.
Μία διαγραφή του χρέους θα πρέπει να συνδεθεί τουλάχιστον με την εγκατάλειψη της νομισματικής ένωσης για ένα χρονικό διάστημα – ενώ ένα εθνικό νόμισμα για την Ελλάδα έχει ρίσκα, αλλά αποτελεί ταυτόχρονα μία ελπιδοφόρα αλλαγή στρατηγικής για την Αθήνα.
.
«Αν δεχτούμε πως κάναμε πολλά λάθη στο παρελθόν, αν δεχτούμε πως εμείς χρωστάμε επειδή εμείς, άμεσα ή έμμεσα, κάναμε αυτά τα λάθη, αν δεχτούμε πως δεν είμαστε σε θέση να πληρώσουμε τα χρέη μας σήμερα, αλλά πρόθυμοι να το προσπαθήσουμε στο μέλλον, κυρίως όμως να διορθώσουμε τα λάθη μας, αν καταλάβουμε πως μας κυβερνάει ένα κόμμα που δεν είχε την παραμικρή ιδέα από τη διακυβέρνηση μίας χώρας όταν εκλέχθηκε, ούτε φυσικά χρήματα για να τα καταφέρει αλλά μόνο θηριώδη ψέματα και κενές υποσχέσεις, ενώ υπάρχουν δεκάδες Έλληνες κατά πολύ πιο επαρκείς, θα αρχίσουμε να βρίσκουμε το βηματισμό μας – επειδή η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη χώρα με πολύ ικανό ανθρώπινο δυναμικό, το οποίοόμως είναι δέσμιο τις τελευταίες δεκαετίες ενός ολιγαρχικού πολιτεύματος που κυριαρχείται από ανεπαρκή κόμματα, με αποτέλεσμα να έχει χάσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στη χώρα του.
Επειδή κυβερνάται από πολιτικές παρατάξεις που στηρίζονται στη δική τους διαφθορά, καθώς επίσης στη διαφθορά της δημόσιας διοίκησης εκ μέρους τους, του πελατειακού κράτους καλύτερα, εις βάρος ολόκληρης της υπόλοιπης κοινωνίας – συνεπικουρούμενες από διεφθαρμένα ΜΜΕ και διεφθαρμένους συνδικαλιστές που στραγγαλίζουν διαχρονικά, σε συνεργασία μαζί τους, την πρόοδο και την ανάπτυξη της χώρας, μέσα από την υγιή της επιχειρηματικότητα.Αν τα καταλάβουμε όλα αυτά και αν τα καταπολεμήσουμε όλοι μαζί, παύοντας να ενοχοποιούμε τους κακούς ξένους που απλά εκμεταλλεύονται στις αδυναμίες μας, χωρίς φυσικά κάτι τέτοιο να τους δικαιολογεί, θα βρούμε γρήγορα τις λύσεις – ενώ ασφαλώς θα υπάρξει μία ομάδα ικανών και έντιμων Ελλήνων που θα είναι σε θέση να οργανωθεί για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς να έχει καμία σχέση με το σημερινό πολιτικό της προσωπικό.Μία ομάδα που θα κυβερνήσει με ένα πρόγραμμα που θα συμβαδίζει με τις πραγματικές επιθυμίες της πλειοψηφίας των Ελλήνων και όχι με τα μνημόνια της καταστροφής, καθώς επίσης με την υπόσχεση ότι, μπορεί η σημερινή γενιά να υποφέρει, αφού τα λάθη πληρώνονται, αλλά τα παιδιά της θα ζήσουν σε μία καλύτερη Ελλάδα – σε μία Ελλάδα εθνικά κυρίαρχη που δεν θα την προσβάλλει, δεν θα τη λοιδορεί και δεν θα την εξευτελίζει κανείς, ούτε θα εξαρτάται από κανέναν» (ΒΒ).
.
Άποψη
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, η ευρωπαϊκή
έκδοση του αμερικανικού περιοδικού Politico δημοσίευσε πρόσφατα μία
συνέντευξη του ηγέτη των γερμανών φιλελευθέρων (πηγή), με τίτλο την απαίτηση του να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, παραμένοντας εντός της ΕΕ
– κάτι που δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς, αφού φαίνεται πως το κόμμα
του (FDP) θα εισέλθει ξανά στη Βουλή, ενώ θα συγκυβερνήσει μαζί με την
κυρία Merkel. Ειδικότερα, είπε σε ελεύθερη μετάφραση τα εξής:
«Δεν υπάρχει καμία λύση και καμία
πραγματική πρόοδος στο θέμα της Ελλάδας. Υπάρχει μόνο μία συμφωνία, έως
ότου περάσουν οι ομοσπονδιακές εκλογές. Αποτελεί περιφρόνηση του Κοινοβουλίου μας το γεγονός ότι, δεν θα ερωτηθεί ξανά. Οι
σημερινές πληρωμές προς την Ελλάδα δεν είναι σύμφωνες με τις
προϋποθέσεις, οι οποίες οδήγησαν τη Βουλή να τις εγκρίνει πριν από δύο
χρόνια – μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ με χρήματα.
Εάν η Ελλάδα δεν μπορεί να
εξυπηρετήσει τα χρέη της, όπως πιστεύει το ΔΝΤ, τότε θα πρέπει να είναι
ειλικρινής κανείς, ανεξάρτητα από τις εκλογές. Μία διαγραφή του χρέους θα πρέπει να συνδεθεί τουλάχιστον με την εγκατάλειψη της Ευρωζώνης για ένα χρονικό διάστημα. Ένα εθνικό νόμισμα για την Ελλάδα έχει ρίσκα, αλλά αποτελεί ταυτόχρονα μία ελπιδοφόρα αλλαγή στρατηγικής για την Αθήνα.
Οι υπουργοί οικονομικών της Ευρώπης
είχαν αποφασίσει άλλωστε την έξοδο της Ελλάδας το 2015 – έως ότου την
αναίρεσαν οι πρωθυπουργοί. Είναι αυτονόητο πως η Ελλάδα θα πρέπει να μείνει ταυτόχρονα εντός της ΕΕ. Για να συμβεί βέβαια αυτό θα πρέπει να αλλάξουν τα ευρωπαϊκά σύμφωνα.
Η βασική ιδέα είναι λοιπόν η εξής: Η
Ελλάδα εγκαταλείπει το ευρώ, αλλά παραμένει εντός της ΕΕ, λαμβάνοντας
στήριξη από την Κομισιόν. Τα χρήματα που θα παίρνει όμως δεν θα είναι
πια μεταμφιεσμένα σε δάνεια, τα οποία ίσως θα εξοφληθούν κάποτε. Θα είναι επιδοτήσεις που δεν θα πρέπει να πληρωθούν πίσω –
οι οποίες θα διατίθενται αναγκαστικά για επενδύσεις στις υποδομές, στις
μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στον εκσυγχρονισμό του κράτους.
Η ονομαστική διαγραφή μέρους του
δημοσίου χρέους της Ελλάδας εντός του ευρώ δεν αποτελεί επιλογή, επειδή
«παράγει» ηθικό κίνδυνο (moral hazard).
Για παράδειγμα, σε μία τέτοια περίπτωση θα αναρωτιόνταν οι Πορτογάλοι
γιατί υπέφεραν τόσο πολύ, όταν σε άλλα κράτη επιτρέπεται η διαγραφή,
παραμένοντας εντός της Ευρωζώνης. Θα πρέπει λοιπόν να είναι ξεκάθαρο το ότι, η διαγραφή χρέους είναι κάτι διαφορετικό – ενώ η έξοδος από την Ευρωζώνη δεν είναι πραγματικά καθόλου εύκολη.
Μία τέτοια αλλαγή στρατηγικής στην περίπτωση της Ελλάδας θα είχε μικρή σημασία από οικονομικής πλευράς για τη νομισματική ένωση, αλλά συμβολικά θα ήταν σημαντική. Για την υπόλοιπη Ευρωζώνη θα σήμαινε κάτι σαν ένα νέο ξεκίνημα«.
Με κριτήριο τις παραπάνω απόψεις των γερμανών φιλελευθέρων, οι οποίες ταιριάζουν με αυτές του κ. Σόιμπλε
όσον αφορά την πρόταση του για διαγραφή χρέους με την εγκατάλειψη της
Ευρωζώνης για ένα χρονικό διάστημα, σε συνδυασμό με το ότι το δημόσιο
χρέος δεν θεωρείται βιώσιμο από κανέναν, δεν είναι δύσκολο να προβλέψουμε πως η Ελλάδα θα οδηγηθεί προς αυτή τη «λύση» –
με συζητήσεις που θα ξεκινήσουν μετά τις γερμανικές εκλογές, ειδικά εάν
συγκυβερνήσει το κόμμα της κυρίας Merkel με την FDP. Εν προκειμένω
οφείλουμε να μην περιμένουμε έως τότε αλλά να αναλάβουμε εμείς την
πρωτοβουλία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν μας τα εξής:
(α) Ουδέν μονιμότερο του προσωρινού ειδικά σε μία Ευρώπη, στην οποία οι αποφάσεις διαρκούν αιώνες.
(β) Την εξέλιξη της Ευρωζώνης σε ένα νομισματικό χώρο δύο ή περισσοτέρων ταχυτήτων,
υπέρ της οποίας τάθηκε στη συνέντευξη του ο γερμανός φιλελεύθερος, όπως
η καγκελάριος και η Γαλλία επίσης – όπου η Ελλάδα θα βρισκόταν
ασθμαίνοντας υπό το βάρος του χρέους στην τρίτη ταχύτητα.
(γ) Τη μετατροπή της Ευρωζώνης εάν όχι ολόκληρης της ΕΕ σε γερμανική – στην οποία υποθέτουμε πως κανένας Έλληνας δεν θα ήθελε να ανήκει.
(δ) Εάν αποτελεί πράγματι μία ευκαιρία για την Ελλάδα,
υπό την προϋπόθεση (1) της ονομαστικής διαγραφής άνω του 50% του
δημοσίου χρέους, (2) της μετατροπής του υπολοίπου δημοσίου και ιδιωτικού
στο εθνικό νόμισμα με την αναίρεση του PSI,
έτσι ώστε να μην έχουμε καθόλου εξωτερικά χρέη, (3) της κατάργησης των
εγγυήσεων του Υπερταμείου, καθώς επίσης (4) της στήριξης της ΕΚΤ στο νέο
νόμισμα τα πρώτα έτη – προφανώς χωρίς να χαθεί το δικαίωμα μας, όσον
αφορά τη διεκδίκηση των πολεμικών επανορθώσεων.
(ε) Εάν οι Έλληνες θα ήθελαν να αναλάβουν το ρίσκο,
προφανώς με μία κυβέρνηση που θα ήταν ικανή να τα καταφέρει – χωρίς να
συγκρουστεί με την ΕΕ. Για να συμβεί κάτι τέτοιο θα έπρεπε να
δημιουργηθεί μία επιτροπή διαπραγμάτευσης,
στελεχωμένη από τους ικανότερους Έλληνες και πλαισιωμένη με διεθνείς
νομικές, οικονομικές και τραπεζικές εταιρείες – ενώ θα όφειλε να
εκπονηθεί ένα σχέδιο επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, αναλυμένο με κάθε
λεπτομέρεια. Αμέσως μετά να διενεργηθεί ένα δημοψήφισμα, για να
αποφασίσουν οι Πολίτες – έχοντας όμως προηγουμένως ενημερωθεί για τους
κινδύνους, καθώς επίσης για ολόκληρη τη διαδικασία.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, ασφαλώς είναι
εξευτελιστικό να μένει η Ελλάδα σε μία ένωση που δεν τη θέλουν όλοι οι
υπόλοιποι – ενώ είναι παράλογο να επιτρέπει τη διαιώνιση των προβλημάτων
της, με αποτέλεσμα να αυξάνονται συνεχώς. Εκτός αυτού, εάν δεν
καθαρίσει εξ ολοκλήρου την οικονομία της από όλα όσα συσσώρευσε η κρίση,
καθώς επίσης η αποτυχημένη πολιτική των μνημονίων, δεν πρόκειται να έχει μέλλον – γεγονός που σημαίνει πριν από όλα την ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δημοσίου και ιδιωτικού της τομέα, η οποία προϋποθέτει αναμφίβολα ευρείες ονομαστικές διαγραφές.
Για παράδειγμα, αμέσως μετά την ονομαστική διαγραφή μέρους του δημοσίου χρέους της, θα έπρεπε να διαγραφούν όλα εκείνα τα επισφαλή δάνεια που έχουν ήδη αποσβέσει οι ελληνικές τράπεζες από τους Ισολογισμούς τους
– αφού τότε δεν θα κινδύνευαν να χρεοκοπήσουν. Εάν όλα αυτά τα πετύχει η
χώρα συνεργαζόμενη με την ΕΕ, χωρίς δηλαδή να συγκρουστεί μαζί της, δεν
θα ήταν κατά την άποψη μας καθόλου αρνητικό – αρκεί φυσικά να
συνοδεύονταν από τις προϋποθέσεις που αναφέραμε.
Βέβαια, εάν δεν διορθώναμε αμέσως τις τεράστιες παθογένειες του κράτους μας, οι οποίες μας οδήγησαν στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική χρεοκοπία, αλλάζοντας εντελώς αντιλήψεις,
θα βιώναμε οδυνηρές καταστάσεις – κάτι που όμως είμαστε σε θέση να το
πετύχουμε, πόσο μάλλον αφού έχουμε ασφαλώς διδαχθεί πάρα πολλά από την
τραγωδία που βιώνουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου