Σημαίνουσα μορφή τόσο των γραμμάτων όσο και της πολιτικής σκηνής της
υστεροβυζαντινής περιόδου είναι ο Γεώργιος Ακροπολίτης. Γεννήθηκε το
1217 στην Κωνσταντινούπολη, η οποία από το 1204 ήταν υπό την κυριαρχία
των Λατίνων και των Βενετών. Η οικογένειά του ήταν πλούσια και ευγενικής
καταγωγής και μερίμνησε για τη μόρφωση του. Σε ηλικία 16 ετών μετά το
πέρας των βασικών του σπουδών τόν έστειλαν στη Νίκαια, πρωτεύουσα της
«εξόριστης» Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εκεί έγινε δεκτός στην
αυτοκρατορική αυλή και συνέχισε τις σπουδές του αρχικά κοντά στον
Θεόδωρο Εξαπτέρυγο και έπειτα στον Νικηφόρο Βλεμμύδη. Χάρη στη μόρφωση
του κατόρθωσε να ακολουθήσει και σπουδαία πολιτική σταδιοδρομία.
Συνδέθηκε με τον αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Βατατζή (1222 – 1254) και μάλιστα
ανέλαβε και τη φιλοσοφική μόρφωση του διαδόχου Θεόδωρου.
Ουσιαστικά κατείχε διπλή ιδιότητα και ως πολιτικό πρόσωπο και ως ακαδημαϊκός δάσκαλος. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης ακολούθησε τους αυτοκράτορες σε πολλές εκστρατείες, ανέλαβε ο ίδιος διπλωματικές αποστολές και ανήλθε σε υψηλά πολιτικά αξιώματα.
Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ Βατατζής (1222 -1254) τον κατέστησε υπεύθυνο για τη διεκπεραίωση της αυτοκρατορικής αλληλογραφίας και το 1246, σε ηλικία μόλις 29 ετών, τιμήθηκε με το αξίωμα του «Λογοθέτη του Γενικού», το οποίο διατήρησε ως το τέλος της ζωής του. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 1252 εναντίον των Βουλγάρων τον έστειλε ως διπλωματικό εκπρόσωπό του στο Μιχαήλ Β΄ Άγγελο (της Ηπείρου).
Ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης (1254 -1258) του απένειμε το αξίωμα του Μεγάλου Λογοθέτη· ο Γεώργιος Ακροπολίτης ακολούθησε κι αυτόν τον αυτοκράτορα επανειλημμένα στις εκστρατείες του. Συμμετείχε ενεργά σε διπλωματικές αποστολές και σε διαπραγματεύσεις με τους Βουλγάρους. Μάλιστα, εξαιτίας μιας έντονης διαφωνίας που είχε με τον αυτοκράτορα τιμωρήθηκε με την ποινή 24 ραβδισμών. Όμως, ο αυτοκράτορας λίγο αργότερα τον κατέστησε διοικητή και αρχιστράτηγο όλων των στρατιωτικών δυνάμεων της αυτοκρατορίας στην Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Πριλάπου το 1257 αιχμαλωτίστηκε από το Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄. Απελευθερώθηκε στα τέλη του 1259 από το νέο αυτοκράτορα της Νίκαιας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (1259 -1282).
Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιλόγος με τον οποίο ο Γεώργιος Ακροπολίτης είχε συγγενικούς δεσμούς, τον αξιοποίησε κι αυτός σε πολλές διπλωματικές αποστολές. Το Φθινόπωρο του 1260 απεστάλη ως πρεσβευτής στην αυλή του Τσάρου της Βουλγαρίας Τιχ. Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης του 1261 ο Γ. Ακροπολίτης συνέχισε να προσφέρει στον αυτοκράτορα τις διπλωματικές του υπηρεσίες παράλληλα με το «ακαδημαϊκό» του έργο. Μάλιστα, ως διπλωματικός αντιπρόσωπος συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για την ένωση των εκκλησιών· έφτασε στη Ρώμη και στη Λυών το 1274, όπου και υπέγραψε την ένωση των Εκκλησιών στο όνομα του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Το 1282 στάλθηκε ως πρεσβευτής στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας στην αυλή του Ιωάννη Β΄(1281-1282). Πέθανε αμέσως μετά τη διπλωματική αυτή αποστολή. Ο γιος του, Κωνσταντίνος Ακροπολίτης, ανήλθε κι αυτός στο αξίωμα του Μεγάλου Λογοθέτη, όμως καταπολέμησε την ένωση των Εκκλησιών, σε αντίθεση με τον πατέρα του.
Στον Γεώργιο Ακροπολίτη αποδίδονται αρκετά έργα με σημαντικότερο τη «Χρονική Συγγραφή». Πιο συγκεκριμένα :
Η «Χρονική συγγραφή» του Γ. Ακροπολίτη αποτελεί τη συνέχεια του ιστορικού έργου του Νικήτα Χωνιάτη. Καλύπτει τα γεγονότα από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 μέχρι την ανακατάληψή της από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261. Ουσιαστικά εξιστορεί τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή για την αυτοκρατορία αυτή. Στο επίκεντρο της ιστορικής αφήγησης βρίσκονται η αυτοκρατορία με τον επικεφαλής της, τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιστορική αφήγηση σε μεγάλο βαθμό είναι προσωποκεντρική με κεντρικό πρόσωπο τον εκάστοτε αυτοκράτορα της Νίκαιας. Παράλληλα, ο Γ. Ακροπολίτης σκιαγραφεί με εξαιρετικό τρόπο τον περίπλοκο συσχετισμό δυνάμεων της εποχής (Αυτοκρατορία της Νίκαιας, Δεσποτάτο της Ηπείρου, Βουλγαρικό Κράτος, Τουρκικά – Σελτζουκικά κράτη της Μικράς Ασίας, Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης κτλ.), τις συμμαχίες που συνάπτουν και τους πολέμους που διεξάγουν.
Η αφήγηση αφορά κυρίως σε στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα που σχετίζονται με ό,τι θα λέγαμε σήμερα «εξωτερική πολιτική» της αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Οι αναφορές σε κοινωνικά, πολιτιστικά και διοικητικά ζητήματα είναι ανύπαρκτες ή ελάχιστες. Η ιστορική αφήγηση ακολουθεί κατά βάση ευθύγραμμη ροή και είναι λίγες οι αναδρομές στο παρελθόν. Δεν κάνει εκτεταμένη χρήση του διαλόγου, χωρίς όμως αυτός να απουσιάζει παντελώς. Επίσης, το έργο του διακρίνεται για το ρεαλισμό του χωρίς ακραίες ρητορικές πομφόλυγες. Σε μερικά σημεία αναφέρεται σε ασήμαντα γεγονότα προσωπικής υφής διαφόρων προσωπικοτήτων δίνοντάς τα μάλιστα με χιούμορ π.χ. ο Δημήτριος Άγγελος της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στο σπίτι μια παντρεμένης γυναίκες και μπαίνει ο σύζυγος της με αποτέλεσμα αυτός να αναγκαστεί να πηδήξει από το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και να σπάσει το πόδι του.
Ο Γ. Ακροπολίτης δεν παραλείπει να κάνει συχνές αναφορές και στο ρόλο που διαδραμάτισε ο ίδιος σε διάφορα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα και γενικά στη ζωή του, χωρίς όμως να μετατρέπει την ιστορική αφήγηση σε αυτοβιογραφία. Το γεγονός ότι υπήρξε για πολλά χρόνια «Μέγας Λογοθέτης» του έδωσε τη δυνατότητα όχι μόνο να γνωρίσει από πρώτο χέρι την πραγματική διάσταση πολλών γεγονότων, αλλά και ο ίδιος να διαδραματίσει σε αρκετά από αυτά καίριο ρόλο – αυτό βέβαια προσδίδει υποκειμενικό χαρακτήρα σε αρκετά σημεία του έργου του.
Σε γενικές γραμμές το έργο του κρίνεται ως αμερόληπτο και αντικειμενικό. Ωστόσο δεν απουσιάζουν, ωστόσο, κάποιες μεροληπτικές κρίσεις ή αποσιωπήσεις γεγονότων· δεν πρέπει να παραβλέπουμε τον παράγοντα ότι ο Γ. Ακροπολίτης ήταν ο ίδιος πρωταγωνιστής σε πολλά από αυτά και είχε άμεση εμπλοκή ως υψηλά πολιτικά ιστάμενος της αυτοκρατορικής εξουσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα γεγονότα σχετικά με τη διαδοχή του Θεοδώρου Β΄ από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο. Ο Γ. Ακροπολίτης παραλείπει εντελώς να αναφέρει το γεγονός ότι ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου, ο οκτάχρονος Ιωάννης παραμερίζεται βίαια. Στην ίδια διαμάχη της διαδοχής ο Ακροπολίτης χαρακτηρίζει με τα χειρότερα λόγια τον επίτροπο του ανήλικου διαδόχου, τον Γεώργιο Μουζάλωνα ενώ τη σφαγή που διαπράττουν οι συνωμότες του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου σε βάρος των ανθρώπων που εμπιστεύονταν ο Θεόδωρος Β΄ την παρουσιάζει ως «δίκαιη» εξαιτίας του παραμερισμού τους από ανθρώπους ανάξιους (δικαιολογεί τη σφαγή ως εξής : «τοιοῦτον γὰρ θυμόν ὁ λαός ἅπας ἐπέτρεφε κατ’ αὐτῶν, ὥστε καὶ μεληδόν διατεμόντες αὐτούς, μᾶλλον δὲ κατά ἄρθρα, ἤ καὶ σμικρά τῶν σαρκῶν διελόντες τεμμάχια ἕκαστος τὸ οἰκεῖον τμῆμα κρατῶν τῆς ἐπιθυμίας ἐνεφορήθησαν. Κἀν τῷ τάφῳ δε περιστάντες τοῦ βασιλέως Θεοδώρου ὀνειδιστικοῖς λόγοις καὶ αὐτόν ἔβαλλον, ὅτιπερ τὴν τῶν Ῥωμαίων ἀρχήν καὶ τά αὐτῆς πράγματα ἀνδραρίοις βδελυροῖς καὶ ἀνθρωπίσκοις οὐτιδανοῖς ἐμπεπίστευκε, τοῖς ἐκ θυμέλης μελωδήμασιν ἀνατεθραμμένοις καὶ αὐλοῖς χαίρουσι καὶ χορδαῖς καὶ προς λύραν ψαλλάττειν ἐκμεμελετήκασι, καὶ τό ὁμηρικόν ἐξειπεῖν ψεύσταις τ’ ὀρχήστραις τε καὶ ἀρίστοις χοροτυπίησι, καταλελοίπει δε ἄνδρας γενναίους καὶ περιδεξίους στρατηγούς, καλῶς τε καὶ εὐαρέστως τῷ βασιλεῖ καὶ πατρί ἐξυπηρετήσαντας». Βέβαια, είναι δεν παύει να πλέκει του εγκώμιο του Μιχαήλ Η΄, του ανθρώπου που απελευθέρωσε την Κωνσταντινούπολη «με την εύνοια της θείας πρόνοιας».
Η πρώτη έκδοση της «Χρονικής Συγγραφής» έλαβε χώρα το 1651 από τον Λέοντα Αλλάτιο ενταγμένη στο «Corpus Byzantinae Historiae» και ανατυπώθηκε στη Βενετία το 1729 στο βενετικό «Corpus Byzantinae Historiae». Το 1836 έγινε η επόμενη έκδοση στο «Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae» από τον I.Bekker στο Βόννη.
Η «Χρονική Συγγραφή» εντάχθηκε επίσης στο μνημειώδες έργο του J.P. Migne το «Patrologiae Cursus Completus, Series greca», στον τόμο 140. Η μοναδική κριτική έκδοση της «Χρονικής Συγγραφής» όπως και των υπολοίπων έργων του Γ. Ακροπολίτη έγινε από τον A. Heisenberg στη Λιψία το 1903 σε δύο τόμους με τίτλο «Georgii Acropolitae opera». Ανατύπωση της κριτικής έκδοσης με διορθώσεις έγινε το 1978 στη Στουτγκάρδη το 1978 από τον Peter Wirth.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ακροπολίτης Γεώργιος, Χρονική Συγγραφή (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια : Σπύρος Σπυρόπουλος), εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004
Βασίλιεφ Α.Α., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453 (μετάφραση Δημοσθένης Σαβραμής),τ.2, εκδ. Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος,Αθήνα 1995
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Γ΄, τελευταίες λάμψεις(1081 – 1204), εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1999
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, Το Βυζαντινό Κράτος, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 41996
Νεράτζη-Βαρμάζη Βασιλική, Η Βαλκανική Επαρχία κατά τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, εκδ Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1998
Σταυρίδου-Ζαφράκα Αλκμήνη, Νίκαια και Ήπειρος τον 13ο αιώνα, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991
Hunger H., Βυζαντινή Λογοτεχνία, Η λόγια κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών (μετάφραση : Τ. Κόλιας, κ. Συνέλλη, Γ. Μακρής, Ι. Βάσσης), τ. Β΄, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1992
Nicol Donald Μ., Οι τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου, 1261 -1453(μετάφραση Στάθης Κομνηνός), εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1996
Ostrogorsky Georg, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, (μετάφραση : Ιωάννης Παναγόπουλος, επιμέλεια : Ε. Χρυσός), τ. Γ΄, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2012
THINK FREE
Ουσιαστικά κατείχε διπλή ιδιότητα και ως πολιτικό πρόσωπο και ως ακαδημαϊκός δάσκαλος. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης ακολούθησε τους αυτοκράτορες σε πολλές εκστρατείες, ανέλαβε ο ίδιος διπλωματικές αποστολές και ανήλθε σε υψηλά πολιτικά αξιώματα.
Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ Βατατζής (1222 -1254) τον κατέστησε υπεύθυνο για τη διεκπεραίωση της αυτοκρατορικής αλληλογραφίας και το 1246, σε ηλικία μόλις 29 ετών, τιμήθηκε με το αξίωμα του «Λογοθέτη του Γενικού», το οποίο διατήρησε ως το τέλος της ζωής του. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 1252 εναντίον των Βουλγάρων τον έστειλε ως διπλωματικό εκπρόσωπό του στο Μιχαήλ Β΄ Άγγελο (της Ηπείρου).
Ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης (1254 -1258) του απένειμε το αξίωμα του Μεγάλου Λογοθέτη· ο Γεώργιος Ακροπολίτης ακολούθησε κι αυτόν τον αυτοκράτορα επανειλημμένα στις εκστρατείες του. Συμμετείχε ενεργά σε διπλωματικές αποστολές και σε διαπραγματεύσεις με τους Βουλγάρους. Μάλιστα, εξαιτίας μιας έντονης διαφωνίας που είχε με τον αυτοκράτορα τιμωρήθηκε με την ποινή 24 ραβδισμών. Όμως, ο αυτοκράτορας λίγο αργότερα τον κατέστησε διοικητή και αρχιστράτηγο όλων των στρατιωτικών δυνάμεων της αυτοκρατορίας στην Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Πριλάπου το 1257 αιχμαλωτίστηκε από το Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄. Απελευθερώθηκε στα τέλη του 1259 από το νέο αυτοκράτορα της Νίκαιας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (1259 -1282).
Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιλόγος με τον οποίο ο Γεώργιος Ακροπολίτης είχε συγγενικούς δεσμούς, τον αξιοποίησε κι αυτός σε πολλές διπλωματικές αποστολές. Το Φθινόπωρο του 1260 απεστάλη ως πρεσβευτής στην αυλή του Τσάρου της Βουλγαρίας Τιχ. Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης του 1261 ο Γ. Ακροπολίτης συνέχισε να προσφέρει στον αυτοκράτορα τις διπλωματικές του υπηρεσίες παράλληλα με το «ακαδημαϊκό» του έργο. Μάλιστα, ως διπλωματικός αντιπρόσωπος συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για την ένωση των εκκλησιών· έφτασε στη Ρώμη και στη Λυών το 1274, όπου και υπέγραψε την ένωση των Εκκλησιών στο όνομα του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Το 1282 στάλθηκε ως πρεσβευτής στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας στην αυλή του Ιωάννη Β΄(1281-1282). Πέθανε αμέσως μετά τη διπλωματική αυτή αποστολή. Ο γιος του, Κωνσταντίνος Ακροπολίτης, ανήλθε κι αυτός στο αξίωμα του Μεγάλου Λογοθέτη, όμως καταπολέμησε την ένωση των Εκκλησιών, σε αντίθεση με τον πατέρα του.
Στον Γεώργιο Ακροπολίτη αποδίδονται αρκετά έργα με σημαντικότερο τη «Χρονική Συγγραφή». Πιο συγκεκριμένα :
- Χρονική Συγγραφή
- Στίχοι τοῦ μεγάλου λογαριστοῦ ἐπιτύμβιοι εἰς τὴν δέσποιναν Κομνηνήν κυράν Εἰρήνην.
- Στίχοι τοῦ λογοθέτοῦ τῶν γενικῶν κυροῦ Γεωργίου τοῦ Ἀκροπολίτου, γεγονότες εἰς εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔχουσαν τὰς ιβ΄ δεσποτικάς ἑορτάς.
- Τοῦ μεγάλου λογοθέτου κυροῦ Γεωργίου τοῦ Ἀκροπολίτου [Στίχοι εἰς τὰς ἐπιστολάς]
- Στιχηρόν ψαλλόμενον τῷ ἁγίῳ καὶ μεγάλῳ σαββάτῳ· ποιηθέν παρά τοῦ κυροῦ μεγάλου λογοθέτου τοῦ Ἀκροπολίτου· ἦχος πλάγιος β΄ εἰς τὸν ἐπιτάφιον ἀσπασμόν
- Τοῦ Ἀκροπολίτου κυροῦ Γεωργίου ἐπιτάφιος τῷ ἀοιδίμῳ βασιλεῖ κυρῷ Ἰωάννη τῷ Δούκα
- Τοῦ μεγάλου λογοθέτου Γεωργίου τοῦ Ἀκροπολίτου λόγος κατά Λατίνων, γραφείς αὐτῷ ὅτε ἐν τῇδύσει κατάσχετος ἦν
- Λόγος δεύτερος [κατά Λατίνων] περί τῆς ἐκ πατρός τοῦ ἁγίου πνεύματος ἐκπορεύσεως
- Ἐπιστολήν πρός Τορνίκην
- Ἑρμηνεία ῥητῶν τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
- Γεωργίου τοῦ Ἀκροπολίτου λόγος εἰς τούς ἁγίους καὶ πανευφήμους μεγάλους ἀποστόλους Πέτρον και Παῦλον·
Η «Χρονική συγγραφή» του Γ. Ακροπολίτη αποτελεί τη συνέχεια του ιστορικού έργου του Νικήτα Χωνιάτη. Καλύπτει τα γεγονότα από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 μέχρι την ανακατάληψή της από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261. Ουσιαστικά εξιστορεί τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή για την αυτοκρατορία αυτή. Στο επίκεντρο της ιστορικής αφήγησης βρίσκονται η αυτοκρατορία με τον επικεφαλής της, τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιστορική αφήγηση σε μεγάλο βαθμό είναι προσωποκεντρική με κεντρικό πρόσωπο τον εκάστοτε αυτοκράτορα της Νίκαιας. Παράλληλα, ο Γ. Ακροπολίτης σκιαγραφεί με εξαιρετικό τρόπο τον περίπλοκο συσχετισμό δυνάμεων της εποχής (Αυτοκρατορία της Νίκαιας, Δεσποτάτο της Ηπείρου, Βουλγαρικό Κράτος, Τουρκικά – Σελτζουκικά κράτη της Μικράς Ασίας, Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης κτλ.), τις συμμαχίες που συνάπτουν και τους πολέμους που διεξάγουν.
Η αφήγηση αφορά κυρίως σε στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα που σχετίζονται με ό,τι θα λέγαμε σήμερα «εξωτερική πολιτική» της αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Οι αναφορές σε κοινωνικά, πολιτιστικά και διοικητικά ζητήματα είναι ανύπαρκτες ή ελάχιστες. Η ιστορική αφήγηση ακολουθεί κατά βάση ευθύγραμμη ροή και είναι λίγες οι αναδρομές στο παρελθόν. Δεν κάνει εκτεταμένη χρήση του διαλόγου, χωρίς όμως αυτός να απουσιάζει παντελώς. Επίσης, το έργο του διακρίνεται για το ρεαλισμό του χωρίς ακραίες ρητορικές πομφόλυγες. Σε μερικά σημεία αναφέρεται σε ασήμαντα γεγονότα προσωπικής υφής διαφόρων προσωπικοτήτων δίνοντάς τα μάλιστα με χιούμορ π.χ. ο Δημήτριος Άγγελος της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στο σπίτι μια παντρεμένης γυναίκες και μπαίνει ο σύζυγος της με αποτέλεσμα αυτός να αναγκαστεί να πηδήξει από το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και να σπάσει το πόδι του.
Ο Γ. Ακροπολίτης δεν παραλείπει να κάνει συχνές αναφορές και στο ρόλο που διαδραμάτισε ο ίδιος σε διάφορα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα και γενικά στη ζωή του, χωρίς όμως να μετατρέπει την ιστορική αφήγηση σε αυτοβιογραφία. Το γεγονός ότι υπήρξε για πολλά χρόνια «Μέγας Λογοθέτης» του έδωσε τη δυνατότητα όχι μόνο να γνωρίσει από πρώτο χέρι την πραγματική διάσταση πολλών γεγονότων, αλλά και ο ίδιος να διαδραματίσει σε αρκετά από αυτά καίριο ρόλο – αυτό βέβαια προσδίδει υποκειμενικό χαρακτήρα σε αρκετά σημεία του έργου του.
Σε γενικές γραμμές το έργο του κρίνεται ως αμερόληπτο και αντικειμενικό. Ωστόσο δεν απουσιάζουν, ωστόσο, κάποιες μεροληπτικές κρίσεις ή αποσιωπήσεις γεγονότων· δεν πρέπει να παραβλέπουμε τον παράγοντα ότι ο Γ. Ακροπολίτης ήταν ο ίδιος πρωταγωνιστής σε πολλά από αυτά και είχε άμεση εμπλοκή ως υψηλά πολιτικά ιστάμενος της αυτοκρατορικής εξουσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα γεγονότα σχετικά με τη διαδοχή του Θεοδώρου Β΄ από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο. Ο Γ. Ακροπολίτης παραλείπει εντελώς να αναφέρει το γεγονός ότι ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου, ο οκτάχρονος Ιωάννης παραμερίζεται βίαια. Στην ίδια διαμάχη της διαδοχής ο Ακροπολίτης χαρακτηρίζει με τα χειρότερα λόγια τον επίτροπο του ανήλικου διαδόχου, τον Γεώργιο Μουζάλωνα ενώ τη σφαγή που διαπράττουν οι συνωμότες του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου σε βάρος των ανθρώπων που εμπιστεύονταν ο Θεόδωρος Β΄ την παρουσιάζει ως «δίκαιη» εξαιτίας του παραμερισμού τους από ανθρώπους ανάξιους (δικαιολογεί τη σφαγή ως εξής : «τοιοῦτον γὰρ θυμόν ὁ λαός ἅπας ἐπέτρεφε κατ’ αὐτῶν, ὥστε καὶ μεληδόν διατεμόντες αὐτούς, μᾶλλον δὲ κατά ἄρθρα, ἤ καὶ σμικρά τῶν σαρκῶν διελόντες τεμμάχια ἕκαστος τὸ οἰκεῖον τμῆμα κρατῶν τῆς ἐπιθυμίας ἐνεφορήθησαν. Κἀν τῷ τάφῳ δε περιστάντες τοῦ βασιλέως Θεοδώρου ὀνειδιστικοῖς λόγοις καὶ αὐτόν ἔβαλλον, ὅτιπερ τὴν τῶν Ῥωμαίων ἀρχήν καὶ τά αὐτῆς πράγματα ἀνδραρίοις βδελυροῖς καὶ ἀνθρωπίσκοις οὐτιδανοῖς ἐμπεπίστευκε, τοῖς ἐκ θυμέλης μελωδήμασιν ἀνατεθραμμένοις καὶ αὐλοῖς χαίρουσι καὶ χορδαῖς καὶ προς λύραν ψαλλάττειν ἐκμεμελετήκασι, καὶ τό ὁμηρικόν ἐξειπεῖν ψεύσταις τ’ ὀρχήστραις τε καὶ ἀρίστοις χοροτυπίησι, καταλελοίπει δε ἄνδρας γενναίους καὶ περιδεξίους στρατηγούς, καλῶς τε καὶ εὐαρέστως τῷ βασιλεῖ καὶ πατρί ἐξυπηρετήσαντας». Βέβαια, είναι δεν παύει να πλέκει του εγκώμιο του Μιχαήλ Η΄, του ανθρώπου που απελευθέρωσε την Κωνσταντινούπολη «με την εύνοια της θείας πρόνοιας».
Η πρώτη έκδοση της «Χρονικής Συγγραφής» έλαβε χώρα το 1651 από τον Λέοντα Αλλάτιο ενταγμένη στο «Corpus Byzantinae Historiae» και ανατυπώθηκε στη Βενετία το 1729 στο βενετικό «Corpus Byzantinae Historiae». Το 1836 έγινε η επόμενη έκδοση στο «Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae» από τον I.Bekker στο Βόννη.
Η «Χρονική Συγγραφή» εντάχθηκε επίσης στο μνημειώδες έργο του J.P. Migne το «Patrologiae Cursus Completus, Series greca», στον τόμο 140. Η μοναδική κριτική έκδοση της «Χρονικής Συγγραφής» όπως και των υπολοίπων έργων του Γ. Ακροπολίτη έγινε από τον A. Heisenberg στη Λιψία το 1903 σε δύο τόμους με τίτλο «Georgii Acropolitae opera». Ανατύπωση της κριτικής έκδοσης με διορθώσεις έγινε το 1978 στη Στουτγκάρδη το 1978 από τον Peter Wirth.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ακροπολίτης Γεώργιος, Χρονική Συγγραφή (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια : Σπύρος Σπυρόπουλος), εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004
Βασίλιεφ Α.Α., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453 (μετάφραση Δημοσθένης Σαβραμής),τ.2, εκδ. Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος,Αθήνα 1995
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Γ΄, τελευταίες λάμψεις(1081 – 1204), εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1999
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, Το Βυζαντινό Κράτος, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 41996
Νεράτζη-Βαρμάζη Βασιλική, Η Βαλκανική Επαρχία κατά τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, εκδ Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1998
Σταυρίδου-Ζαφράκα Αλκμήνη, Νίκαια και Ήπειρος τον 13ο αιώνα, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991
Hunger H., Βυζαντινή Λογοτεχνία, Η λόγια κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών (μετάφραση : Τ. Κόλιας, κ. Συνέλλη, Γ. Μακρής, Ι. Βάσσης), τ. Β΄, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1992
Nicol Donald Μ., Οι τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου, 1261 -1453(μετάφραση Στάθης Κομνηνός), εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1996
Ostrogorsky Georg, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, (μετάφραση : Ιωάννης Παναγόπουλος, επιμέλεια : Ε. Χρυσός), τ. Γ΄, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2012
THINK FREE
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου