Έχουμε σκοπό -πρώτα ο Θεός- να πάμε, με τη μάνα μου, στην αγρυπνία το βράδυ.
Των αγίων Αναργύρων ξημερώνει αύριο και ο ναός βρίσκεται λίγες δρασκελιές από το σπίτι μας.
Είναι εκεί όπου έγιναν οι γάμοι, οι βαπτίσεις, οι κηδείες της οικογένειας, εκεί όπου "ανάβουμε ένα κεράκι" που πάει να πει αναγκεμένοι ή πονεμένοι είμαστε πάλι, εκεί όπου εκκλησιαζόμαστε, ελπίζουμε, καταφεύγουμε, καταθέτουμε απελπισίες, απιστίες, δάκρυα, ευχαριστίες και όλα όσα μας ορίζουν, ως διαρκώς επιστρέφοντες σε αδιάψευστες αγκαλιές.
Είναι η...Αγία Ανάργυρη που έλεγε η γιαγιά μου..
και ετέρα γερόντισσα που διηγούνταν πως την είδε την Αγία Ανάργυρη κι'εγώ πιστεύω πως αλήθεια έλεγε. Ο Θεός, πιθανώς, της δώρισε το όραμα κατά πώς εκείνη η αγαθή είχε μέσα της σχηματισμένη την αγιοσύνη, μη θέλοντας να της ταράξει το βαθύ σέβας.
Είναι ο ναός όπου ντυνόταν "παπαδάκι" ο αδελφός μου και ένα πρωί που αξημέρωτα περίμενε -με άλλα παιδιά- την νεωκόρο έξω από τον κλειστό ναό (νομίζω παραμονή των Φώτων ήταν), είδε μια γυναίκα μαυροφόρα να βγαίνει μέσα από το αγίασμα (πρόκειται για τον θόλο, όπου βρέθηκε η εικόνα των Αγίων) και να μπαίνει στην εκκλησία.
Την είδαν και τα άλλα παιδιά.
Τα μικρά αγόρια δεν παραξενεύτηκαν (βλέπετε, καταργείται στα παιδιά η λογική τάξη των πραγμάτων, όταν βιώνουν θαύματα) αλλά θεώρησαν ότι είχε έρθει η κυρα Μαρία, η νεωκόρος και πήγαν στο κατόπιν της.
Όμως η πόρτα της εκκλησίας παρέμεινε κλειστή κι ας είχε διαβεί το κατώφλι η μαυροφόρα!
Η κυρα Μαρία ήρθε αργότερα...
Όταν μας το είπε, η μάνα σταυροκοπήθηκε και είπε "Η Παναγία θα ήταν".
Είναι ο ναός που πήγαμε κατηχητικό, που στην μεγάλη του πλατεία παίξαμε και αγοράσαμε ζαχαροκούλουρα και τυρόπιτες του δίφραγκου άπειρες αθώες Κυριακές, που αγαπήσαμε τον παπα-Δημήτρη και τον παπα-Κώστα, που οι εικόνες μας είδαν με άσπρα κοντά καλτσάκια να πηγαίνουμε πρόσφορα σε ολόλευκες πετσέτες με χαρτάκια "υπερ υγείας" και "υπερ αναπαύσεως" και τώρα πια να μην φοράμε λευκά καλτσάκια και το "υπερ αναπαύσεως" να είναι ασφυκτικά γεμάτο, ενώ λιγοστεύουν τα ονόματα "υπέρ υγείας".....
Βλέπεις, ήρθε και η σειρά να πάμε και μεις κόλλυβα και αύριο θα πάνε και τα παιδιά μας το δικό μας συχώριο.
Η μητέρα που κάποτε φορούσε τις καλές της γόβες, το κομψό ταγιέρ και τα ασορτί γάντια τις Κυριακές, τώρα φοράει μαύρα, ο πατέρας φόρεσε για τελευταία φορά το καλό του κουστούμι, τα πράγματα αλλάζουν αλλά ο Κοσμάς και ο Δαμιανός παραμένουν στην ίδια θέση -όπως στις χαρές, έτσι και στις λύπες μας-.
Γι αυτή την σταθερή βεβαιότητα είμαστε, κι' εμείς, πάντα εκεί .
Άλλωστε το χρωστούμε -για πολλούς λόγους- των Αγίων.
Διαβάστε το παλιότερο κείμενό μας που ακολουθεί και θα καταλάβατε, έναν από τους λόγους του μηδέποτε εξοφλουμένου χρέους μας.....
Των αγίων Αναργύρων ξημερώνει αύριο και ο ναός βρίσκεται λίγες δρασκελιές από το σπίτι μας.
Είναι εκεί όπου έγιναν οι γάμοι, οι βαπτίσεις, οι κηδείες της οικογένειας, εκεί όπου "ανάβουμε ένα κεράκι" που πάει να πει αναγκεμένοι ή πονεμένοι είμαστε πάλι, εκεί όπου εκκλησιαζόμαστε, ελπίζουμε, καταφεύγουμε, καταθέτουμε απελπισίες, απιστίες, δάκρυα, ευχαριστίες και όλα όσα μας ορίζουν, ως διαρκώς επιστρέφοντες σε αδιάψευστες αγκαλιές.
Είναι η...Αγία Ανάργυρη που έλεγε η γιαγιά μου..
και ετέρα γερόντισσα που διηγούνταν πως την είδε την Αγία Ανάργυρη κι'εγώ πιστεύω πως αλήθεια έλεγε. Ο Θεός, πιθανώς, της δώρισε το όραμα κατά πώς εκείνη η αγαθή είχε μέσα της σχηματισμένη την αγιοσύνη, μη θέλοντας να της ταράξει το βαθύ σέβας.
Είναι ο ναός όπου ντυνόταν "παπαδάκι" ο αδελφός μου και ένα πρωί που αξημέρωτα περίμενε -με άλλα παιδιά- την νεωκόρο έξω από τον κλειστό ναό (νομίζω παραμονή των Φώτων ήταν), είδε μια γυναίκα μαυροφόρα να βγαίνει μέσα από το αγίασμα (πρόκειται για τον θόλο, όπου βρέθηκε η εικόνα των Αγίων) και να μπαίνει στην εκκλησία.
Την είδαν και τα άλλα παιδιά.
Τα μικρά αγόρια δεν παραξενεύτηκαν (βλέπετε, καταργείται στα παιδιά η λογική τάξη των πραγμάτων, όταν βιώνουν θαύματα) αλλά θεώρησαν ότι είχε έρθει η κυρα Μαρία, η νεωκόρος και πήγαν στο κατόπιν της.
Όμως η πόρτα της εκκλησίας παρέμεινε κλειστή κι ας είχε διαβεί το κατώφλι η μαυροφόρα!
Η κυρα Μαρία ήρθε αργότερα...
Όταν μας το είπε, η μάνα σταυροκοπήθηκε και είπε "Η Παναγία θα ήταν".
Είναι ο ναός που πήγαμε κατηχητικό, που στην μεγάλη του πλατεία παίξαμε και αγοράσαμε ζαχαροκούλουρα και τυρόπιτες του δίφραγκου άπειρες αθώες Κυριακές, που αγαπήσαμε τον παπα-Δημήτρη και τον παπα-Κώστα, που οι εικόνες μας είδαν με άσπρα κοντά καλτσάκια να πηγαίνουμε πρόσφορα σε ολόλευκες πετσέτες με χαρτάκια "υπερ υγείας" και "υπερ αναπαύσεως" και τώρα πια να μην φοράμε λευκά καλτσάκια και το "υπερ αναπαύσεως" να είναι ασφυκτικά γεμάτο, ενώ λιγοστεύουν τα ονόματα "υπέρ υγείας".....
Βλέπεις, ήρθε και η σειρά να πάμε και μεις κόλλυβα και αύριο θα πάνε και τα παιδιά μας το δικό μας συχώριο.
Η μητέρα που κάποτε φορούσε τις καλές της γόβες, το κομψό ταγιέρ και τα ασορτί γάντια τις Κυριακές, τώρα φοράει μαύρα, ο πατέρας φόρεσε για τελευταία φορά το καλό του κουστούμι, τα πράγματα αλλάζουν αλλά ο Κοσμάς και ο Δαμιανός παραμένουν στην ίδια θέση -όπως στις χαρές, έτσι και στις λύπες μας-.
Γι αυτή την σταθερή βεβαιότητα είμαστε, κι' εμείς, πάντα εκεί .
Άλλωστε το χρωστούμε -για πολλούς λόγους- των Αγίων.
Διαβάστε το παλιότερο κείμενό μας που ακολουθεί και θα καταλάβατε, έναν από τους λόγους του μηδέποτε εξοφλουμένου χρέους μας.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου