.
Δεν είναι καθόλου κακό να μη γνωρίζει κανείς ένα θέμα, αρκεί να το δέχεται αναζητώντας σε άλλους τις απαντήσεις – είναι όμως εξαιρετικά επικίνδυνο να μην γνωρίζει πως δεν το γνωρίζει, ειδικά όταν πρόκειται για κάποιον πολιτικό, επειδή τότε οι ενέργειες του δεν καταστρέφουν μόνο τον ίδιο, αλλά ολόκληρη τη χώρα.
.
Άποψη
Το τελευταίο χρονικό διάστημα ιδρύονται
συνεχώς στην Ελλάδα νέα κόμματα, κινήματα, φορείς ή παρατάξεις, ορισμένα
από τα οποία συντάσσονται με τους παλαιότερους οπαδούς της δραχμής. Έτσι
το εθνικό νόμισμα δεν εκπροσωπείται πλέον μόνο από αριστερές πολιτικές
αντιλήψεις αλλά, επίσης, από δεξιές ή κεντρώες, αστικές και συντηρητικές.
Σύμφωνα με όλα
αυτά τα «κινήματα», κοινό χαρακτηριστικό ορισμένων εκ
των οποίων είναι η άγνοια της άγνοιας τους, ο βασικός ένοχος της
χρεοκοπίας της Ελλάδας είναι η Ευρωζώνη και το ευρώ – οπότε, εάν η χώρα
τολμούσε να το εγκαταλείψει υιοθετώντας τη δραχμή, θα έλυνε σε χρόνο
μηδέν τα προβλήματα της, επιστρέφοντας σε πορεία ανάπτυξης. Είναι όμως
αλήθεια έτσι;
Στα πλαίσια αυτά, έχοντας αναφερθεί ήδη στα προβλήματα της δραχμής (ανάλυση),
ιδίως στους αυθαίρετους ισχυρισμούς περί του ότι, μία χώρα μπορεί να
απλά να αρνηθεί μονομερώς την πληρωμή των χρεών της χωρίς συνέπειες (!),
θεωρούμε πως δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβανόμαστε. Πόσο μάλλον όταν, κατά την άποψη μας, το πρόβλημα της Ευρωζώνης δεν είναι το ευρώ, αλλά η πρωσική Γερμανία – κάτι που ισχύει για ολόκληρη της Ευρώπη, όπου δυστυχώς υποτιμάται σε πολύ μεγάλο βαθμό ο γερμανικός κίνδυνος.
Ειδικά όσον αφορά το ευρώ, θεωρούμε πως αποτελεί ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο για τις χώρες που το διαθέτουν, εάν υποχρεωθεί να εκλογικευθεί η Γερμανία, καθώς επίσης εάν διορθωθούν τα ελαττώματα του
– με την έννοια πως πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο
αποθεματικό νόμισμα, έχοντας μεγάλες πιθανότητες να καταλάβει κάποια
στιγμή την πρώτη θέση, λόγω των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων των
Η.Π.Α. και των αδυναμιών του δολαρίου.
Το γεγονός δε ότι, χαίρει της
εμπιστοσύνης όλων όσων συναλλάσσονται μαζί του, μεταξύ άλλων επειδή το
ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης είναι πλεονασματικό, ενώ τα
ελλείμματα του προϋπολογισμού της πολύ χαμηλά (γράφημα), χωρίς κινδύνους
υποτίμησης του αφού ο πληθωρισμός είναι χαμηλός, αυξάνει τη σημασία του
– την οποία κατανοούν όλοι όσοι γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι να επιβληθεί ένα νόμισμα χωρίς αντίκρισμα (Fiat money) στη σημερινή εποχή.
Επεξήγηση γραφήματος:
Εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης (γαλάζιες
στήλες, αριστερή κάθετος), σε σχέση με το έλλειμμα του προϋπολογισμού
(διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος).
.
Ανεξάρτητα όμως από τα παραπάνω, αυτό
που ενοχλεί όσον αφορά τους νέους σωτήρες της Ελλάδας είναι η άγνοια
τους σχετικά με τους κανόνες που διέπουν τη ρευστότητα μίας οικονομίας –
η αύξηση της οποίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ανάπτυξης. Εν
προκειμένω, όσο πιο απλοϊκά γίνεται, το συντριπτικά μεγαλύτερο
μέρος της ρευστότητας σε μία οικονομία (περί το 90%) δεν παρέχεται από
τις κεντρικές τράπεζες, αλλά από τις εμπορικές – οι οποίες δημιουργούν χρήματα από το πουθενά με την έγκριση δανείων προς τους πελάτες τους, έναντι υλικών εγγυήσεων.
Ως εκ τούτου, η υπαγωγή της χώρας στο πρόγραμμα αγοράς παγίων της ΕΚΤ (QE) θα ωφελήσει ελάχιστα την πραγματική οικονομία – βοηθώντας μόνο τις τράπεζες, καθώς επίσης το δημόσιο που δανείζεται από αυτές και κάποιες μεγάλες επιχειρήσεις του ΣΕΒ.
Η ρευστότητα
Περαιτέρω, η παροχή ρευστότητας από τις εμπορικές τράπεζες εξαρτάται από την ύπαρξη αξιόχρεων οφειλετών – νοικοκυριών
δηλαδή και επιχειρήσεων που είναι υγιείς, διαθέτουν τις απαιτούμενες
εγγυήσεις και είναι σε θέση να επενδύσουν σε κερδοφόρα εγχειρήματα, για να μπορούν να επιστρέφουν τα δάνεια τους (η
ρευστότητα είναι ανάλογη με το ΑΕΠ μίας οικονομίας, εάν δεν θέλει
κανείς να προκληθεί πληθωρισμός – οπότε όταν μειώνεται το ΑΕΠ μειώνεται
και η ρευστότητα).
Σε μία χώρα όμως που (α) ο ιδιωτικός
τομέας της είναι υπερχρεωμένος, άρα μη υγιής (β) οι εγγυήσεις, όπως για
παράδειγμα τα ακίνητα έχουν χάσει πάνω από το 50% της τιμής τους, καθώς
επίσης (γ) η ζήτηση μειώνεται συνεχώς, ενώ υπάρχει ανεκμετάλλευτο παραγωγικό δυναμικό, οπότε δεν υφίστανται κερδοφόρα εγχειρήματα,
η παροχή δανείων είναι αδύνατη – οπότε η αύξηση της ρευστότητας επίσης.
Επομένως, αυτό που προηγείται είναι η επίλυση των συγκεκριμένων
προβλημάτων – ακόμη και αν υποθέσουμε πως οι εμπορικές τράπεζες είναι
υγιείς.
Οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες όμως δεν είναι υγιείς, ούτε θα γίνουν με την υπαγωγή τους στο QE – όπως άλλωστε φάνηκε από τη χρεοκοπία της πέμπτης μεγαλύτερης ισπανικής τράπεζας, η οποία πουλήθηκε έναντι 1 € στην πρώτη (Santander) για να μην κλείσει, προκαλώντας τεράστιες ζημίες στους μετόχους και ομολογιούχους της.
Ειδικότερα, η κεφαλαιακή τους επάρκεια,
σύμφωνα με την οποία για να θεωρούνται υγιείς θα πρέπει τα κεφάλαια τους
να είναι στο 10% των δανείων τους, όπου όμως τα κόκκινα δάνεια μειώνουν αμέσως τα τραπεζικά κεφάλαια, είναι κάτι περισσότερο από προβληματική.
Με δεδομένο δε το ότι, τα ίδια κεφάλαια
τους είναι τοποθετημένα σε κτίρια, μετοχές κοκ. για να παράγουν κέρδη,
οπότε δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα ή/και δεν τις συμφέρει να τα
ρευστοποιήσουν, χρησιμοποιούν τις καταθέσεις ως ρευστότητα – γεγονός που
σημαίνει πως όταν οι καταθέσεις μειώνονται συνεχώς, η κατάσταση τους
επιδεινώνεται, ενώ φυσικά κινδυνεύουν οι αποταμιεύσεις των Ελλήνων. Επομένως,
ακόμη και αν υπήρχαν αξιόχρεοι οφειλέτες στην Ελλάδα, πρόθυμοι και
ικανοί να επενδύσουν, δεν θα ήταν σε θέση να τους δανείσουν – άρα είναι αδύνατη η επιστροφή της χώρας σε ανάπτυξη.
Το χρέος
Συμπερασματικά λοιπόν είτε με ευρώ, είτε με δραχμή (η
οποία για να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων θα έπρεπε να είναι
υγιέστατη η οικονομία, με δίδυμα πλεονάσματα κοκ., κάτι που όμως
σημαίνει πως τότε θα ήταν βιώσιμη η χώρα και εντός του ευρώ), το νούμερο ένα εθνικό μας ζήτημα είναι το χρέος
– ενώ αμέσως μετά ακολουθεί η δημιουργία ζήτησης από το εσωτερικό, η
οποία απαιτεί δημόσιες επενδύσεις για να ακολουθήσουν οι ιδιωτικές, κάτι
που είναι αδύνατον επίσης λόγω του χρέους.
Εναλλακτικά θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί η χώρα τη ζήτηση του εξωτερικού, όπου όμως θα έπρεπε να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της – κάτι επίσης αδύνατο χωρίς τη διενέργεια επενδύσεων, οι οποίες δεν συνηθίζονται σε υπερχρεωμένες χώρες. Ως εκ τούτου, η επίκληση του εθνικού νομίσματος ως μαγικό ραβδί που θα έλυνε τα προβλήματα μας, είναι εκτός τόπου και χρόνου
– όπως επίσης η μονομερής άρνηση του χρέους η οποία, εάν ήταν τόσο
εύκολη, η απλή λογική μας διδάσκει πως θα την είχαν δρομολογήσει όλα τα
άλλα υπερχρεωμένα κράτη που μάλλον δεν είναι λιγότερο έξυπνα από εμάς.
Το ότι το νόμισμα δεν αρκεί για να λύσει κανείς τα μεγάλα προβλήματα μίας οικονομίας τεκμηριώνεται άλλωστε από πολλές άλλες χώρες που χρεοκόπησαν, παρά το ότι είχαν τα δικά τους νομίσματα
– οπότε δεν είναι σωστό να επιτρέπουμε σε αυτούς που έχουν δυστυχώς
άγνοια της άγνοιας τους να μας επηρεάζουν, παρά το ότι πιστεύουμε πως οι
προθέσεις τους είναι καλοπροαίρετες.
Για την Ιταλία βέβαια, στην οποία κανένα κόμμα δεν είναι τόσο ανόητο ώστε να αρνείται την ύπαρξη του χρέους ή να το χαρακτηρίζει επαχθές,
η επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα για να ανακτήσει την
ανταγωνιστικότητα της είναι λύση – επειδή μπορεί να μετατρέψει το
μεγαλύτερο μέρος των δανείων της σε λιρέτες, μη έχοντας υπογράψει κανένα
PSI,
οπότε να τα εξυπηρετεί με τη βοήθεια της εκτύπωσης χρημάτων και του
πληθωρισμού (κάτι που δεν είναι βέβαια καθόλου εύκολο, αλλά όχι
ανέφικτο).
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, υπάρχει ακόμη λύση στα προβλήματα μας (άρθρο ΒΒ), η οποία απαιτεί την αλλαγή νοοτροπίας εκ μέρους όλων μας –
κυρίως όμως τη σοβαρότητα, τη γνώση και την υπευθυνότητα από την πλευρά
των πολιτικών δυνάμεων της χώρας που δυστυχώς δεν τη βλέπουμε. Σε
κάθε περίπτωση, εάν η προσπάθεια δεν είναι εθνική, με την προθυμία
ανάληψης οποιουδήποτε ρίσκου, ακόμη και της δραχμής που δεν είμαστε
οπαδοί της, δεν πρόκειται να πετύχει – οπότε το μόνο που θα απέμενε τότε
θα ήταν η αναμονή μίας αιματηρής κοινωνικής εξέγερσης, η οποία θα
συμβεί νομοτελειακά όταν χάσουν οι Πολίτες τα πάντα, μαζί με τις
τελευταίες ουτοπικές τους ελπίδες.
Ίσως βέβαια προηγηθούν κάποιες μαζικές
διαμαρτυρίες εναντίον των Επιτηρητών (η λέξη «θεσμοί» είναι ντροπή να
χρησιμοποιείται για τους δανειστές), όπως η συλλογική μη κατάθεση των ετησίων φορολογικών δηλώσεων που διαπιστώνεται ήδη
– ένα ενδεχόμενο που ασφαλώς θα δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στους
Επιτηρητές, αφού θα μπορούσε πολύ εύκολα να υιοθετηθεί από τους Πολίτες
πολλών άλλων χωρών που υποφέρουν επίσης τα πάνδεινα, από τη ληστεία που
υφίστανται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου