυ­σί­α, ἐ­θνι­κὴ χρε­ω­κο­πί­α. Ἀ­πο­σο­βοῦν­ται τὰ
ἀ­παί­σι­α ταῦ­τα; Ναί, ἄλ­λα μό­νον εἰς δύ­ο πε­ρι­πτώ­σεις· ἡ ἐ­ὰν οἱ ὀ­δη- γοῦν­τες ἔ­χουν φῶς καὶ ἐ­θε­λο­θυ­σί­αν, ἡ ἐ­ὰν τὰ δει­νο­πα­θοῦν­τα πλή­θη ἔ­χουν τόλ­μην. Ἡ πρώ­τη πε­ρί­πτω­σις ἀ­πο­κλεί­ε­ται, δι­ό­τι οἱ ὁ­δη­γοῦν­τες δὲν ἐμ­φο­ροῦν­ται ἀ­πὸ ὑ­περ­τέ­ραν ἀν­τί­λη­ψιν τῆς εὐ­θύ­νης τῶν οὔ­τε ἀ­πὸ τὴν γεν­ναί­αν ἐρ­μήν της ἐ­θε­λο­θυ­σί­ας. Τὸ Κοι­νο­βου­λευ­τι­κῶν πο­λί­τευ­μα εἶ­νε ὀ­δυ­νη­ρὰ ἀ­πο­τυ­χί­α. Εἶ­νε ἐν πά­σει πε­ρι­πτώ­σει, σύ­στη­μα ἀ­νε­πί­δε­κτον ἐ­φαρ­μο­γῆς καὶ λει­τουρ­γί­ας εἰς ὁ ση­μεῖ­ον σή­με­ρον ἔ­χει φθά­σει ἡ συ­ναί­σθη­ση τοῦ ἄ­το­μου ὡς μέ­λους πο­λι­τει­α­κῆς ὀρ­γα­νώ­σε­ως. Ὑ­πῆρ­χεν ἐ­πο­χὴ καθ’ ἢν τὸ Κοι­νο­βου­λε­τι­κὸν σύ­στη­μα ἀν­τε­πε­κρί­νε­το πρὸς τὰς χρεί­ας καὶ τὰς βλέ­ψεις τοῦ ἀ­τό­μου. Ἀλλ’ ἄλ­λαι εἶ­νε τὴν σή­με­ρον αἳ χρεῖ­αι τοῦ αὖ­ται, ἄλ­λαι αἳ βλέ­ψεις του, ἄλ­λοι οἱ πό­θοι του, ἄλ­λος ὁ ὁ­ρί­ζων του. Πῶς ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται πρὸς τοῦ­το ἡ δῆ­θεν κυ­βέρ­νη­σις, ἡ δῆ­θεν ἀν­τι­προ­σω­πεί­α τοῦ Συ­νό­λου ὅ­περ λέ­γο­μεν λα­όν, ἢ κοι­νω­νί­αν ἢ κρά­τος ἢ ἔ­θνος. Δὲν ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται πο­σῶς ἕ­κτος ἐφ’ ὅ­σον, δι­ὰ παν­τὸς δο­λί­ου τε­χνά­σμα­τος, τὸ πα­ρα­πλα­νᾶ πρὸς κα­θυ­πό­τα­ξιν καὶ ἀ­φαί­μα­ξιν. Ἀ­πὸ τοῦ­δε λοι­πὸν ἡ συμ­μόρ­φω­σις τῶν ἀ­τό­μων πρὸς τὸ θέ­λη­μα τοι­αύ­της κυ­βερ­νή­σε­ως καὶ τοι­αύ­της ἀν­τι­προ­σω­πεί­ας κα­ταν­τᾶ ἁ­πλὴ δει­σι­δαι­μο­νί­α. Καὶ ἂν ἡ ἀ­πελ­πι­σί­α δὲν ἔλ­θη νὰ τὴν δι­α­λύ­ση δὶ’ ἀ­προσ­δο­κή­του καὶ αἰφ­νι­δί­ας τι­νὸς τόλ­μης τῶν μυ­ρι­ά­δων τοῦ πά­σχον­τος κό­σμου, δὲν γνω­ρί­ζο­μεν τί θὰ δυ­νη­θῆ πο­τὲ νὰ μᾶς ἀ­παλ­λά­ξη ἀ­πὸ τὸν ἐ­φι­άλ­την ὅ­στις ὑ­πὸ τὴν προ­σω­πί­δα τῆς κυ­βερ­νή­σε­ως καὶ τῆς ἀν­τι­προ­σω­πεί­ας, ρο­φᾶ καὶ τὰς τε­λευ­ταί­ας ἰκ­μά­δας τῆς ἄλ­λο­τε τολ­μη­ρᾶς φυ­λῆς μας. Εἰς τὸ κα­τη­γο­ρῆ- τή­ρι­ον τοῦ­το, ἐν­νο­εῖ­ται, συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νο­μεν ὅ­λους ἐν γέ­νει τοὺς πο­λι­τευ­ο­μέ­νους τοὺς ὑ­πη­ρε­τοῦν­τας τὸ πλου­το­κρα­τι­κὸν κα­θε­στώς.
Δὲν θέ­λο­μεν καὶ δὲν πρέ­πει ἐ­πὶ τοῦ πα­ρόν­τος νὰ εἴ­πω­μεν πε­ρισ­σό­τε­ρα. Μί­αν μό­νην ἐ­ρώ­τη­σιν ἀ­πευ- θύ­νο­μεν εἰς τὰ πά­σχον­τα πλή­θη. Δὲν ἔ­χε­τε ἀ­κό­μη τὴν τόλ­μην τῆς ἀ­πελ­πι­σί­ας δι­ὰ νὰ σᾶς σώ­ση ἀ­πὸ τὸ τρα­γι­κόν σας τέ­λος;

Μα­ΐ­ου 1922

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου