Η 27η Ιανουαρίου, η Παγκόσμια
Ημέρα Μνήμης των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, καθιερώθηκε για να τιμήσει
την μνήμη των έξι εκατομμυρίων Εβραίων, ανδρών, γυναικών και παιδιών,
που δολοφονήθηκαν από το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ.
Ωστόσο, συνολικά έντεκα εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο Ολοκαύτωμα. Τα άλλα πέντε εκατομμύρια θύματα, όμως, δεν ήταν Εβραίοι. Στην τελευταία κατηγορία, περιλαμβάνονται ομάδες τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, όπως κομμουνιστές, ομοφυλόφιλοι, τσιγγάνοι, μάρτυρες του Ιεχωβά, και άτομα με σωματική και διανοητική αναπηρία. Οι μαύροι άνθρωποι που ζούσαν στη ναζιστική Γερμανία ποτέ δεν ήταν σε πρόγραμμα μαζικής εξόντωσης, αλλά εξακολουθούσαν να θεωρούνται από τους Ναζί, κατώτερη φυλή.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Εγκυκλοπαίδειας του Ολοκαυτώματος, που λειτουργεί κάτω από την
επίβλεψη του Μουσείου Μνήμης του Ολοκαυτώματος των ΗΠΑ, η τύχη των μαύρων ανθρώπων στο διάστημα 1933-1945, στη ναζιστική Γερμανία, κυμαινόταν από απομόνωση, διώξεις, στείρωση, ιατρικά πειράματα, φυλακίσεις, βιαιότητες πάσης φύσεως και δολοφονίες. Ο Hilarius Gilges, για παράδειγμα, χορευτής στο επάγγελμα, ηθοποιός και κομμουνιστής, γεννημένος το 1909, στο Ντίσελντορφ, δολοφονήθηκε από τους SS, το 1933, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων ετών.
Ο Hilarius Gilges ήταν ένας από τους λίγους μαύρους Γερμανούς που γεννήθηκαν στη χώρα πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μητέρα του, Maria Stüttgen, ήταν εργάτρια κλωστοϋφαντουργίας εργαζόμενη στο Ντίσελντορφ. Ο πατέρας του, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν ένας Αφρικανός βαρκάρης που δούλευε σ’ ένα ρυμουλκό πάνω στο Ρήνο. Η Μαρία παντρεύτηκε τον Franz Peter Gilges, το 1915, δίνοντας στο παιδί το επώνυμο Gilges. Ο Gilges μεγάλωσε μέσα στο εργατικό περιβάλλον του Ντίσελντορφ και εντάχθηκε στη γερμανική Κομμουνιστική Νεολαία κάπου μεταξύ του 1925 και του 1926. Οι ριζοσπαστικές πολιτικές του απόψεις, οδήγησαν το 1931 στη σύλληψη και την καταδίκη του σε ένα έτος φυλάκιση. Αργότερα παντρεύτηκε και έγινε πατέρας δύο παιδιών. Τον Ιούνιο του 1933, αφού οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία, προσπάθησε να πάει να κρυφτεί, αλλά δεν τα κατάφερε λόγω του χρώματος του δέρματός του. Έτσι απήχθη από το διαμέρισμά του στην περιοχή της παλιάς πόλης του Ντίσελντορφ, βασανίστηκε και πέθανε. Οι δράστες πιστεύεται ότι ήταν έξι μέλη της Γκεστάπο και των SS, από τους οποίους κανένας δεν δικάστηκε. Η χήρα του και τα δύο παιδιά επέζησαν της ναζιστικής περιόδου, πιθανώς επειδή βοηθήθηκαν από τους γείτονες, και το 1949 τους δόθηκε η εφάπαξ αποζημίωση των 12.000 γερμανικών μάρκων. Στις 23 Δεκεμβρίου 2003, η πόλη του Ντίσελντορφ έδωσε το όνομά του σε μια πλατεία στην περιοχή της Ακαδημίας Τεχνών του Ντίσελντορφ, ενώ το 1988 τοποθετήθηκε και μια σχετική αναμνηστική πλάκα κοντά στην τοποθεσία της δολοφονίας του.
Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919), οι νικηφόροι Σύμμαχοι κατέλαβαν τη Ρηνανία στη Δυτική Γερμανία. Η Γαλλία ανέπτυξε στρατιώτες από τις αποικίες της Αφρικής ως κατοχική δύναμη, η οποία επέτεινε το ρατσισμό εναντίον των μαύρων στη Γερμανία. Η ρατσιστική προπαγάνδα τους απεικόνιζε ως βιαστές των Γερμανίδων γυναικών και επίσης ως φορείς αφροδίσιων και άλλων παρεμφερών νοσημάτων. Τα παιδιά που προήλθαν από την όποια σχέση των μαύρων και των Γερμανίδων, απεκλήθησαν ‘μπάσταρδα της Ρηνανίας’.
Στο βιβλίο ‘Ο αγώνας μου’, ο Χίτλερ προέβη στην κατηγορία ότι οι Εβραίοι είχαν φέρει τους μαύρους στην Ρηνανία με σαφή στόχο να καταστρέψουν τη μισητή τους λευκή φυλή, με τη διαδικασία του ‘μπασταρδέματος’. Τα αφρογερμανικά παιδιά-μιγάδες περιθωριοποιήθηκαν στη γερμανική κοινωνία, απομονώθηκαν κοινωνικά και οικονομικά, και δεν επιτρεπόταν να πάνε στο πανεπιστήμιο. Με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, έγιναν στόχος της φυλετικής και πληθυσμιακής τους πολιτικής. Από το 1937, κάθε παιδί που ανήκε σε αυτή την κατηγορία, εάν εντοπιζόταν, στειρωνόταν βίαια προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία μιας ‘ρυπογόνου φυλής’, όπως ονόμαζε ο Χίτλερ.
Ο Hans Hauck, ένας μαύρος επιζών του Ολοκαυτώματος και υποχρεωτικό θύμα στο πρόγραμμα στείρωσης του Χίτλερ, εξήγησε στην ταινία ‘Ξεχασμένα θύματα του Χίτλερ’ (Hitler’s Forgotten Victims) ότι, όταν αναγκάστηκε να υποβληθεί σε στείρωση ως έφηβος, δεν του δόθηκε κανένα απολύτως αναισθητικό. Μόλις έλαβε το πιστοποιητικό αποστείρωσής του, ήταν πλέον ‘ελεύθερος να πάει’, εφ’ όσον ο ίδιος συμφωνούσε και να έχει σεξουαλικές σχέσεις με τους Γερμανούς ή τις Γερμανίδες. Ωστόσο, ορισμένοι αφρογερμανοί κατάφερναν να συμπληρώνουν τα προς το ζην κατά τη διάρκεια της βασιλείας του τρόμου του Χίτλερ, παίζοντας σε θεατρικές παραστάσεις ποικίλων θεμάτων, αλλά πολλοί μαύροι, ακλόνητοι στην πίστη τους ότι πρώτα απ’ όλα ήταν Γερμανοί και δευτερευόντως Μαύροι, επέλεξαν να παραμείνουν στη Γερμανία. Κάποιοι, μάλιστα, πολέμησαν με τους Ναζί και μερικοί ακόμη και έγιναν πιλότοι στη Λουφτβάφε!
Τόσο πριν, όσο και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί Αφρικανοί, είχαν έρθει, επίσης, στη Γερμανία ως φοιτητές, τεχνίτες, καλλιτέχνες, πρώην στρατιώτες, ή αποικιακοί αξιωματούχοι χαμηλών βαθμίδων, όπως φοροεισπράκτορες, οι οποίοι είχαν εργαστεί για την αυτοκρατορική αποικιακή κυβέρνηση. Μερικοί Αφροαμερικανοί που συνελήφθησαν αιχμάλωτοι στη γερμανοκρατούμενη κατεχόμενη Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέληξαν τελικά θύματα του ναζιστικού καθεστώτος.
Πολλοί, όπως η μουσικός της τζαζ, Βαλάιντα Σνόου (Valaida Snow, 1904-1956) φυλακίστηκε σε στρατόπεδο εγκλεισμού των αλλοδαπών υπηκόων του Άξονα. Κατά την περιήγησή της στη Δανία, το 1941, συνελήφθη από τους Ναζί και απελευθερώθηκε σε μια ανταλλαγή κρατουμένων, τον Μάιο του 1942. Σύμφωνα με έναν ιστορικό της τζαζ, η εν λόγω καλλιτέχνης ποτέ δεν ανένηψε ψυχολογικά από εκείνη την εμπειρία.
Ο καλλιτέχνης Josef Nassy (1904–1976) που ζούσε στο Βέλγιο, συνελήφθη ως εχθρός και αλλοδαπός και κρατήθηκε για επτά μήνες στο στρατόπεδο Beverloo στο γερμανοκρατούμενο Βέλγιο, εβδομήντα πέντε χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αμβέρσας. Αργότερα μεταφέρθηκε στη Γερμανία, όπου πέρασε το υπόλοιπο του πολέμου στα στρατόπεδα Laufen και Tittmoning, αμφότερα στην Άνω Βαυαρία. Κι άλλοι ευρωπαίοι και αμερικανικοί μαύροι, όμως, φυλακίστηκαν επίσης σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Lionel Romney, ναύτης στην Εμπορική Ναυτιλία των ΗΠΑ, φυλακίστηκε στο γνωστό στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν. Ο Jean Marcel Nicolas, με καταγωγή από την Αϊτή, φυλακίστηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ και Dora-Mittelbau στη Γερμανία, ενώ ο Bayume Mohamed Hussein από την Τανγκανίκα, τη σημερινή Τανζανία, έχασε τη ζωή του στο στρατόπεδο Sachsenhausen, κοντά στο Βερολίνο.
Οι μαύροι αιχμάλωτοι πολέμου, αντιμετώπισαν με ευκολία την παράνομη φυλάκιση και την κακομεταχείριση στα χέρια των Ναζί. Ο αφροαμερικανός υπολοχαγός πιλότος Darwin Nichols, κρατήθηκε σε φυλακή της Γκεστάπο στο Butzbach. Πολλοί μαύροι στρατιώτες των αμερικανικών, γαλλικών και βρετανικών στρατευμάτων είχαν εργαστεί μέχρι θανάτου στην κατασκευή έργων ή πέθαναν ως αποτέλεσμα της κακομεταχείρισης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των αιχμαλώτων πολέμου. Άλλοι, πάλι, δεν κρατήθηκαν ή φυλακίστηκαν, αλλά αντίθετα θανατώθηκαν αμέσως από τους SS ή τη Γκεστάπο.
Ωστόσο, σε κάθε ιστορία καταπίεσης των μαύρων, οι τελευταίοι ανεξάρτητα από το εάν ήταν υποδουλωμένοι, αλυσοδεμένοι, ή ξυλοδαρμένοι, βρήκαν πάντα τον τρόπο να επιβιώσουν, και να σώσουν ακόμα κι’ άλλους. Σε αντίθεση με τους Εβραίους στο Ισραήλ και στη Γερμανία, οι μαύροι Γερμανοί δεν έλαβαν πολεμικές αποζημιώσεις επειδή η γερμανική τους υπηκοότητα είχε ανακληθεί. Επιπλέον, μετά τον πόλεμο, αρκετοί μαύροι που είχαν με κάποιο τρόπο καταφέρει να επιβιώσουν από το ναζιστικό καθεστώς, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε δίκες ως εγκληματίες πολέμου. Κάποια βιβλία έχουν γραφτεί για το θέμα αυτό, όπως οι ‘Ιστορικές εμπειρίες των Ευρωπαίων Μαύρων, των Αφρικανών και των Αφροαμερικανών κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εποχής’ του Κλάρενς Λουσάν (2003), και το ‘Ξεχασμένο Ολοκαύτωμα-Πέντε εκατομμύρια μη Εβραίων θυμάτων: Τόμος 1ος’ της Τερέζας Σβαρτς (2012).
Ο Κλάρενς Λουσάν, γεννήθηκε το 1953 στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, κι’ είναι αφροαμερικανός συγγραφέας, ακτιβιστής και δημοσιογράφος, με πιο πρόσφατο βιβλίο του τη ‘Μαύρη Ιστορία του Λευκού Οίκου’. Η Τερέζα Σβαρτς, είναι συγγραφέας, φωτογράφος, ομιλήτρια και αρθρογράφος, της οποίας το έργο έχει δημοσιευθεί σε βιβλία και περιοδικά σε όλο τον κόσμο. Γεννήθηκε στη Γερμανία, σπούδασε δημοσιογραφία και επικοινωνία στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και σήμερα ζει στην Καλιφόρνια. Αυτό όμως που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι ότι γεννήθηκε σε καταυλισμό εκτοπισμένων από μια καθολική πολωνική οικογένεια η οποία επέζησε του Ολοκαυτώματος, αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Τερέζα Σβαρτς άρχισε να κάνει έρευνα για το θέμα των μη Εβραίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος αφότου εγκατέλειψε τον Ρωμαιοκαθολικισμό και ασπάστηκε τον Ιουδαϊσμό. Το θέμα της ιστορίας του Ολοκαυτώματος που σχετίζεται με τα θύματα, πλην των Εβραίων, εξακολουθεί να έχει, ειδικά γι’ αυτή, μεγάλο ενδιαφέρον!
http://www.efsyn.gr/arthro/ta-mayra-thymata-toy-hitler
Ωστόσο, συνολικά έντεκα εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο Ολοκαύτωμα. Τα άλλα πέντε εκατομμύρια θύματα, όμως, δεν ήταν Εβραίοι. Στην τελευταία κατηγορία, περιλαμβάνονται ομάδες τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, όπως κομμουνιστές, ομοφυλόφιλοι, τσιγγάνοι, μάρτυρες του Ιεχωβά, και άτομα με σωματική και διανοητική αναπηρία. Οι μαύροι άνθρωποι που ζούσαν στη ναζιστική Γερμανία ποτέ δεν ήταν σε πρόγραμμα μαζικής εξόντωσης, αλλά εξακολουθούσαν να θεωρούνται από τους Ναζί, κατώτερη φυλή.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Εγκυκλοπαίδειας του Ολοκαυτώματος, που λειτουργεί κάτω από την
επίβλεψη του Μουσείου Μνήμης του Ολοκαυτώματος των ΗΠΑ, η τύχη των μαύρων ανθρώπων στο διάστημα 1933-1945, στη ναζιστική Γερμανία, κυμαινόταν από απομόνωση, διώξεις, στείρωση, ιατρικά πειράματα, φυλακίσεις, βιαιότητες πάσης φύσεως και δολοφονίες. Ο Hilarius Gilges, για παράδειγμα, χορευτής στο επάγγελμα, ηθοποιός και κομμουνιστής, γεννημένος το 1909, στο Ντίσελντορφ, δολοφονήθηκε από τους SS, το 1933, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων ετών.
Ο Hilarius Gilges ήταν ένας από τους λίγους μαύρους Γερμανούς που γεννήθηκαν στη χώρα πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μητέρα του, Maria Stüttgen, ήταν εργάτρια κλωστοϋφαντουργίας εργαζόμενη στο Ντίσελντορφ. Ο πατέρας του, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν ένας Αφρικανός βαρκάρης που δούλευε σ’ ένα ρυμουλκό πάνω στο Ρήνο. Η Μαρία παντρεύτηκε τον Franz Peter Gilges, το 1915, δίνοντας στο παιδί το επώνυμο Gilges. Ο Gilges μεγάλωσε μέσα στο εργατικό περιβάλλον του Ντίσελντορφ και εντάχθηκε στη γερμανική Κομμουνιστική Νεολαία κάπου μεταξύ του 1925 και του 1926. Οι ριζοσπαστικές πολιτικές του απόψεις, οδήγησαν το 1931 στη σύλληψη και την καταδίκη του σε ένα έτος φυλάκιση. Αργότερα παντρεύτηκε και έγινε πατέρας δύο παιδιών. Τον Ιούνιο του 1933, αφού οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία, προσπάθησε να πάει να κρυφτεί, αλλά δεν τα κατάφερε λόγω του χρώματος του δέρματός του. Έτσι απήχθη από το διαμέρισμά του στην περιοχή της παλιάς πόλης του Ντίσελντορφ, βασανίστηκε και πέθανε. Οι δράστες πιστεύεται ότι ήταν έξι μέλη της Γκεστάπο και των SS, από τους οποίους κανένας δεν δικάστηκε. Η χήρα του και τα δύο παιδιά επέζησαν της ναζιστικής περιόδου, πιθανώς επειδή βοηθήθηκαν από τους γείτονες, και το 1949 τους δόθηκε η εφάπαξ αποζημίωση των 12.000 γερμανικών μάρκων. Στις 23 Δεκεμβρίου 2003, η πόλη του Ντίσελντορφ έδωσε το όνομά του σε μια πλατεία στην περιοχή της Ακαδημίας Τεχνών του Ντίσελντορφ, ενώ το 1988 τοποθετήθηκε και μια σχετική αναμνηστική πλάκα κοντά στην τοποθεσία της δολοφονίας του.
Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919), οι νικηφόροι Σύμμαχοι κατέλαβαν τη Ρηνανία στη Δυτική Γερμανία. Η Γαλλία ανέπτυξε στρατιώτες από τις αποικίες της Αφρικής ως κατοχική δύναμη, η οποία επέτεινε το ρατσισμό εναντίον των μαύρων στη Γερμανία. Η ρατσιστική προπαγάνδα τους απεικόνιζε ως βιαστές των Γερμανίδων γυναικών και επίσης ως φορείς αφροδίσιων και άλλων παρεμφερών νοσημάτων. Τα παιδιά που προήλθαν από την όποια σχέση των μαύρων και των Γερμανίδων, απεκλήθησαν ‘μπάσταρδα της Ρηνανίας’.
Στο βιβλίο ‘Ο αγώνας μου’, ο Χίτλερ προέβη στην κατηγορία ότι οι Εβραίοι είχαν φέρει τους μαύρους στην Ρηνανία με σαφή στόχο να καταστρέψουν τη μισητή τους λευκή φυλή, με τη διαδικασία του ‘μπασταρδέματος’. Τα αφρογερμανικά παιδιά-μιγάδες περιθωριοποιήθηκαν στη γερμανική κοινωνία, απομονώθηκαν κοινωνικά και οικονομικά, και δεν επιτρεπόταν να πάνε στο πανεπιστήμιο. Με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, έγιναν στόχος της φυλετικής και πληθυσμιακής τους πολιτικής. Από το 1937, κάθε παιδί που ανήκε σε αυτή την κατηγορία, εάν εντοπιζόταν, στειρωνόταν βίαια προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία μιας ‘ρυπογόνου φυλής’, όπως ονόμαζε ο Χίτλερ.
Ο Hans Hauck, ένας μαύρος επιζών του Ολοκαυτώματος και υποχρεωτικό θύμα στο πρόγραμμα στείρωσης του Χίτλερ, εξήγησε στην ταινία ‘Ξεχασμένα θύματα του Χίτλερ’ (Hitler’s Forgotten Victims) ότι, όταν αναγκάστηκε να υποβληθεί σε στείρωση ως έφηβος, δεν του δόθηκε κανένα απολύτως αναισθητικό. Μόλις έλαβε το πιστοποιητικό αποστείρωσής του, ήταν πλέον ‘ελεύθερος να πάει’, εφ’ όσον ο ίδιος συμφωνούσε και να έχει σεξουαλικές σχέσεις με τους Γερμανούς ή τις Γερμανίδες. Ωστόσο, ορισμένοι αφρογερμανοί κατάφερναν να συμπληρώνουν τα προς το ζην κατά τη διάρκεια της βασιλείας του τρόμου του Χίτλερ, παίζοντας σε θεατρικές παραστάσεις ποικίλων θεμάτων, αλλά πολλοί μαύροι, ακλόνητοι στην πίστη τους ότι πρώτα απ’ όλα ήταν Γερμανοί και δευτερευόντως Μαύροι, επέλεξαν να παραμείνουν στη Γερμανία. Κάποιοι, μάλιστα, πολέμησαν με τους Ναζί και μερικοί ακόμη και έγιναν πιλότοι στη Λουφτβάφε!
Τόσο πριν, όσο και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί Αφρικανοί, είχαν έρθει, επίσης, στη Γερμανία ως φοιτητές, τεχνίτες, καλλιτέχνες, πρώην στρατιώτες, ή αποικιακοί αξιωματούχοι χαμηλών βαθμίδων, όπως φοροεισπράκτορες, οι οποίοι είχαν εργαστεί για την αυτοκρατορική αποικιακή κυβέρνηση. Μερικοί Αφροαμερικανοί που συνελήφθησαν αιχμάλωτοι στη γερμανοκρατούμενη κατεχόμενη Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέληξαν τελικά θύματα του ναζιστικού καθεστώτος.
Πολλοί, όπως η μουσικός της τζαζ, Βαλάιντα Σνόου (Valaida Snow, 1904-1956) φυλακίστηκε σε στρατόπεδο εγκλεισμού των αλλοδαπών υπηκόων του Άξονα. Κατά την περιήγησή της στη Δανία, το 1941, συνελήφθη από τους Ναζί και απελευθερώθηκε σε μια ανταλλαγή κρατουμένων, τον Μάιο του 1942. Σύμφωνα με έναν ιστορικό της τζαζ, η εν λόγω καλλιτέχνης ποτέ δεν ανένηψε ψυχολογικά από εκείνη την εμπειρία.
Ο καλλιτέχνης Josef Nassy (1904–1976) που ζούσε στο Βέλγιο, συνελήφθη ως εχθρός και αλλοδαπός και κρατήθηκε για επτά μήνες στο στρατόπεδο Beverloo στο γερμανοκρατούμενο Βέλγιο, εβδομήντα πέντε χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αμβέρσας. Αργότερα μεταφέρθηκε στη Γερμανία, όπου πέρασε το υπόλοιπο του πολέμου στα στρατόπεδα Laufen και Tittmoning, αμφότερα στην Άνω Βαυαρία. Κι άλλοι ευρωπαίοι και αμερικανικοί μαύροι, όμως, φυλακίστηκαν επίσης σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Lionel Romney, ναύτης στην Εμπορική Ναυτιλία των ΗΠΑ, φυλακίστηκε στο γνωστό στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν. Ο Jean Marcel Nicolas, με καταγωγή από την Αϊτή, φυλακίστηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ και Dora-Mittelbau στη Γερμανία, ενώ ο Bayume Mohamed Hussein από την Τανγκανίκα, τη σημερινή Τανζανία, έχασε τη ζωή του στο στρατόπεδο Sachsenhausen, κοντά στο Βερολίνο.
Οι μαύροι αιχμάλωτοι πολέμου, αντιμετώπισαν με ευκολία την παράνομη φυλάκιση και την κακομεταχείριση στα χέρια των Ναζί. Ο αφροαμερικανός υπολοχαγός πιλότος Darwin Nichols, κρατήθηκε σε φυλακή της Γκεστάπο στο Butzbach. Πολλοί μαύροι στρατιώτες των αμερικανικών, γαλλικών και βρετανικών στρατευμάτων είχαν εργαστεί μέχρι θανάτου στην κατασκευή έργων ή πέθαναν ως αποτέλεσμα της κακομεταχείρισης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των αιχμαλώτων πολέμου. Άλλοι, πάλι, δεν κρατήθηκαν ή φυλακίστηκαν, αλλά αντίθετα θανατώθηκαν αμέσως από τους SS ή τη Γκεστάπο.
Ωστόσο, σε κάθε ιστορία καταπίεσης των μαύρων, οι τελευταίοι ανεξάρτητα από το εάν ήταν υποδουλωμένοι, αλυσοδεμένοι, ή ξυλοδαρμένοι, βρήκαν πάντα τον τρόπο να επιβιώσουν, και να σώσουν ακόμα κι’ άλλους. Σε αντίθεση με τους Εβραίους στο Ισραήλ και στη Γερμανία, οι μαύροι Γερμανοί δεν έλαβαν πολεμικές αποζημιώσεις επειδή η γερμανική τους υπηκοότητα είχε ανακληθεί. Επιπλέον, μετά τον πόλεμο, αρκετοί μαύροι που είχαν με κάποιο τρόπο καταφέρει να επιβιώσουν από το ναζιστικό καθεστώς, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε δίκες ως εγκληματίες πολέμου. Κάποια βιβλία έχουν γραφτεί για το θέμα αυτό, όπως οι ‘Ιστορικές εμπειρίες των Ευρωπαίων Μαύρων, των Αφρικανών και των Αφροαμερικανών κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εποχής’ του Κλάρενς Λουσάν (2003), και το ‘Ξεχασμένο Ολοκαύτωμα-Πέντε εκατομμύρια μη Εβραίων θυμάτων: Τόμος 1ος’ της Τερέζας Σβαρτς (2012).
Ο Κλάρενς Λουσάν, γεννήθηκε το 1953 στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, κι’ είναι αφροαμερικανός συγγραφέας, ακτιβιστής και δημοσιογράφος, με πιο πρόσφατο βιβλίο του τη ‘Μαύρη Ιστορία του Λευκού Οίκου’. Η Τερέζα Σβαρτς, είναι συγγραφέας, φωτογράφος, ομιλήτρια και αρθρογράφος, της οποίας το έργο έχει δημοσιευθεί σε βιβλία και περιοδικά σε όλο τον κόσμο. Γεννήθηκε στη Γερμανία, σπούδασε δημοσιογραφία και επικοινωνία στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και σήμερα ζει στην Καλιφόρνια. Αυτό όμως που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι ότι γεννήθηκε σε καταυλισμό εκτοπισμένων από μια καθολική πολωνική οικογένεια η οποία επέζησε του Ολοκαυτώματος, αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Τερέζα Σβαρτς άρχισε να κάνει έρευνα για το θέμα των μη Εβραίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος αφότου εγκατέλειψε τον Ρωμαιοκαθολικισμό και ασπάστηκε τον Ιουδαϊσμό. Το θέμα της ιστορίας του Ολοκαυτώματος που σχετίζεται με τα θύματα, πλην των Εβραίων, εξακολουθεί να έχει, ειδικά γι’ αυτή, μεγάλο ενδιαφέρον!
http://www.efsyn.gr/arthro/ta-mayra-thymata-toy-hitler
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου