Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020

Η «θεωρία του φύλου» και η κρίση της οικογένειας

Η «θεωρία του φύλου» και η κρίση της οικογένειας

Εισαγωγικό σημείωμα από τον φάκελο για τη θεωρία του φύλου, στον νέο Λόγιο Ερμή (τ. 19, β΄ εξάμηνο 2019) που κυκλοφορεί.

του Νικόλα Δημητριάδη
Η καινοφανής «θεωρία του φύλου» επανέρχεται διαρκώς στην επικαιρότητα, σε θέματα όπως η διαβόητη «θεματική εβδομάδα» στα σχολεία, ο γάμος των ομοφύλων και το δικαίωμά τους στην υιοθεσία, η «επιλογή φύλου» των εφήβων κ.α. Ενδεδυμένοι τον μανδύα της επιστημονικής αυθεντίας, οι οπαδοί της θεωρίας αυτής επιθυμούν να καθορίσουν την κρατική πολιτική σε όλο το φάσμα των σχετικών με το φύλο ζητημάτων. Παράλληλα, ο εξορισμός κάθε αντίθετης άποψης στην ομιχλώδη κατηγορία του ανορθολογισμού, του σκοταδισμού και της μισαλλοδοξίας, ακυρώνει εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια σοβαρού δημόσιου διαλόγου γύρω από τα θέματα αυτά. Στο αφιέρωμα αυτό, λοιπόν, ο νέος Λόγιος Ερμής επιχειρεί μια πρώτη παρουσίαση της θεωρίας του φύλου και των πολιτικών, κοινωνικών και ψυχολογικών προεκτάσεών της.

Φεμινισμοί παλιοί και νέοι
Με την πτώση των σοβιετικών καθεστώτων και την ανάδυση της παγκοσμιοποίησης, η προοδευτική διανόηση θα κάνει, τη δεκαετία του ’90, μια αποφασιστική στροφή. Τη θέση της οικονομικής και πολιτικής κριτικής θα πάρουν οι «πολιτικές των ταυτοτήτων», τα ατομικά δικαιώματα, η υπεράσπιση υπαρκτών ή φανταστικών μειονοτήτων, η πάσης φύσεως «αποδόμηση». Ο δυτικός φεμινισμός θα διαγράψει μια ανάλογη τροχιά, εναρμονιζόμενος με το νέο «πνεύμα των καιρών». Όπως γράφει ο Ευάγγελος Κοροβίνης [1], από τους πολιτικούς αγώνες αναδιανομής, ο φεμινισμός θα στραφεί στους πολιτισμικούς αγώνες αναγνώρισης:
«Οι σχέσεις των φύλων αντιμετωπίζονταν παλαιότερα ως ζήτημα που αφορούσε την πολιτική οικονομία και την ανάγκη να μετασχηματισθεί ριζικά ο καταμερισμός εργασίας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Από τη δεκαετία του ’90 όμως, ο φεμινισμός άρχισε να αποβλέπει σε λιγότερο υλιστικούς στόχους. Μια μερίδα φεμινίστριες και φεμινιστές διεκδικούσε την αναγνώριση και τον σεβασμό της γυναικείας ταυτότητας. Ενώ μια άλλη μερίδα επεδίωξε να αποδομήσει αυτό καθαυτό το δίπολο άνδρας / γυναίκα.»
Εδώ εντοπίζεται η εμφάνιση του ακαδημαϊκού ρεύματος των «σπουδών φύλου» (gender studies), που έφτασε στις μέρες μας να επηρεάζει τόσο αποφασιστικά, όχι μόνο την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και την εκπαιδευτική πολιτική πολλών δυτικών κρατών.
Στην πορεία αυτή, βέβαια, δεν έλειψαν και οι εξαιρέσεις. Πολλές φεμινιστρίες προειδοποίησαν για τη σταδιακή διολίσθηση του φεμινισμού σε φιλελεύθερες ατραπούς. Η σύμπλευση με τον επελαύνοντα νεοφιλελευθερισμό, η κυνική αποδοχή των ΜΚΟ και των πάσης φύσεως προγραμμάτων και χρηματοδοτήσεων και η εναρμόνιση με τις ανάγκες των Αγορών για παγκόσμια διακυβέρνηση, οδήγησε πολλές φεμινίστριες, από τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, στα πανεπιστήμια, τα Μ.Μ.Ε., τους μεγάλους παγκόσμιους οργανισμούς [2]. Οι φωνές αυτές, όμως, έμειναν μειοψηφικές – η Judith Butler, εμβληματική μορφή των «σπουδών φύλου», θα αποκρούσει τις κατηγορίες, κάνοντας λόγο για… «νεοσυντηρητικό μαρξισμό» και «νεοσυντηρητικές φεμινίστριες» [3]… Εν τέλει, ο φεμινισμός θα οδηγηθεί εν πολλοίς στη σταδιακή ενσωμάτωσή του στην «ενιαία σκέψη» της κατεστημένης οικονομικής και πολιτικής εξουσίας [4].

Φύλο και άτομο
Θεμέλιο της θεωρίας του φύλου είναι η διάκριση ανάμεσα στο βιολογικό φύλο (αρσενικό-θηλυκό) και το κοινωνικό φύλο (άνδρας-γυναίκα). Το πρώτο (που αποκαλείται όπως πριν sex) δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συνδέεται με το δεύτερο, για το οποίο χρησιμοποιείται διεθνώς ο όρος gender. Το βιολογικό φύλο «παροπλίζεται», αφού θεωρείται ένα ουδέτερο βιολογικό χαρακτηριστικό, που δεν επηρεάζει την ταυτότητα του ατόμου. Από την άλλη, η θεωρία αυτή θέτει στο επίκεντρο το κοινωνικό φύλο και τη θαυμαστή ποικιλομορφία που μπορεί αυτό να λάβει. Η ποικιλομορφία αυτή καθιστά τους παλιές έμφυλες ταυτότητες του άνδρα και της γυναίκας περιοριστικές και παρωχημένες. Η έννοια του φύλου, λοιπόν, αυτονομείται από τη φύση και το σώμα, ταυτίζεται με την ερωτική επιθυμία και γίνεται μια ρευστή ταυτότητα, επιλέξιμη και εναλλάξιμη.
Έτσι, το σχετικό κίνημα που εκπροσωπεί τα διάφορα «φύλα», διευρύνει διαρκώς …τον τίτλο του: το ΛΟΑΤ έγινε ΛΟΑΤΚΙ [5], ενώ στο εξωτερικό έχουμε φτάσει αισίως στο LGBTQQIP2SAA [6] και ο τίτλος διαρκώς μεγαλώνει. Το παιχνίδι αυτό, βέβαια, δεν έχει τέλος. Αφού το φύλο αποσυνδέεται από τη φύση και εκφράζει απλώς την προσωπική διάθεση του καθενός, καθίσταται προφανές ότι τα «φύλα» δεν είναι ούτε τρία, ούτε δεκατρία, ούτε εξηντατρία. Κάθε άτομο, ανάλογα με τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του, μπορεί να διαμορφώσει το φύλο της αρεσκείας του. Η έννοια του φύλου εξανεμίζεται.
Ο νέος αυτός ορισμός του φύλου δίνει νέο περιεχόμενο και σε άλλες έννοιες, όπως ο σεξισμός. Παλαιότερα χαρακτήριζε τα υποτιμητικά στερεότυπα που αποδίδονταν σε κάποιον (κατά κανόνα γυναίκα) βάσει του φύλου του. Σήμερα ο όρος έχει διευρυνθεί, ώστε να περιλάβει την απόδοση οποιουδήποτε χαρακτηρισμού, αρνητικού, θετικού ή ουδέτερου. Έτσι, για παράδειγμα, η Μπερενίς Λεβέ, στο βιβλίο της Η θεωρία του φύλου ή Ένας κόσμος αγγελικά πλασμένος [7], μας εξηγεί γιατί το να δώσει κάποιος μια κούκλα σε ένα κοριτσάκι, συνιστά πλέον «σεξισμό»: βασιζόμενος στο βιολογικό φύλο, αποδίδει στο κοριτσάκι μία ταυτότητα (και συνακόλουθα έναν κοινωνικό ρόλο), την οποία το ίδιο δεν την έχει επιλέξει. Έχουμε εδώ –συμπληρώνει η Λεβέ– μία εξέλιξη παρόμοια με την πολύπαθη έννοια του ρατσισμού: Στις Η.Π.Α. θεωρείται πια ρατσιστική η απόδοση σε κάποια εθνοτική ομάδα οποιουδήποτε συλλογικού χαρακτηρισμού, ακόμη και θετικού.


Γονέας 1 και 2
Αν η διάκριση σε άνδρες και γυναίκες δεν είναι πλέον επιθυμητή, το ίδιο ισχύει προφανώς και για τα αντίστοιχα πρότυπα του πατέρα και της μητέρας. Αυτή η πλευρά της συζήτησης είναι που εισάγεται με το αίτημα των ομοφύλων ζευγαριών να υιοθετούν παιδιά. Ο Γιάννης Παπαμιχαήλ [8], αναρωτιέται: «Χρειάζονται τέτοιες ταυτότητες φύλου και τέτοια πρότυπα στους ‘‘χειραφετημένους από όλα τα στερεότυπα’’ μελλοντικούς πολίτες;» και απαντά:
«Θα λέγαμε, καταρχάς, ότι, σύμφωνα με τους αξιακούς κανόνες του μεταμοντέρνου δικαιωματισμού, κάθε ιδέα πρώιμης εγχάραξης αξιών, προτύπων, συχνά ακόμα και γνώσεων στο παιδί από την κοινωνία των ενηλίκων τείνει πλέον να θεωρείται από τους αναρχοφιλελεύθερους ως πράξη αυταρχική, που αντιβαίνει στα «φυσικά δικαιώματα» αυτοκαθορισμού του καθενός. Το φύλο, νοούμενο όχι ως βιολογικώς οριζόμενη πραγματικότητα αλλά ως προτίμηση κοινωνικού ρόλου που «οφείλει να επιλέγεται ελεύθερα και συνειδητά από τα άτομα», εμπίπτει, σύμφωνα με τους παραπάνω ισχυρισμούς, σε αυτά τα ατομικά, νομικά δικαιώματα. Κατά συνέπεια, παρόμοια πρότυπα φύλου κρίνονται κατά βάθος ως «παιδαγωγικώς ακατάλληλα» για τις ταυτότητες των πολιτών του μέλλοντος…»


Διαγράφοντας το παρελθόν
Οι οπαδοί της θεωρίας του φύλου λησμονούν πως η διάκριση των ανθρώπων σε άνδρες και γυναίκες, θεμελιώδης σταθερά όλων των πολιτισμών στην παγκόσμια ιστορία, εισάγει κάθε άνθρωπο σε ένα βασικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του: την έλλειψη. Τα δύο φύλα είναι συμπληρωματικά και ως τέτοια διορθώνουν την «ατέλεια» του κάθε ξεχωριστού ατόμου. Έτσι αντιμετώπιζαν τον θεσμό του γάμου οι παλαιότεροι πολιτισμοί: ως μια ολοκλήρωση/τελείωση δύο ατελών ανθρώπων. Η Μπερενίς Λεβέ στέκεται ιδιαίτερα στην ευκολία με την οποία η θεωρία του φύλου διαγράφει το σύνολο της ανθρώπινης εμπειρίας:
«Δεν υπάρχει τίποτα το πιο θεμιτό, προφανώς, από το να θέλει κανείς να απελευθερώσει το πνεύμα από τις προκαταλήψεις που το πνίγουν, δεν υπάρχει όμως εδώ ο κίνδυνος να εξομοιωθούν όλα όσα σκέφτηκαν άλλοι, πριν από μας, με τις προκαταλήψεις; Ερχόμενη από μια άλλη χρονική πλευρά, αυτή η συμβολική τάξη, αυτή η κληρονομιά που μας δόθηκε, βρίσκεται πολύ γρήγορα επανανοηματοδοτημένη ως προκατάληψη και μας καλούν να την ξεφορτωθούμε σαν ενοχλητικό βάρος. Χωρίς αμφιβολία, αυτό που εννοούμε με το αρσενικό και το θηλυκό περιλαμβάνει πολλά πράγματα από αυτό που ο Κορνήλιος Καστοριάδης ονόμαζε κοινωνικό φαντασιακό, όμως δεν γίνεται να αποκόβουμε έτσι τα άτομα, και κυρίως τα παιδιά, τους νεοαφιχθέντες, από τη συγκεκριμένη συλλογικότητα, στην οποία εισέρχονται και στην οποία καλούνται να συμμετέχουν. Προοδευτισμός και ατομικισμός συμπλέουν ολέθρια εδώ. Τι είναι ένα άτομο που θα πρέπει να διαμορφωθεί χωρίς κανένα δεδομένο, ούτε από τη φύση, ούτε από τον πολιτισμό;»
Φαίνεται πως ο κίνδυνος αυτός, αντί να προβληματίζει τους οπαδούς της θεωρίας του φύλου, μεγαλώνει ακόμη περισσότερο τον ενθουσιασμό τους. Είναι σύνηθες, πλέον, στους πιο ημιμαθείς από τους διανοούμενους, να βλέπουν το παρελθόν ως ένα ατελείωτο σκοτάδι, ως την «παιδική ηλικία» της ανθρωπότητας, την οποία, παρεμπιπτόντως, προορίζονται οι ίδιοι να… ενηλικιώσουν!

Μεταμοντέρνοι «Ροβινσώνες»
Αν λοιπόν βάλλεται η βασική πολιτισμική σταθερά της διάκρισης των ανθρώπων σε άνδρες και γυναίκες, είναι γιατί έρχεται σε αντίθεση με την προμηθεϊκή απαίτηση του αγοραίου φιλελευθερισμού να πλάσει ένα άτομο αυτοτελές, αυτόνομο και αυτάρκες. Ο φιλελευθερισμός ξεπέρασε πρώτα το άγχος της κοινωνίας: οι συλλογικές ταυτότητες –τοπικές, εθνικές, θρησκευτικές, κοινωνικές– δεν μπορούν πια να νοηθούν παρά μόνον ως πηγή καταπίεσης. «Δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άνδρες, γυναίκες και οικογένειες», είχε δηλώσει κάποτε η Μάργκαρετ Θάτσερ, σε μια εμβληματική φράση που συμπυκνώνει τη φιλοσοφική βάση του φιλελευθερισμού. Η θεωρία του φύλου συνεχίζει ένα βήμα παραπέρα: Δεν υπάρχουν ούτε άνδρες, ούτε γυναίκες, ούτε οικογένειες. Υπάρχουν μόνον άτομα.
Από εκεί και πέρα, ο δρόμος είναι ανοιχτός σε αυθαιρεσία. Κάποιος ακτιβιστής στην Ελλάδα επιθυμεί να αντιμετωπίζεται ως άτομο χωρίς φύλο και χρησιμοποιεί για τον εαυτό του την ουδέτερη αντωνυμία, το. Κάποια γυναίκα στην Αγγλία θέλησε να παντρευτεί ένα άλογο, κάποια άλλη ένα δέντρο. Στις Η.Π.Α. πολλοί άνδρες –ισχυρής, φαίνεται, αυτοεκτίμησης– δεν νιώθουν άνετα με την ταυτότητα του …ανθρώπου και επιθυμούν να αναγνωρίζονται ως σκύλοι ή γάτες. Αν αναφέρουμε αυτές τις ακραίες (και γι’ αυτό γελοιογραφικές) παρεκτροπές της θεωρίας του φύλου, δεν το κάνουμε χάριν προσβολής ή κοροϊδίας, αλλά επειδή, μέσα στην υπερβολή τους, αποκαλύπτουν πιο καθαρά τον ψυχολογικό πυρήνα της θεωρίας αυτής: Ο σύγχρονος άνθρωπος νιώθει μια ολοένα εντεινόμενη δυσφορία από το γεγονός ότι υπάρχουν πλευρές της προσωπικότητάς του που δεν τις έχει επιλέξει. Δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την προφανή αλήθεια που μας υπενθυμίζει ο Ευ. Κοροβίνης:
«Η προσωπικότητα δεν είναι κάτι το αυστηρά ατομικό, ούτε κάτι το αποκλειστικά κοινωνιογενές. Διαμορφώνεται ως συμβολή προσωπικής και κοινωνικής ενέργειας. Είναι προϊόν συνέργειας δύο υποστατικών πηγών διαφορετικής τάξης: της προσωπικής και της κοινωνικής. Τόσο αλληλένδετη είναι, μάλιστα, η συμβολή των δύο ετερογενών ενεργειών, ώστε να είναι αδύνατον να διαχωρίσω μέσα στην προσωπικότητά μου αυτό που είναι «δικό» μου από αυτό που είναι «ξένο».
Φαίνεται πως, για πολλούς, η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας αυτής είναι ψυχολογικά αφόρητη.
Ο σύγχρονος μηδενισμός του συρμού, λοιπόν, έχει αναλάβει ένα τιτάνιο, αλλά ταυτόχρονα παράλογο και ανέφικτο πρόγραμμα: τη διαγραφή όλων αυτών των «μη επιλέξιμων» στοιχείων της προσωπικότητας, την αποδόμηση κάθε «κανονικότητας», την απορρύθμιση των συλλογικών υποκειμένων και όσων τα συνέχουν. Ας μην μας προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, αν κάποιοι «προοδευτικοί» δεν βλέπουν με καλό μάτι το αίτημα των ομοφυλοφίλων να αναγνωριστεί το δικαίωμά τους στον γάμο. Στόχος εδώ είναι ο ίδιος ο θεσμός του γάμου – πώς μπορούν οι ομοφυλόφιλοι να τον επιθυμούν; Όφειλαν, για να είναι πολιτικά ορθοί και πολιτικά χρήσιμοι, να βλέπουν πιο πέρα: Να επιθυμούν την αποδόμηση του θεσμού αυτού και όχι τη διεύρυνσή του, ώστε να περιλάβει και τους ίδιους [9].


Ο ρευστός άνθρωπος
Η κρίση της οικογένειας μπορεί και πρέπει να ιδωθεί ως κρίση των ανθρώπινων σχέσεων και ως αδυναμία ή απροθυμία του σύγχρονου ανθρώπου να διατηρήσει μακροχρόνιους δεσμούς και να επωμιστεί τις ευθύνες που απορρέουν από αυτούς. Ο δεσμός βιώνεται ως δεσμά. Το παράλληλο αυτής της ψυχολογικής στάσης είναι ασφαλώς οι νέες εργασιακές συνθήκες της απορρυθμισμένης και παγκοσμιοποιημένης Αγοράς. Αναλώσιμοι υπάλληλοι, χωρίς σταθερό χώρο και αντικείμενο εργασίας, συνεχώς μετακινούμενοι από τη μία δουλειά στην άλλη και από το ένα μέρος στο άλλο. Δεν έχουν πια «επάγγελμα», παρά μόνο «δεξιότητες». Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεσμοί κάθε είδους –οικογενειακοί, πολιτισμικοί, γεωγραφικοί– καθώς και κάθε συλλογική αναφορά συνιστούν ανεπιθύμητο βαρίδι.
Σε αυτή τη μακρά αλυσίδα αποκόλλησης του σύγχρονου ανθρώπου από οτιδήποτε τον καθόριζε στο παρελθόν, το φύλο έρχεται να αποτελέσει έναν ακόμη κρίκο. Ένα ακόμη σταθερό σημείο της ανθρώπινης προσωπικότητας που πρέπει να παραμεριστεί ώστε να διαμορφωθεί ο ευέλικτος «άνθρωπος χωρίς ιδιότητες», ο αυτόνομος από κάθε «ετεροκαθορισμό» καταναλωτής, που ορίζεται αποκλειστικά και μόνο από τις επιθυμίες του.
Δεν πρέπει, λοιπόν, να μας εντυπωσιάζει η ταχύτητα με την οποία θρονιάστηκε η «θεωρία του φύλου» στην ακαδημαϊκή μας κοινότητα. Τούτο δεν οφείλεται στην εγκυρότητα των επιχειρημάτων της –η επιρροή της θεωρίας αυτής στις σχετικές επιστήμες της ιατρικής και της βιολογίας είναι μηδενική–, αλλά στη συμβατότητά της με την τρέχουσα ιδεολογία του παγκοσμιοποιημένου καταναλωτικού πολιτισμού μας.
Είναι προφανές εδώ ότι η πολιτισμική πλευρά της φιλελεύθερης ιδεολογίας λειτουργεί συμπληρωματικά προς την οικονομική της, όσο κι αν οι εκπρόσωποι των δύο εμφανίζονται να καταλαμβάνουν τις δύο αντίθετες πλευρές του πολιτικού φάσματος. Πολύ συχνά, οι νέες ιδέες και οι νέες τάσεις, όσο «προοδευτικές» και «επαναστατικές» κι αν παρουσιάζονται, δεν είναι παρά μια απλή προσαρμογή στις επιταγές της ελεύθερης οικονομίας της Αγοράς. Εδώ βλέπουμε βέβαια και την αδυναμία των συντηρητικών, που αποστρέφονται τις νέες αυτές ιδέες και τάσεις, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν το οικονομικό και πολιτικό σύστημα που τις γεννάει. Ο Κρίστοφερ Λας, στο άρθρο του «Ποιο είναι το σφάλμα της Δεξιάς;» [10] καταπιάνεται με αυτήν ακριβώς την ανακολουθία. Ας δούμε ένα από τα παραδείγματα που παραθέτει:
«Για τριάντα χρόνια, περιοδικά όπως το Playboy παρακινούν τους άνδρες να θεωρούν τους εαυτούς τους όχι ως στυλοβάτες της οικογένειας, αλλά ως συβαρίτες, εραστές, βιρτουόζους του σεξ και του στυλ – με λίγα λόγια, ως πλεϋμπόι. Η ιδέα ότι οι άνδρες έχουν υποχρέωση να στηρίξουν τη γυναίκα και την οικογένειά τους μπήκε στο στόχαστρο όχι από φεμινιστές διανοούμενους ή γραφειοκράτες της κυβέρνησης αλλά από τον Χιου Χέφνερ (ιδρυτή του περιοδικού Playboy) και άλλους υποστηρικτές του καταναλωτισμού.
Είναι η λογική του καταναλωτισμού που υπονομεύει τις αξίες της αφοσίωσης και της διάρκειας και προωθεί ένα σύνολο από άλλες αξίες, καταστροφικές όχι μόνο για την οικογενειακή ζωή.»
Δεν είναι να απορεί κανείς που, όταν πέθανε πρόσφατα ο Χιού Χέφνερ, χαιρετίστηκε από μερίδα των αμερικανικών Μ.Μ.Ε. ως… υπέρμαχος της γυναικείας απελευθέρωσης! [11]

Ένας αλλόκοτος πουριτανισμός
Μετά από όλα αυτά, θα περίμενε κανείς στις δυτικές κοινωνίες μια έκρηξη σεξουαλικότητας και ηδονισμού. Παραδόξως συμβαίνει το αντίθετο. Από τη μία, οι νέοι άνθρωποι δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αναπτύξουν υγιείς σχέσεις. Η ανασφάλεια, η κατάθλιψη και η μοναξιά θριαμβεύουν. Από την άλλη, δυναμώνουν διαρκώς οι φωνές που ζητούν την περιστολή του ερωτικού παιχνιδιού. Στις Η.Π.Α., π.χ., η έννοια της «σεξουαλικής επίθεσης» έχει φτάσει πλέον να περιλαμβάνει ακόμη και τα κοπλιμέντα. Στη Γαλλία συζητείται η ποινικοποίηση του φλερτ (καθώς θεωρείται πια μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης) και ακόμη και στη συνήθως «καθυστερημένη» Ελλάδα, δεν σπανίζουν τέτοιοι αφορισμοί.
Απ’ ό,τι φαίνεται, για να φτάσουμε στο επιθυμητό ψυχολογικό προφίλ του ιδανικού καταναλωτή, δεν αρκεί να διογκωθούν και να αυτονομηθούν οι επιθυμίες του ατόμου. Πρέπει παράλληλα να ανασταλεί η ικανοποίησή τους. Η νεύρωση της υποταγής μας στις διαρκώς ανεκπλήρωτες επιθυμίες μας ταιριάζει περισσότερο στον σύγχρονο άνθρωπο, απ’ ό,τι μια ανέμελη ηδονική ζωή, που πλέον συναντάται περισσότερο στις τηλεοπτικές διαφημίσεις παρά στον πραγματικό κόσμο. Ο ναρκισσισμός του σύγχρονου ατόμου συναντά τον ηδονισμό των ΜΜΕ και του μάρκετινγκ και στη συνέχεια πέφτει στον τοίχο ενός ιδιότυπου νεο-πουριτανισμού. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο το γεγονός ότι οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται όλο και πιο δύσκολες. Σαν λύση απελπισίας, δεν λείπουν πλέον οι περιπτώσεις νέων ανθρώπων που, μέσα στο χάος του σύγχρονου πολιτισμού, επιλέγουν την αποχή από τον έρωτα ως ένα ασφαλέστερο ψυχολογικά καταφύγιο…
O Ευ. Κοροβίνης συμπληρώνει:
«Η έμμονη ιδέα με τη σεξουαλικότητα και τις τροπές της αποτελεί ένδειξη υποκειμένων αποξενωμένων και χωρίς γέφυρες και δεσμούς με τους άλλους ανθρώπους. Ο έρωτας όμως, που μπορεί να οδηγήσει σε ψυχική και σωματική κυοφορία, αποτελεί μία από τις βάσεις για την υπέρβαση του διαβρωτικού φαντασιακού ατομικισμού, που χαρακτηρίζει τη νέα εποχή.»
Εδώ έρχεται πάλι ο Κρίστοφερ Λας να μας υπενθυμίσει κάτι που συχνά παραβλέπουμε: Η θαυμαστή ποικιλία των σημερινών εναλλακτικών μορφών οικογένειας δεν είναι πάντα προϊόν ελεύθερης επιλογής, όπως θα το ήθελε μια ορισμένη φιλελευθεριάζουσα αντίληψη, αλλά, αντιθέτως, αποτελεί ένα δυστυχές σύμπτωμα της κατάρρευσης του θεσμού της οικογένειας. Οι μονογονεϊκές οικογένειες, τα ζευγάρια που χωρίζουν όχι λόγω έλλειψης έρωτα αλλά λόγω της αδυναμίας τους να αναλάβουν τις ευθύνες που συνεπάγεται μια οικογένεια, η τεχνητή γονιμοποίηση λόγω αδυναμίας εύρεσης συντρόφου, οι έφηβοι που αδυνατούν να προσεγγίσουν το αντίθετο φύλο: Όχι, δεν μιλάμε για κάποιον ευτυχή πλουραλισμό, αλλά για την εξάρθρωση των ανθρώπινων σχέσεων και δεσμών.


Μετάνθρωπος
Όπως παρατηρεί η Μπερενίς Λεβέ, μισό και πλέον αιώνα μετά τη σεξουαλική απελευθέρωση, οι άνδρες εξακολουθούν να στελεχώνουν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα το Πυροσβεστικό Σώμα, ενώ οι γυναίκες επιμένουν να επιθυμούν να γοητεύσουν. Δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να αποδώσει το γεγονός αυτό στην υποτιθέμενη απροθυμία των ανθρώπων για αλλαγή και πρόοδο. Η πραγματικότητα του φύλου δεν αναιρείται. Παράλληλα, βέβαια, δεν αναιρείται και η πραγματικότητα των παρεκκλίσεων από τον κανόνα, στον τρόπο που αποδέχεται καθείς το σώμα του, και στις ιδιαίτερες προτιμήσεις του. Ούτε επιτρέπεται να αμφισβητηθεί ο δρόμος που έχει διανυθεί τις τελευταίες δεκαετίες στο θέμα της ισοτιμίας των δύο φύλων και του σεβασμού της προσωπικής ζωής του καθενός. Αλλά εδώ δεν έχουμε απλώς μια συζήτηση περί σεξουαλικότητας. Είμαστε στο σημείο που πρέπει να δούμε το πώς αντιμετωπίζει ο πολιτισμός μας το άτομο, την κοινωνία, την ίδια τη φύση. Η επιχειρούμενη πλήρης εξατομίκευση του προσώπου, η χειραφέτησή του από κάθε προσδιορισμό και ταυτότητα καταλήγει λογικά και στην προσπάθεια χειραφέτησης από την ίδια τη φύση.
Η τεχνολογία ήδη προσφέρει τα μέσα: Η ευγονική, το ανεκπλήρωτο όνειρο κάθε σύγχρονου ολοκληρωτισμού, βρίσκεται προ των πυλών. Στο σημείο αυτό ο άνθρωπος είναι έτοιμος να περάσει το κατώφλι του μετανθρώπου και να μπει στην εποχή του τεχνολογικού προκαθορισμού, με όλες τις μορφές επέμβασης, μετάλλαξης και ελέγχου που μπορεί να προσφέρει η τεχνολογία, να δικαιολογήσει η ιδεολογία και να υπομείνει ο ανθρώπινος ψυχισμός.
Σε αυτό το –όχι και τόσο φουτουριστικό πια– πλαίσιο εντάσσει τη θεωρία του φύλου και ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ [12]. Ορίζοντας τον μετανθρωπισμό ως την επιθυμία παραγωγής ενός νέου ανθρώπου, βλέπει στη θεωρία του φύλου μία ακόμη επιθυμία κατάργησης της φύσης. Μια άρνηση της πραγματικότητας, που «εντάσσεται στο πρόγραμμα ολοκληρωτικής εμπορευματοποίησης του κόσμου».


Επίλογος
Η θεωρία του φύλου έχει λάβει πια τη θέση της στον σκληρό πυρήνα της κατεστημένης ιδεολογίας. Από την άλλη, ο ριζική της αντίθεση όχι μόνο στην επιστήμη αλλά και στην ίδια την ανθρώπινη εμπειρία την καθιστά προς το παρόν ένα «εξωτικό φρούτο»: η δημοφιλία της περιορίζεται στον στενό κύκλο της ακαδημαϊκής διανόησης και στο τμήμα εκείνο των μορφωμένων των ανώτερων στρωμάτων που έχουν ως βασικό μέσο αυτοεπιβεβαίωσης την αντιπαράθεσή τους με το αίσθημα και τις αξίες των λαϊκών τάξεων. Η περιορισμένη αποδοχή της θεωρίας αυτής, όμως, δεν πτοεί τους οπαδούς της. Όπως, επίσης, δεν εμποδίζει την αργή αλλά σταθερή επιβολή της στην εκπαίδευση, τα πανεπιστήμια, τα Μέσα Ενημέρωσης. Μπροστά σε αυτόν τον «σύγχρονο ολοκληρωτισμό», λοιπόν, όπου «η ίδια η στοιχειώδης κοινή λογική τιθασεύεται από τη μεταφυσική της αέναης προόδου και οι αντιστάσεις στιγματίζονται συλλήβδην ως δείγματα αναχρονισμού, θρησκόληπτου σκοταδισμού ή φανατισμού» [13], ας ακούσουμε τη συμβουλή του Μισέλ Ονφρέ: «Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από την ευγενή και έντιμη πάλη ενάντια στις ηλιθιότητες που απειλούν κάποια μέρα να γίνουν νόμος!»

Νικόλας Δημητριάδης
νέος Ερμής ο Λόγιος

Σημειώσεις
1 Βλ. το άρθρο του «Για τις έμφυλες ταυτότητες και τις τροπές τους» στο παρόν τεύχος.
2 Βλ. Nancy Fraser, «Feminism, Capitalism and the cunning of history», New Left Review, 56, Mάρτ.Απρ. 2009.
3 Βλ. Judith Butler, «Merely Cultural», New Left Review, I/227, Ιαν.-Φεβ. 1998.
4 Σε κάθε περίπτωση, ο φεμινισμός μπορεί να πάρει πολλές μορφές, από το κίνημα κατά των βιασμών και τους γυναικείους συνεταιρισμούς στην Ινδία μέχρι τις αντάρτισσες του YPG και τα πειράματα αυτοδιοίκησης στη βόρεια Συρία. Ας μην εξαντλούμε, λοιπόν, την εικόνα που έχουμε γι’ αυτόν στα «gender studies» και τις αδρά αμοιβόμενες «ακτιβίστριες» των ΜΚΟ.
5 Από τις λέξεις Λεσβία, Ομοφυλόφιλος, Αμφιφυλόφιλος, Τρανς, Κουήρ, Ίντερσεξ.
6 Lesbian, gay, bisexual, transgender, queer, questioning, intersex, pansexual, two-spirited, androgynous, asexual.
7 Ένα εκτενές κεφάλαιο του βιβλίου αυτού, με τίτλο «Η πολιτική της θεωρίας του φύλου» περιλαμβάνεται στο παρόν τεύχος.
8 Στο άρθρο του «Μύθοι και στερεότυπα της ριζοσπαστικής πολιτικής ορθότητας» που περιλαμβάνεται στο παρόν τεύχος.
9 Με την ίδια λογική, και για τον ίδιο λόγο, δεν βλέπουν για παράδειγμα με καλό μάτι και τους τσιγγάνους που επιθυμούν να αναγνωρίζονται ισότιμα ως Έλληνες, ή τον Γιάννη Αντετοκούμπο που ποζάρει με την ελληνική σημαία. Στα μάτια τους, οι «ξένοι» οφείλουν να μάχονται την «εθνική ομοιομορφία» και όχι να επιθυμούν τη συμμετοχή τους σε αυτήν.
10 Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Ποιο είναι το σφάλμα της Δεξιάς; – Γιατί η Αριστερά δεν έχει μέλλον, που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις. Αποσπάσματα του βιβλίου παρατίθενται στη συνέχεια του παρόντος φακέλου.
11 Την υποτιθέμενη «σεξουαλική απελευθέρωση» αυτού του είδους πραγματεύεται διεξοδικά η Αριέλ Λεβί στο βιβλίο της Θηλυκές φαλλοκράτισσες: Οι γυναίκες και η ανερχόμενη κουλτούρα του ξέκωλου (εκδόσεις Κουκκίδα, 2011).
12 Βλ. τη συνέντευξή του στο περιοδικό Valeurs Actuelles, με τίτλο «Βιώνουμε ήδη έναν νέο ολοκληρωτισμό!», που δημοσιεύουμε στο παρόν τεύχος.
13 Βλ. το άρθρο του Γ. Παπαμιχαήλ στο παρόν τεύχος.


 http://ardin-rixi.gr/archives/214779

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου