Διαβάζοντας τον Αύγουστο τις Καταστάσεις του Ζαν-Πωλ Σαρτρ, έπεσα πάνω
σε ένα κείμενο όπου ανέλυε με ενθουσιασμό το σκηνοθετικό ντεμπούτο του
Αντρέι Ταρκόφσκι. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να αναζητήσω ένα από τα
συγκλονιστικότερα αντιπολεμικά δράματα του παγκόσμιου κινηματογράφου. Με
τίποτα όμως δε περίμενα πως σε μία ταινία θα συναντούσα τόσα πολλά
πλάνα μαζεμένα, τα οποία σήμερα θεωρούνται από τα πιο ποιητικά κι
αριστουργηματικά της έβδομης τέχνης.
Η ιστορία μας πηγαίνει στο ανατολικό μέτωπο όπου ο Κόκκινος Στρατός
αμύνεται απέναντι στη ναζιστική επέλαση. Πρωταγωνιστής είναι ένα
δωδεκάχρονο παιδί
που έχασε τους γονείς του και γεμάτο οργή κι εκδίκηση
προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει τους αξιωματικούς να τον εντάξουν στο
στρατιωτικό σώμα. Οι Ρώσοι όμως για να τον σώσουν τον στέλνουν στα
μετόπισθεν για να ενταχθεί σε κάποιο ορφανοτροφείο ή σε μία στρατιωτική
σχολή. Ο μικρός όμως το σκάει κι επιστρέφει στο μέτωπο για να
συνεισφέρει στην άμυνα της πατρίδας του. Από τις λίγες πληροφορίες που
μας δίνονται, πιθανότατα να δρούσε ως κατάσκοπος ή ανιχνευτής,
βασίζοντας το χρησιμότητά του στην παιδική του τόλμη και την νεανική του
ταχύτητα. Όμως τα ίχνη του Ιβάν χάνονται, σε μία μυστική αποστολή που
γίνεται για να ξεκρεμάσουν δύο νεκρούς στρατιώτες, τους οποίους οι
Γερμανοί έχουν τοποθετήσει στην αντίπερα όχθη για να σπάσουν το ηθικό
των Ρώσων.
Το τέλος του πολέμου δηλώνεται με το χαρμόσυνο χτύπημα των καμπανών και
με μία σειρά συγκλονιστικών βίντεο ντοκουμέντων από το κατεστραμμένο
Ράιχσταγκ και το ισοπεδωμένο Βερολίνο. Αναζητώντας οι Ρώσοι αρχεία στα
δημόσια κτίρια, πέφτουν πάνω σε φακέλους όπου αναφέρουν τους
εκτελεσθέντες των ναζί. Εκεί ένας αξιωματικός που γνώριζε τον Ιβάν, θα
πέσει πάνω στη φωτογραφία του με την δήλωση πως απαγχονίστηκε.
Περπατώντας στα μπουντρούμια των θανατοποινιτών, θα προσπαθήσει να
αφουγκραστεί τα τελευταία λεπτά της ζωής του ηρωικού πιτσιρικά. Και σ'
αυτό το σημείο, ο δημιουργός μας φέρνει αντιμέτωπους με την ψυχρή
αίσθηση του θανάτου αλλά και με το θαύμα της ζωής που τόσο πολύ έχουμε
υποτιμήσει.
Ο Αντρέι Ταρκόφσκι παρουσιάζει με έναν άκρως πετυχημένο τρόπο, μία
υπέροχη ιστορία στην καρδιά ενός φρικαλέου πολέμου. Η ζωή του Ιβάν μας
περιγράφεται μέσα από όνειρά του και τους διαλόγους με τους συντρόφους
του. Σε ένα από αυτά τα όνειρα μαθαίνουμε τον τρόπο με τον οποίο οι
γονείς του δολοφονήθηκαν από τους Γερμανούς ενώ ο ίδιος γλίτωσε επειδή
βρισκόταν μέσα σε ένα πηγάδι. Επίσης μέσα από τους εφιάλτες του
μαθαίνουμε πως βασανίστηκε από τους ναζί κάτι που επιβεβαιώνεται κι από
την ουλή που έχει στην πλάτη, για την οποία δε θέλει να μιλήσει αλλά κι
από την οργή που βγάζει πάνω σε ένα κρεμασμένο παλτό πιθανότατα κάποιου
Γερμανού αιχμαλώτου.
Αυτό όμως που δε μαθαίνουμε είναι για τον πατέρα του, ο οποίος δεν
εμφανίζεται στα όνειρά του, κάτι που αφήνει υπόνοιες πως πιθανότατα να
είναι ένας από τους αξιωματικούς που τον φροντίζουν. Η υποψία μου αυτή
έγινε εντονότερη, σε μία σκηνή μέσα στο αμάξι που επισημαίνουν με
αυστηρό ύφος στον Ιβάν πως θα τον στείλουν σε στρατιωτική σχολή, με τον
μικρό να αντιδρά έντονα φωνάζοντας σε έναν (αν θυμάμαι καλά το όνομά του
ήταν Κόλιν) πως δεν του επιτρέπει να τον διατάζει σαν να είναι ο
πατέρας του, με τον αξιωματικό να τον κοιτάει στη συνέχεια συμπονετικά
μέσα από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου.
Παρ' όλο που ο κύριος κορμός της ταινίας βασίζεται στην τόλμη του Ιβάν
και στη γεμάτη μίσος κι οργή ψυχή του που ζητάει εκδίκηση για τον χαμό
των δικών του, η ταινία θεωρείται ως μία από τις σπουδαιότερες
αντιπολεμικές ταινίες στην παγκόσμια ιστορία του κινηματογράφου, κάτι
που προσφέρεται μέσα από άκρως ποιητικές σκηνές.
Μία απ' αυτές είναι η συνάντηση του Ιβάν με έναν ηλικιωμένο στα
χαλάσματα του σπιτιού του. Ο γέρος περιφέρεται μέσα στα αποκαΐδια
κρατώντας ένα κάδρο κι έχοντας δεμένο έναν κόκορα. Κοιτάει γύρω του με
πόνο κι επαναλαμβάνει πως μόνο ο φούρνος κι η καμινάδα έμειναν όρθια.
Μόλις δει τον μικρό, ζητάει τη βοήθειά του να βρουν μαζί ένα καρφί για
να κρεμάσει το κάδρο διότι από στιγμή σε στιγμή θα επιστρέψει η γυναίκα
του. Όταν όμως τον ρωτάει για τους γονείς του και μαθαίνει πως
εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, εκεμυστηριεύεται στον μικρό πως ήταν
παρών στη δολοφονία της γυναίκας του. Μια από τις πιο σπαρακτικές
αντιπολεμικές σκηνές που έχω παρακολουθήσει.
Επίσης ανατριχιαστική ήταν η στιγμή που στα μπουντρούμια ενός ναζιστικού
κολαστηρίου ακούγεται ηχητικά η εκτέλεση του Ιβάν. Ο Αντρέι Ταρκόφσκι
παραχωρεί στον θεατή τον χώρο δράσης και τον αφήνει μόνο με φωνές κι ήχο
για να φανταστεί ο καθένας ελεύθερα μία φρικαλεότητα που είναι δύσκολο
να αποτυπωθεί σε εικόνα.
Στον θάνατο του πολέμου, ο δημιουργός απαντάει με τη ζωντάνια μιας
χαμένης παιδικότητας. Έτσι έχουμε δύο όψεις του Ιβάν. Από την μία
παρακολουθούμε τη σκυθρωπή και βρώμικη εικόνα του μέσα στα χαρακώματα κι
από την άλλη την λαμπρή και χαμογελαστή του διάθεση σε διάφορες στιγμές
παιδικής αφέλειας όπως πάνω στην καρότσα ενός φορτηγού όπου προσφέρει
ένα μήλο σε ένα κοριτσάκι κάτι που δημιουργεί μία αντιστροφή στο ρόλο
Αδάμ κι Εύας. Κάπως έτσι δηλώνεται η έξοδος των παιδιών του πολέμου από
τον παράδεισο της παιδικότητάς τους κι αποτυπώνεται με την προβολή του
τοπίου σε αρνητικό φιλμ. Αλληγορική κι η σκηνή που τα μήλα ξεχύνονται
πίσω από το καρότσι και γίνονται τροφή στα άλογα που περιφέρονται
αμέριμνα στο τοπίο. Το ίδιο όμορφη η στιγμή που ακολουθεί μετά την
συγκλονιστική αποκάλυψη της εκτέλεσης του μικρού, όπου ο σκηνοθέτης τον
δείχνει να παίζει αμέριμνος σε μια όχθη κι έπειτα να τρέχει με μία
αίσθηση απόλυτης ελευθερίας πάνω στα ρηχά νερά. Η χαμένη λοιπόν
παιδικότητα ενός προσώπου.
Εντυπωσιακή σκηνή όμως ήταν κι αυτή στα χαλάσματα μιας εκκλησίας όπου
μες στο σκοτάδι φωτίζονται τα φωτοστέφανα της Παναγιάς και του Χριστού. Ο
φακός εστιάζει στα μάτια των δυο προσώπων ενώ στο βάθος ακούγονται
εκρήξεις και πυροβολισμοί.
Η ιστορία γλυκαίνει με ένα ερωτικό σκίρτημα στην καρδιά του πολέμου το
οποίο εκδηλώνεται με ένα από τα ομορφότερα φιλιά του κινηματογράφου.
Αναφέρομαι στην παρακάτω σκηνή, της οποίας και δίνω περισσότερο κύρος,
έχοντας πλέον παρακολουθήσει την ταινία.
Όσον αφορά τις ερμηνείες, εντυπωσιάστηκα με το εκπληκτικό και πιστικό
παίξιμο του μικρού Νικολάι Μπουρλιάεφ. Από τις καλύτερες παιδικές
ερμηνείες που έχω παρακολουθήσει στον κινηματογράφο. Όμως κι οι
υπόλοιποι ηθοποιοί παίζουν εξαιρετικά αλλά δυστυχώς ο πιτσιρικάς τους
σβήνει με τη δικιά του παρουσία.
Ωστόσο είναι ιεροσυλία να μιλήσω για το σκηνοθετικό κομμάτι της ταινίας.
Ο Αντρέι Ταρκόφσκι πήρε τον κινηματογράφο και τον μετέτρεψε σε ποίηση.
Αυτό μόνο. Δε χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω.
Η ταινία εκτός του ότι είναι ένα κινηματογραφικό αριστούργημα, είναι
παράλληλα κι ένα ιστορικό ντοκουμέντο καθώς παρουσιάζονται αυθεντικά
πλάνα από την πτώση του Βερολίνου, τους πανηγυρισμούς των Σοβιετικών έξω
από το μισογκρεμισμένο Ράιχσταγκ, τα νεκρά σώματα της οικογένειας του
Γκέμπελ και το καβουρνιασμένο πτώμα του βασικού προπαγανδιστή των ναζί
κι ένα ακόμη πλάνο με μία οικογένεια ναζί αξιωματικού σκοτωμένη κι
εκείνον κρεμασμένο σε ένα άδειο δωμάτιο.
Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν είναι ένα σπάνιο διαμάντι κινηματογραφικού
νεορεαλισμού πλούσιο σε ποιητικές εικόνες που παραθέτουν το θαύμα της
ζωής και την εγκληματική φύση του πολέμου αλλά και μίας ελεγείας για τη
χαμένη παιδικότητα όσων παιδιών γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε εμπόλεμες
καταστάσεις.
Μία αξεπέραστη αντιπολεμική δημιουργία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου