Το νέο Πανοπτικό του Χρέους
του Ηλία Καραβόλια
Έρχεται οσονούπω νέος πανεπόπτης που ολοκληρώνει τον μετασχηματισμό του ατόμου σε μετοχή, σε εταιρεία, σε Εγώ Α.Ε: θα καλείται Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης. Κρατική υπηρεσία μεζούρας και βαθμολόγησης της χρεοπιστωτικής ικανότητας του καθενός. Η απόλυτη συνάντηση της χρηματο-οικονομικής μηχανικής με την βιοπολιτική.
Το Κράτος θα δημιουργεί το οικονομικό προφίλ κάθε πολίτη με βάση τα δάνεια που έχει λάβει, τις οφειλές που έχει προς τους πάντες, αλλά και την συναλλακτική του συμπεριφορά. Το ranking και το rating, ως αποδοτικοί μηχανισμοί εμπιστοσύνης, θα οδηγούν στο scoring. Δηλαδή οι βασικοί μηχανισμοί της νέας ψηφιακής κοινωνικοποίησης (που στην ουσία πρόκειται για προβληματική υποκειμενοποίηση) τώρα θα βρίσκονται και στην υπηρεσία του Κράτους.
Όπως βαθμολογείς λοιπόν και κάνεις like στα social media έτσι και θα βαθμολογηθείς με βάση τα συμπεριφορικά σου μοτίβα και τα συνεπαγόμενα λογιστικά σου κατάστιχα που θα κρατάει το σύστημα σε ένα ατομικό blockchain (πρωτόκολλο συναλλαγών). Απλά αυτές τις συμπεριφορικές και οικονομικές μας συνήθειες θα μπορεί να τις εκχωρεί το Δημόσιο στην οικονομική εξουσία- στο τραπεζικό σύστημα.Καθόλου πρωτόγνωρο θα πει κάποιος, αφού εφαρμόζεται διεθνώς ως νόρμα κανονιστικής συμμόρφωσης με τον homo economicοus. Και ήδη σχεδόν συμβαίνει και εδώ. Μόνο που τώρα θα έχει την διάσταση της προληπτικής συμμόρφωσης. Όπως ανακοινώθηκε πρόκειται για «χρήσιμο και προληπτικό εργαλείο», αφού αυτό που θα σταθμίζεται θα είναι η δυνατότητα αποπληρωμής οφειλών ώστε να προλαμβάνεται ο υπερδανεισμός και η ισορροπία στο οικονομικό σύστημα. Η αλήθεια είναι φυσικά ότι πίσω από τον σημερινό κατασκοπευτικό καπιταλισμό της επιτήρησης(Zuboff) το ισχυρό τραπεζικό σύστημα παραμονεύει για να τσεκάρει συνήθειες και συμπεριφορές ώστε να προβεί στην αναγκαία εκκαθάριση των επισφαλειών του και φυσικά να ξαναχρεώσει (από αυτό ζεί) νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Φυσικά δεν είναι άσχημο να προλαμβάνεται η υπερχρέωση, θα μας έλεγε η κοινή λογική και ένας οπαδός της οικονομικής ορθοδοξίας. Καθόλου άσχημο. Με μια διαφορά. Πως αυτό θα συμβεί όταν η πανδημία σήμερα αυξάνει τα ιδιωτικά και τα κρατικά χρέη κατακόρυφα; Πως θα αξιολογηθεί η πιστοληπτική ικανότητα κάποιου που ζει με επιδόματα και ενισχύσεις όταν ξέρει ότι μελλοντικά αυτά μεταφράζονται σε φόρους και η αβεβαιότητα εκτοπίζει τον σχεδιασμό του παρόντος;
Είναι προφανές ότι το σύστημα δεν θέλει, πεισματικά, να προχωρήσει σε διαγραφή χρεών. Δεν θέλει να σβήσει τουλάχιστον όλους εκείνους τους εξωπραγματικούς τόκους σε τραπεζικές κυρίως οφειλές. Το δε Δημόσιο αρνείται να αφαιρέσει από τις οφειλές που δημοσιεύει, αν δεν κάνω λάθος, τις κλειστές επιχειρήσεις, τους πεθαμένους οφειλέτες, τους φυλακισμένους και τους μη κατέχοντες περιουσία.
Ηθικός κίνδυνος (moral hazard) ονομάζεται η αιτιολογία στα συστημικά οικονομικά. Παράδειγμα προς αποφυγή, στα απλά ελληνικά. Κάπως έτσι η Μεγάλη Επανεκκίνηση που σχεδιάστηκε παγκοσμίως, προφανώς πριν την πανδημία, περιλαμβάνει λοιπόν για κάθε πολίτη την αξιολόγηση, την βαθμολόγηση, την συμμόρφωση με τις συστημικές σταθερές.
Ας φιλοσοφήσουμε λίγο αυτή την μηχανική. Πως προέκυψαν οι σημερινές ανεξέλεγκτες ροές χρέους της επιθυμίας στο λογισμικό της πιστωτικής οικονομίας;
Πως το εθνικό και παγκόσμιο χρέος νομιμοποίησε την ατομική και επιχειρηματική υπερχρέωση;
Και ας στοχαστούμε τα παραπάνω χωρίς να δικαιολογούμε τον σπάταλο υπερχρεωμένο, τον άφρονα υπερδανεισμένο, τον στρατηγικό κακοπληρωτή. Το χρέος είναι γεννήτορας σε μια αλυσίδα οικονομικών και κοινωνικών καταστάσεων. Είναι φαινόμενο προβολής του παρόντος στο μέλλον, εργαλείο δόμησης ενός σχεδίου ενεχυρίασης μελλοντικών εισοδημάτων και πυρήνας εγκατάστασης βιοπολιτικής στο κοινωνικό σώμα και στο κάθε υποκείμενο ξεχωριστά.
Ο πρόσφατα εκλιπών σπουδαίος ανθρωπολόγος Graeber μας μυεί στην Ιστορία της οφειλής με ένα βιβλίο του (Χρέος: Τα πρώτα 5,000 χρόνια, εκδ. Στάσει εκπίπτοντες ). Καλό θα ήταν να το μελετήσουμε γιατί αξίζει να δούμε πώς ρίζωσαν ιστορικά οι μηχανισμοί υπερχρέωσης λαών και πώς η παγκόσμια οικονομία ενσωματώνει και ανακυκλώνει την ατέρμονη οφειλή δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Αυτή που μετακυλύεται στον χρόνο με προσανατολισμό στο άπειρο, στο διηνεκές, ως ένα φυσιολογικό πλέον ιστορικό και κοινωνιολογικό δεδομένο. Άλλωστε δεν είναι οι περίφημες ελεύθερες αγορές και οι κυβερνήσεις που παράγουν και ανακυκλώνουν χρέος; Δεν είναι αυτές που προστατεύουν με τις μη αποτελεσματικες ρυθμιστικές τους διατάξεις, και την περίφημη απορρύθμιση, το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο οποίο εκκολάπτεται και αυτοαναπαράγεται η οφειλή;
Δεν είναι οι κυβερνήσεις και οι υπερεθνικοί θεματοφύλακες της δημοσιονομικής πειθαρχίας που κόβουν μισθούς και συντάξεις, οπότε δημιουργούν λιτότητα και έλλειψη ρευστότητας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις με αποτέλεσμα να προσφεύγουν στον δανεισμό;
Πρέπει να μάθουμε την αλχημιστική καταγωγική μέθοδο χρέωσης των κοινωνιών, με πρόσχημα την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Να προσδιορίσουμε που γεννιέται το χρέος ως χρήμα και γιατί κινείται σαν δορυφόρος, γιατί αενάως ανανεώνεται με τον μυστικισμό του τόκου.
Το νήμα που θα ξετυλίξουμε είναι το νήμα της κρυμμένης αλήθειας του καπιταλισμού: των αφανών σχέσεων που διέπουν τις σχέσεις παραγωγής στις οικονομίες και «τοκίζουν» τις ανισότητες μεταξύ μας.
Ποια εργαλεία χρειαζόμαστε πρώτα απ’ όλα για μία τέτοια κατανόηση; Κατ’ αρχήν απαιτείται μια πρώτη ανάλυση για το πώς η Επιθυμία αξιοδοτείται πλέον ως η υπέρτατη βάση της Οικονομίας. Όταν μέσα από το internet το υποκείμενο βαθμολογείται και βαθμολογεί, αξιολογείται και αξιολογεί, φυσικό επόμενο είναι να τον βαθμολογεί ο ίδιος ο κατασκοπευτικός καπιταλισμός και ο μακρύς του βραχίονας -το Κράτος.
Γιατί με αυτή την αλληλόδραση του ranking και του rating, των like και των follow, γινόμαστε όλοι μηχανές που παράγουν επιθυμίες. Η συγκεκριμένη επιθυμία της οφειλής (γιατί ως επιθυμία νοείται πλέον) τείνει όλο και περισσότερο να μοιάζει με αυτο-τροφοδοτούμενο σύμπτωμα της ατομικής και συλλογικής μας συμπεριφοράς.
Τα πράγματα όμως περιπλέκονται όταν μια άλλη επιθυμία, αρχέγονη, αυτή της εξόφλησης του χρέους με βάση κυρίως μια προτεσταντική ηθική των βορείων, της εξάλειψης της οφειλής σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, μοιάζει όλο και περισσότερο απίθανο να εκπληρωθεί στην εποχή μας. Μια εποχή ύφεσης και καθίζησης εισοδημάτων (και έτσι τροφοδοτεί παθογένειες, κατάθλιψη και ιδεοψυχαναγκαστική συμπεριφορά).
Σήμερα δεν μπορεί να εντυπωθεί στην συνείδηση ο πειθαναγκασμός μιας μόνιμης υποθήκευσης ενός αβέβαιου μέλλοντος ώστε να ξεχρεωθεί το παρόν, αφού μοιάζουμε πλέον κάτι σαν αντίστροφοι «πιστωτές» μιας ατέρμονης οφειλής. Και κάθε οφειλή μοιάζει με θανατικό καρτέρι. «Χρωστάω άρα υπάρχω. Απέκτησα προϊόντα και υπηρεσίες με δόσεις άρα συμβαδίζω με την κρατική, με την παγκόσμια υπερχρέωση». Κάπως έτσι καθένας εξ ημών ξέρει ,εκ των προτέρων πλέον, ότι αγνοεί εκουσίως τα ψιλά γράμματα της δανειακής του σύμβασης με την τράπεζα. Αλλά την υπογράφει.
Η δε προτεσταντική ηθική της εργασίας είναι επίσης μια άλλη αξιοσημείωτη παράμετρος ανάλυσης αφού η εργασία αυτή καθ’ εαυτή έχει αλλάξει μορφή, έχει μεταλλαχθεί και υποθηκεύεται σιωπηρά, σχεδόν αθόρυβα. Η ασυνείδητη απόσπαση υπεραξίας στο ιντερνετικό αχανές εργοστάσιο μειώνει τις άμυνες για ανάλυση κόστους/οφέλους. Η δε ενοχή από την δημιουργία χρέους δεν είναι πλέον ασύμβατη με την καλυμμένη υποθήκη μελλοντικού ιδρώτα (βλ. »Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου» του M. Lazzarato, εκδ.Aλεξάνδρεια).
Παρά την αμυδρή έστω αισιοδοξία για αλλαγή της ζωής μας μέσω βελτίωσης του οικονομικού κλίματος από τα εμβόλια, η Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης θα επισφραγίσει, με πρόσχημα την συστημική ευστάθεια, μια μόνιμη και δυνατή σχέση που από αιώνες έχει εγκατασταθεί για τα καλά στις κοινωνίες: την σχέση πιστωτή και οφειλέτη.
Και η διαχείριση αυτής της σχέσης λειτουργεί συμπληρωματικά στην αναπαραγωγή της εξουσίας αφού πίσω από την αναμονή για ανάπτυξη -που ως δια μαγείας θα αφορά όλους επειδή αυτό δήθεν προστάζει η αστική πολιτική οικονομία των αποτελεσματικών αγορών- κρύβεται μια μόνιμη συγκρουσιακή σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. H ισορροπία στο σύστημα και η δήθεν προληπτική πολιτική περί μη υπερχρέωσης, στην ουσία κρύβει την κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου, την κατασκευή εκείνου του υποτακτικού υπηκόου στην ισχυρή εξουσία της τραπεζικής ελίτ αλλά και του καθολικού εργοδότη, που ως big spender, κρατάει στην ζωή την οικονομία.
Η ελεύθερη όμως πτώση της περίφημης μεσαίας τάξης θα αποδυναμώσει αυτή την εφεύρεση του συστήματος. Μύθοι που ντύθηκαν με το ιδεολογικό πέπλο της ελευθερίας των αγορών καταρρέουν παταγωδώς. Αποσιωπάται το γεγονός ότι τα κέρδη από τους τζίρους κατανάλωσης με δανεικό χρήμα δεν σημαίνει ότι μοιράζονται και διαχέονται στην κοινωνία δίκαια και κυρίως αυτόματα. Πράγμα που δεν συμβαίνει με το χρέος το οποίο κοινωνικοποιείται, τιτλοποιείται, διαμοιράζεται (ειδικά αν αφορά ζημίες τραπεζικών ισολογισμών) και αποκτά συλλογική ταυτότητα, εγγράφεται στο συλλογικό ασυνείδητο και εξατομικεύει την ευθύνη.
Αυτή ακριβώς η εξατομικευμένη ευθύνη γεννάει την συλλογική φυλακή των υψηλά στοχευμένων ρυθμών ανάπτυξης μετά την πανδημία. Μόνο που αυτή θα έχει ένα σχήμα που δεν ξέρω αν το πρόβλεψε η ορθόδοξη οικονομική: το Κ. Που σημαίνει ότι άλλοι θα έχουν άνοδο στα εισοδήματα τους (οι πολλοί λίγοι φυσικά) και άλλοι πτώση. Η ουσία είναι με τα επιδόματα σε όλο τον κόσμο, λόγω covid, η απο-πληρωμή των παλαιών και νέων χρεών, δημιουργεί στο συλλογικό ασυνείδητο μια μόνιμη υποχρέωση εξόφλησης. Μια νοητική λογιστική μελλοντικού διακανονισμού.
Ζωή με δόσεις δηλαδή. Ζωή με περικοπές, επιλεκτικές πιστώσεις για επενδύσεις των λίγων, χαμηλόμισθες δουλειές, χαμηλά περιθώρια κέρδους και φυσικά νέους φόρους για να καλυφθούν τα όποια ελλείμματα. Με αποτέλεσμα η κοινωνία να χάνει βαθμούς αυτονομίας και να καθίσταται προϊόν των τεχνικών διακυβέρνησης (Gulli B., “A second innocence”: deactivating the debt machine”, Reviews in Cultural Theory, 2013).
ΥΓ. Και αν κάποιος θέλει να εμβαθύνει περισσότερο στην παλινδρομική σχέση μας με το χρέος, ουσιαστικά πρόκειται για μια συμμετρική αντανάκλαση στο δίπολο νόμου-οφειλής. Πρόκειται για συλλογικό ψυχοπαθολογικό δυναμικό που δουλεύει «παραγωγικά» στο ασυνείδητο του υποκειμένου (Butler J. Antigone’s Claim, Kinship Between Life and Death, Columbia University Press, 2000).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου