του Χρήστου Γιανναρά
«Τα παιδιά να πηγαίνουν μία ώρα αργότερα το πρωί στο σχολείο»!
Ποιος να τολμήσει αντίρρηση ή κριτική στον λαϊκισμό της «διευκόλυνσης»; Πρόκειται για «εύρημα» ιδιοφυές, προεκλογικό μπουναμά άκρως εντυπωσιακόν. Δεν στοιχίζει τίποτα στο κράτος, ενώ φαντάζει σαν «προοδευτική ανοιχτομυαλιά».
Αν κάποιος ψελλίσει αμφισβήτηση της «λογικής» του «ευρήματος», αν θυμίσει τη μακροβιότατη πείρα παιδαγωγίας που αρνείται τις «διευκολύνσεις» (πείρα κοινωνιών που ονειρευόμαστε οι τριτοκοσμικοί να μπορούσαν τα παιδιά μας να σπουδάσουν εκεί), αν τολμούσε κάποιος να υπομνήσει τον «ασκητικό» χαρακτήρα της σπουδής, θα εισπράξει μόνο χλεύη και ρετσινιές.
Η κορυφαία ελευθερία της αυτοκυριαρχίας, η ασκητική των εθελούσιων αυτοπεριορισμών, δεν συνταιριάζει με την ηδονική κολακεία της ενστικτώδους ροπής προς τη ραστώνη.
Ο λαϊκισμός των «διευκολύνσεων» έχει ρημάξει το ελληνικό σχολειό τα τελευταία σαράντα τέσσερα χρόνια. Προσφέρει: άλλοτε λιγότερο χρόνο παραμονής στο σχολείο, άλλοτε κατάργηση κάθε αξιολόγησης ή σχετικοποίηση της βαθμολογίας. Κατασυκοφάντηση της αριστείας – άμιλλας ή υποκατάσταση του διαγωνίζεσθαι με παιγνιώδεις επιλογές: ποιο το σωστό – ποιο το λάθος. Αμετρη αύξηση (κωμική) των «επιτρεπόμενων» απουσιών ή και κατάργηση κάθε εποπτείας και κριτικής αξιολόγησης των διδασκόντων. Τέτοιου είδους «διευκολύνσεις» και άπειρες ανάλογες είναι ο «κοινός τόπος» εκπαιδευτικής πολιτικής όλων, μα όλων των ελλαδικών κυβερνήσεων και κομμάτων. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση της πολιτικής, όταν πρόκειται για την Παιδεία. Οι «διευκολύνσεις» συνιστούν την «προοδευτική» εκπαιδευτική πολιτική.
«Προοδευτική» πολιτική χαρακτηρίζεται στην Ελλάδα, τελεσίδικα, αυτή που διαμορφώνεται από την ιδεολογία του Ιστορικού Υλισμού – των μαρξιστών ή των «Αγορών». Ετσι, από το νηπιαγωγείο ώς και το διδακτορικό, η παιδεία στην Ελλάδα είναι χρηστική: Η ελλαδική οικογένεια στέλνει τα παιδιά της στο σχολείο, όχι για να έχουν είσοδο στην έμπρακτη κοινωνία της ζωής και της γνώσης, όχι για να μάθουν τη χαρά της συνύπαρξης, της φιλίας, τη χαρά να μοιράζονται, να γοητεύονται από το καινούργιο, να ψάχνουν το άγνωστο, να ανακαλύπτουν το μοναδικό. Τίποτε από αυτά. Το ελληνόπουλο πηγαίνει στο σχολείο για να εξασφαλίσει «εφόδια», «χρήσιμη μάθηση», τον «εξοπλισμό» με γνώση που εξασφαλίζει χρήματα, ευζωία. Να πάρει το παιδί, τελικά, ένα «χαρτί» που θα το γλιτώσει από τη χειρωναξία.
Ο Ιστορικός Υλισμός (των μαρξιστών ή των «Αγορών», το ίδιο κάνει) είναι, στο σημερινό Ελλαδιστάν, εκπαιδευτικός μονόδρομος. Ισως στη διαχείριση της Οικονομίας να παραλλάζουν (σπανιότατα) οι πρακτικές και να ξαφνιάζουν – κάποιες κοινωνικές ευαισθησίες του πρεσβύτερου Καραμανλή είχαν ξενίσει σαν «σοσιαλμανία»! Στην Παιδεία δεν παραλλάζει τίποτα, ποτέ – δεν τολμάει κανένας απόκλιση από τον μονόδρομο της χρηστικότητας και ωφελιμοθηρίας. Γι’ αυτό και δεν διέφεραν στην πολιτική τους η Γιαννάκου από τον Κακλαμάνη, ο Σουφλιάς από τον Αρσένη, ο Στυλιανίδης από τον Ευθυμίου. Ολοι ίδιο λάβαρο: τη χρησιμοθηρία.
Είναι η αιτία που παραμένουν ίδια πάντοτε και ανεπίλυτα τα εξευτελιστικά του εκπαιδευτικού μας «συστήματος» αδιέξοδα: Παγκόσμια αποκλειστικότητα, το φροντιστήριο να είναι το έργο και το σχολείο το πάρεργο. Η στείρα απομνημόνευση να υποκαθιστά την κριτική σκέψη. Στα πανεπιστήμια να στρατωνίζονται οι κομματικές νεολαίες, η χυδαιότητα των κομματικών συμφερόντων.
Παγιδευμένα στον ιστορικο-υλιστικό μονόδρομο της χρηστικότητας τα κόμματα, όλα, δεν σοκάρονται ούτε από το γεγονός ότι, εξόφθαλμα και προκλητικά, το σχολείο στην Ελλάδα ετοιμάζει βανδάλους. Με τον σουγιά, με το σπρέι, τον μαρκαδόρο, τη βαριοπούλα, το ελληνόπουλο καταστρέφει το σχολειό του, το πανεπιστήμιό του, τον αστικό περίγυρο, ανδριάντες, προτομές, ορθομαρμαρώσεις – κάθε τι «δημόσιο» που έμαθε να το θεωρεί εχθρικό, μισητό. Σαράντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Και κανένας ποτέ υπουργός Παιδείας, κανένα προεκλογικό πρόγραμμα κόμματος, κανένα κανάλι κρατικό ή ιδιωτικό δεν τόλμησε ποτέ το ερώτημα: Γιατί αυτή η ωμή βαρβαρότητα, γιατί, σε τόσο παρατεταμένο χρονικό διάστημα, τόσος αυτοκαταστροφικός μηδενισμός;
Τις πιο μακάβριες επιδόσεις νεκροφορίας τις διεκδικεί σήμερα ο Κώστας Γαβρόγλου. Η περίπτωσή του δεν συζητιέται, έχει αυτοεξαιρεθεί ακόμα και από το πεδίο τού από πεποίθηση ιστορικο-υλιστή ιδεολόγου, μοιάζει, όπως και ο Τσίπρας, ο εν ψυχρώ εκτελεστής εντολών. Η απίστευτη «κωλοτούμπα» που τους τίναξε από τη «ριζοσπαστική» (όχι οποιανδήποτε) «Αριστερά» στο ανθρωπολογικό είδος του λακέ των «Αγορών», με μοναδικό αντίδοτο λίγο διαρκέστερη ηδονή της εξουσίας, αυτή η μεταστροφή τούς έχει τελειώσει. Αν συντηρηθεί η αναφορά στο όνομά τους, θα είναι μόνο για να εικονογραφείται η εμπειρική πιστοποίηση ότι ο Ιστορικός Υλισμός είναι Ιανός διπρόσωπος.
Τελικά, το πιο απελπιστικό από όλα είναι ότι αυτή την πραγματικότητα καταδίκης σε πνιγμό της ελληνικής κοινωνίας ετοιμάζεται να τη διαιωνίσει νομοτελειακά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν έχει καμία αντιπρόταση για την Παιδεία ούτε τολμάει να ψελλίσει ποιον, τελευταία στιγμή, θα ορίσει υπουργό.
Επιφυλλίδα του Χρήστου Γιανναρά στην εφημερίδα Καθημερινή στις 23/9/18
Ποιος να τολμήσει αντίρρηση ή κριτική στον λαϊκισμό της «διευκόλυνσης»; Πρόκειται για «εύρημα» ιδιοφυές, προεκλογικό μπουναμά άκρως εντυπωσιακόν. Δεν στοιχίζει τίποτα στο κράτος, ενώ φαντάζει σαν «προοδευτική ανοιχτομυαλιά».
Αν κάποιος ψελλίσει αμφισβήτηση της «λογικής» του «ευρήματος», αν θυμίσει τη μακροβιότατη πείρα παιδαγωγίας που αρνείται τις «διευκολύνσεις» (πείρα κοινωνιών που ονειρευόμαστε οι τριτοκοσμικοί να μπορούσαν τα παιδιά μας να σπουδάσουν εκεί), αν τολμούσε κάποιος να υπομνήσει τον «ασκητικό» χαρακτήρα της σπουδής, θα εισπράξει μόνο χλεύη και ρετσινιές.
Η κορυφαία ελευθερία της αυτοκυριαρχίας, η ασκητική των εθελούσιων αυτοπεριορισμών, δεν συνταιριάζει με την ηδονική κολακεία της ενστικτώδους ροπής προς τη ραστώνη.
Ο λαϊκισμός των «διευκολύνσεων» έχει ρημάξει το ελληνικό σχολειό τα τελευταία σαράντα τέσσερα χρόνια. Προσφέρει: άλλοτε λιγότερο χρόνο παραμονής στο σχολείο, άλλοτε κατάργηση κάθε αξιολόγησης ή σχετικοποίηση της βαθμολογίας. Κατασυκοφάντηση της αριστείας – άμιλλας ή υποκατάσταση του διαγωνίζεσθαι με παιγνιώδεις επιλογές: ποιο το σωστό – ποιο το λάθος. Αμετρη αύξηση (κωμική) των «επιτρεπόμενων» απουσιών ή και κατάργηση κάθε εποπτείας και κριτικής αξιολόγησης των διδασκόντων. Τέτοιου είδους «διευκολύνσεις» και άπειρες ανάλογες είναι ο «κοινός τόπος» εκπαιδευτικής πολιτικής όλων, μα όλων των ελλαδικών κυβερνήσεων και κομμάτων. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση της πολιτικής, όταν πρόκειται για την Παιδεία. Οι «διευκολύνσεις» συνιστούν την «προοδευτική» εκπαιδευτική πολιτική.
«Προοδευτική» πολιτική χαρακτηρίζεται στην Ελλάδα, τελεσίδικα, αυτή που διαμορφώνεται από την ιδεολογία του Ιστορικού Υλισμού – των μαρξιστών ή των «Αγορών». Ετσι, από το νηπιαγωγείο ώς και το διδακτορικό, η παιδεία στην Ελλάδα είναι χρηστική: Η ελλαδική οικογένεια στέλνει τα παιδιά της στο σχολείο, όχι για να έχουν είσοδο στην έμπρακτη κοινωνία της ζωής και της γνώσης, όχι για να μάθουν τη χαρά της συνύπαρξης, της φιλίας, τη χαρά να μοιράζονται, να γοητεύονται από το καινούργιο, να ψάχνουν το άγνωστο, να ανακαλύπτουν το μοναδικό. Τίποτε από αυτά. Το ελληνόπουλο πηγαίνει στο σχολείο για να εξασφαλίσει «εφόδια», «χρήσιμη μάθηση», τον «εξοπλισμό» με γνώση που εξασφαλίζει χρήματα, ευζωία. Να πάρει το παιδί, τελικά, ένα «χαρτί» που θα το γλιτώσει από τη χειρωναξία.
Ο Ιστορικός Υλισμός (των μαρξιστών ή των «Αγορών», το ίδιο κάνει) είναι, στο σημερινό Ελλαδιστάν, εκπαιδευτικός μονόδρομος. Ισως στη διαχείριση της Οικονομίας να παραλλάζουν (σπανιότατα) οι πρακτικές και να ξαφνιάζουν – κάποιες κοινωνικές ευαισθησίες του πρεσβύτερου Καραμανλή είχαν ξενίσει σαν «σοσιαλμανία»! Στην Παιδεία δεν παραλλάζει τίποτα, ποτέ – δεν τολμάει κανένας απόκλιση από τον μονόδρομο της χρηστικότητας και ωφελιμοθηρίας. Γι’ αυτό και δεν διέφεραν στην πολιτική τους η Γιαννάκου από τον Κακλαμάνη, ο Σουφλιάς από τον Αρσένη, ο Στυλιανίδης από τον Ευθυμίου. Ολοι ίδιο λάβαρο: τη χρησιμοθηρία.
Είναι η αιτία που παραμένουν ίδια πάντοτε και ανεπίλυτα τα εξευτελιστικά του εκπαιδευτικού μας «συστήματος» αδιέξοδα: Παγκόσμια αποκλειστικότητα, το φροντιστήριο να είναι το έργο και το σχολείο το πάρεργο. Η στείρα απομνημόνευση να υποκαθιστά την κριτική σκέψη. Στα πανεπιστήμια να στρατωνίζονται οι κομματικές νεολαίες, η χυδαιότητα των κομματικών συμφερόντων.
Παγιδευμένα στον ιστορικο-υλιστικό μονόδρομο της χρηστικότητας τα κόμματα, όλα, δεν σοκάρονται ούτε από το γεγονός ότι, εξόφθαλμα και προκλητικά, το σχολείο στην Ελλάδα ετοιμάζει βανδάλους. Με τον σουγιά, με το σπρέι, τον μαρκαδόρο, τη βαριοπούλα, το ελληνόπουλο καταστρέφει το σχολειό του, το πανεπιστήμιό του, τον αστικό περίγυρο, ανδριάντες, προτομές, ορθομαρμαρώσεις – κάθε τι «δημόσιο» που έμαθε να το θεωρεί εχθρικό, μισητό. Σαράντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Και κανένας ποτέ υπουργός Παιδείας, κανένα προεκλογικό πρόγραμμα κόμματος, κανένα κανάλι κρατικό ή ιδιωτικό δεν τόλμησε ποτέ το ερώτημα: Γιατί αυτή η ωμή βαρβαρότητα, γιατί, σε τόσο παρατεταμένο χρονικό διάστημα, τόσος αυτοκαταστροφικός μηδενισμός;
Τις πιο μακάβριες επιδόσεις νεκροφορίας τις διεκδικεί σήμερα ο Κώστας Γαβρόγλου. Η περίπτωσή του δεν συζητιέται, έχει αυτοεξαιρεθεί ακόμα και από το πεδίο τού από πεποίθηση ιστορικο-υλιστή ιδεολόγου, μοιάζει, όπως και ο Τσίπρας, ο εν ψυχρώ εκτελεστής εντολών. Η απίστευτη «κωλοτούμπα» που τους τίναξε από τη «ριζοσπαστική» (όχι οποιανδήποτε) «Αριστερά» στο ανθρωπολογικό είδος του λακέ των «Αγορών», με μοναδικό αντίδοτο λίγο διαρκέστερη ηδονή της εξουσίας, αυτή η μεταστροφή τούς έχει τελειώσει. Αν συντηρηθεί η αναφορά στο όνομά τους, θα είναι μόνο για να εικονογραφείται η εμπειρική πιστοποίηση ότι ο Ιστορικός Υλισμός είναι Ιανός διπρόσωπος.
Τελικά, το πιο απελπιστικό από όλα είναι ότι αυτή την πραγματικότητα καταδίκης σε πνιγμό της ελληνικής κοινωνίας ετοιμάζεται να τη διαιωνίσει νομοτελειακά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν έχει καμία αντιπρόταση για την Παιδεία ούτε τολμάει να ψελλίσει ποιον, τελευταία στιγμή, θα ορίσει υπουργό.
Επιφυλλίδα του Χρήστου Γιανναρά στην εφημερίδα Καθημερινή στις 23/9/18
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου