Της ΕΛΕΝΗΣ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ
Στα πλαίσια της καλλιέργειας «κουλτούρας λύσης», μας λένε ότι δεν διδαχθήκαμε τι είναι ομοσπονδία στα σχολεία, γι’ αυτό «αντιδρούμε στη λύση». Τούτο συνιστά μεγίστη πλάνη, αν όχι ευτελή προπαγάνδα διότι:
1. Αυτό που θα προκύψει από τις συνομιλίες που «διεξάγονται» με βάση το γνωστό εσφαλμένο πλαίσιο, δεν θα είναι ομοσπονδία.
2. Αν ο λαός δεν αποδέχεται αυτήν τη λύση, που τάχα θα είναι ομοσπονδία, δεν είναι γιατί δεν ξέρει τι είναι η ομοσπονδία, αλλά γιατί θέλει ασφάλεια σε μια..
καλή, υποφερτή λύση.
3. Ο λαός δεν ακούει μόνο τι λένε οι ημέτεροι ιλλουμινάτοι που ξέρουν τη λύση και διαβάζουν στα χαρτιά το πλούσιο μέλλον μας, αλλά ακούει και τον Άιντε, τον Ακκιντζί, τον Τσαβούσογλου, τους κατοίκους των κατεχομένων, τους ξένους παράγοντες και κυρίως τους Βρετανούς.
4. Δεν είναι σωστή η αντίληψη ότι πρέπει να μάθουμε τι είναι η ομοσπονδία για να μάθουμε να ζούμε μαζί με τους Τουρκοκύπριους. Χωρίς ομοσπονδία δεν μπορούμε να ζήσουμε μαζί; Ή μήπως προσπαθούν να μας μάθουν πώς θα ζούμε πλάι-πλάι, αλλά όχι μαζί; Να συνεχίσει δηλαδή η παρούσα κατάσταση;
Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι δημοκρατική παιδεία και επιστροφή στις ηθικές αξίες του λαού μας που έβαζε πάντα το κοινό καλό πάνω από την ευμάρεια και τον πλούτο.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι όσοι έχουν απεκδυθεί σε αυτή την υπερπροσπάθεια να ντελαλίζουν με πάθος τη λύση, κατηγορούν όσους αγωνιούν πως: 1. Είναι εναντίον της λύσης, απορριπτικοί, εθνικιστές, ότι την πολεμούν χωρίς να ξέρουν πώς θα είναι τελικά και πόσα πλούτη θα φέρει στον λαό. 2. Παρεμποδίζουν τη λύση, δεν νοιάζονται για το μέλλον των παιδιών μας και συνιστούν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην κατάληξη σε συμφωνία. 3. Είναι «λαϊκιστές».
Υποτίθεται βέβαια πως ούτε οι ίδιοι ξέρουν πώς θα διαμορφωθεί στο τέλος η λύση, αλλά εχθρεύονται όποιον λέει: «Περιμένετε να δούμε τι σόι λύση θα είναι, πριν αρχίσουμε τα νενικήκαμεν». Αυτοί δικαιούνται να προπαγανδίζουν για κάτι που δεν ξέρουν, εμείς δεν δικαιούμαστε να επισημαίνουμε τους κινδύνους.
Πιστεύω ότι τη λύση την παρεμποδίζει η Τουρκία με την στρατηγική της προσπάθεια, που παραμένει αμετάθετη, στοχευμένη, αποφασιστική, μεθοδική και λίαν επιτυχής για να ελέγξει οικονομικά, πληθυσμιακά και στρατιωτικά τη χερσαία και θαλάσσια έκταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αφού πρώτα τη διαλύσει. Ακόμη, τη λύση παρεμποδίζουν οι κάτοικοι των κατεχομένων, που έχουν αποκτήσει κρατική συνείδηση και «δικαιώματα» στη κατεχόμενη γη μας, στηριζόμενοι στη διά πυρός και σιδήρου επιβολή της τουρκικής πολιτικής. Τα κεκτημένα τους δεν προτίθενται να τα εγκαταλείψουν, να συμβιβαστούν έστω, για να είναι υποφερτή η λύση. Το ότι κραυγάζουν «θέλουμε λύση» απλώς εννοούν «υπογράψτε να τελειώνουμε». Ήδη υπογράψαμε, αναγνωρίζοντας τα δικαιώματα του χρήστη. Τη λύση δεν την παρεμποδίζουν αυτοί που επισημαίνουν τις διαχρονικές σταθερές προσπάθειες του βαθέος και αναλλοίωτου τουρκικού κράτους, αλλά όσοι τρέφουν ψευδαισθήσεις για τις προθέσεις του.
Οι υπέρμαχοι της όποιας λύσης μάς λένε ότι ο λαός στο σύνολό του επιθυμεί διακαώς την άμεση επίλυση του Κυπριακού. Άρα, πως οι δήθεν «απορριπτικοί» είναι λαϊκιστές; Αφού δεν λένε στον λαό αυτά που φαίνεται ότι θέλει εσχάτως να ακούει, γιατί «κουράστηκε». Δεν του λένε ότι η λύση θα είναι άριστη, ότι θα μπορεί να ζει ελεύθερα σε όποιο κρατίδιο επιλέξει, θα ανακτήσει την περιουσία του και πρωτίστως θα γεμίσουν οι πούγκες του παράδες. Δεν του καλλιεργούν προσδοκίες για Χονγκ Κογκ, Σιγκαπούρη, Σύβαρη, Ελντοράντο. Απεναντίας τού επισημαίνουν τις πλάνες, τις παγίδες, τους κινδύνους. Γι’ αυτό κατηγορούνται ότι σαμποτάρουν τη λύση.
Επειδή νοιάζομαι πολύ για το μέλλον των παιδιών μας, πιστεύω ακράδαντα πως πρέπει να λεχθεί η ΑΛΗΘΕΙΑ στον λαό. Ότι αυτό που συζητείται ως λύση είναι ό,τι έχει επινοηθεί από τη Βρετανία από τη δεκαετία του ’50 ως η πολιτειακή μορφή της διχοτόμησης και υιοθετήθηκε από την Τουρκία που το επέβαλε διά πυρός και σιδήρου με την προσπάθεια κατάλυσης του κράτους το 1963 και την εισβολή του 1974. Από τότε δεν συζητούμε για ομοσπονδία, αλλά για τον πληθυσμιακό, διοικητικό και γεωγραφικό διαχωρισμό του νησιού, με πάρα πολλές στρεβλώσεις της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Που σημαίνει ότι η λύση που πλασάρεται εσχάτως ως ομοσπονδία, δεν θα είναι ομοσπονδία όπως τη γνωρίζουμε να εφαρμόζεται στις ΗΠΑ και στη Γερμανία.
Εκεί δεν ισχύουν εθνολογικά κριτήρια και αποστέρηση δικαιωμάτων των πολιτών και το πολίτευμα δεν επιβλήθηκε με τυφλή πολεμική βία. Βεβαίως, παραδέχομαι ότι ελάχιστα γνωρίζω για όσα συζητιούνται. Μόνο όσα διαρρέουν στον Τύπο και οι τρεις πλευρές. Πολλές φορές, αλληλοσυγκρουόμενα και αντιφατικά. Για παράδειγμα, λέγεται ότι θα υπάρχει ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση, όπως σε όλη την ΕΕ. Χωρίς όμως πολιτικά δικαιώματα για όλους. Μόνο για όσους εμπίπτουν στις ποσοστώσεις. Δηλαδή, στην καλύτερη περίπτωση, θα διαμένουμε στον βορρά όπως ζούμε σήμερα στο Βέλγιο. Τα κατεχόμενα, με τη λύση θα αναγνωριστούν ως κράτος και θα αποτελούν για μας ξένη χώρα. Ωστόσο, στην πατρίδα μας έχουμε δικαιώματα, δεν είμαστε αλλοδαποί, δεν είμαστε εξόριστοι. Στις ΗΠΑ και σε άλλες ομοσπονδίες τα δικαιώματα των πολιτών δεν περιορίζονται από την εθνικότητά τους και από την εθνικότητα της πολιτείας.
Η δική μας «ομοσπονδία» θα συνιστά νομιμοποίηση της εισβολής και συγκάλυψη της διχοτόμησης.
Ας μην καλλιεργούνται, λοιπόν, στον λαό ψευδαισθήσεις για το μέλλον του. Είμαι υπέρμαχος μιας λύσης, στο πλαίσιο της οποίας όλοι θα ζούμε αδελφωμένα, ελεύθερα και δημοκρατικά. Θα απολαμβάνουμε τα ίδια δικαιώματα και θα σεβόμαστε τα αισθήματα ο ένας του άλλου για το έθνος του. Ανεξαρτήτως του διοικητικού διαχωρισμού της χώρας μας και της πολιτειακής της δομής. Που φυσικά δεν θα στηρίζονται σε ρατσιστικά κριτήρια. Μια τέτοια λύση θα στηρίζεται στη δημοκρατική παιδεία των πολιτών και όχι στη δήθεν «εκπαίδευσή τους για το τι είναι ομοσπονδία». Θα γίνει αποδεκτή από όλους και θα εφαρμοστεί χωρίς κανένα κίνδυνο μελλοντικής σύγκρουσης. Και σταδιακά θα φέρει ευημερία και πρόοδο.
* H Δρ Ελένη Θεοχάρους είναι ευρωβουλευτής ΔΗΣΥ – ΕΛΚ.
Στα πλαίσια της καλλιέργειας «κουλτούρας λύσης», μας λένε ότι δεν διδαχθήκαμε τι είναι ομοσπονδία στα σχολεία, γι’ αυτό «αντιδρούμε στη λύση». Τούτο συνιστά μεγίστη πλάνη, αν όχι ευτελή προπαγάνδα διότι:
1. Αυτό που θα προκύψει από τις συνομιλίες που «διεξάγονται» με βάση το γνωστό εσφαλμένο πλαίσιο, δεν θα είναι ομοσπονδία.
2. Αν ο λαός δεν αποδέχεται αυτήν τη λύση, που τάχα θα είναι ομοσπονδία, δεν είναι γιατί δεν ξέρει τι είναι η ομοσπονδία, αλλά γιατί θέλει ασφάλεια σε μια..
καλή, υποφερτή λύση.
3. Ο λαός δεν ακούει μόνο τι λένε οι ημέτεροι ιλλουμινάτοι που ξέρουν τη λύση και διαβάζουν στα χαρτιά το πλούσιο μέλλον μας, αλλά ακούει και τον Άιντε, τον Ακκιντζί, τον Τσαβούσογλου, τους κατοίκους των κατεχομένων, τους ξένους παράγοντες και κυρίως τους Βρετανούς.
4. Δεν είναι σωστή η αντίληψη ότι πρέπει να μάθουμε τι είναι η ομοσπονδία για να μάθουμε να ζούμε μαζί με τους Τουρκοκύπριους. Χωρίς ομοσπονδία δεν μπορούμε να ζήσουμε μαζί; Ή μήπως προσπαθούν να μας μάθουν πώς θα ζούμε πλάι-πλάι, αλλά όχι μαζί; Να συνεχίσει δηλαδή η παρούσα κατάσταση;
Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι δημοκρατική παιδεία και επιστροφή στις ηθικές αξίες του λαού μας που έβαζε πάντα το κοινό καλό πάνω από την ευμάρεια και τον πλούτο.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι όσοι έχουν απεκδυθεί σε αυτή την υπερπροσπάθεια να ντελαλίζουν με πάθος τη λύση, κατηγορούν όσους αγωνιούν πως: 1. Είναι εναντίον της λύσης, απορριπτικοί, εθνικιστές, ότι την πολεμούν χωρίς να ξέρουν πώς θα είναι τελικά και πόσα πλούτη θα φέρει στον λαό. 2. Παρεμποδίζουν τη λύση, δεν νοιάζονται για το μέλλον των παιδιών μας και συνιστούν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην κατάληξη σε συμφωνία. 3. Είναι «λαϊκιστές».
Υποτίθεται βέβαια πως ούτε οι ίδιοι ξέρουν πώς θα διαμορφωθεί στο τέλος η λύση, αλλά εχθρεύονται όποιον λέει: «Περιμένετε να δούμε τι σόι λύση θα είναι, πριν αρχίσουμε τα νενικήκαμεν». Αυτοί δικαιούνται να προπαγανδίζουν για κάτι που δεν ξέρουν, εμείς δεν δικαιούμαστε να επισημαίνουμε τους κινδύνους.
Πιστεύω ότι τη λύση την παρεμποδίζει η Τουρκία με την στρατηγική της προσπάθεια, που παραμένει αμετάθετη, στοχευμένη, αποφασιστική, μεθοδική και λίαν επιτυχής για να ελέγξει οικονομικά, πληθυσμιακά και στρατιωτικά τη χερσαία και θαλάσσια έκταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αφού πρώτα τη διαλύσει. Ακόμη, τη λύση παρεμποδίζουν οι κάτοικοι των κατεχομένων, που έχουν αποκτήσει κρατική συνείδηση και «δικαιώματα» στη κατεχόμενη γη μας, στηριζόμενοι στη διά πυρός και σιδήρου επιβολή της τουρκικής πολιτικής. Τα κεκτημένα τους δεν προτίθενται να τα εγκαταλείψουν, να συμβιβαστούν έστω, για να είναι υποφερτή η λύση. Το ότι κραυγάζουν «θέλουμε λύση» απλώς εννοούν «υπογράψτε να τελειώνουμε». Ήδη υπογράψαμε, αναγνωρίζοντας τα δικαιώματα του χρήστη. Τη λύση δεν την παρεμποδίζουν αυτοί που επισημαίνουν τις διαχρονικές σταθερές προσπάθειες του βαθέος και αναλλοίωτου τουρκικού κράτους, αλλά όσοι τρέφουν ψευδαισθήσεις για τις προθέσεις του.
Οι υπέρμαχοι της όποιας λύσης μάς λένε ότι ο λαός στο σύνολό του επιθυμεί διακαώς την άμεση επίλυση του Κυπριακού. Άρα, πως οι δήθεν «απορριπτικοί» είναι λαϊκιστές; Αφού δεν λένε στον λαό αυτά που φαίνεται ότι θέλει εσχάτως να ακούει, γιατί «κουράστηκε». Δεν του λένε ότι η λύση θα είναι άριστη, ότι θα μπορεί να ζει ελεύθερα σε όποιο κρατίδιο επιλέξει, θα ανακτήσει την περιουσία του και πρωτίστως θα γεμίσουν οι πούγκες του παράδες. Δεν του καλλιεργούν προσδοκίες για Χονγκ Κογκ, Σιγκαπούρη, Σύβαρη, Ελντοράντο. Απεναντίας τού επισημαίνουν τις πλάνες, τις παγίδες, τους κινδύνους. Γι’ αυτό κατηγορούνται ότι σαμποτάρουν τη λύση.
Επειδή νοιάζομαι πολύ για το μέλλον των παιδιών μας, πιστεύω ακράδαντα πως πρέπει να λεχθεί η ΑΛΗΘΕΙΑ στον λαό. Ότι αυτό που συζητείται ως λύση είναι ό,τι έχει επινοηθεί από τη Βρετανία από τη δεκαετία του ’50 ως η πολιτειακή μορφή της διχοτόμησης και υιοθετήθηκε από την Τουρκία που το επέβαλε διά πυρός και σιδήρου με την προσπάθεια κατάλυσης του κράτους το 1963 και την εισβολή του 1974. Από τότε δεν συζητούμε για ομοσπονδία, αλλά για τον πληθυσμιακό, διοικητικό και γεωγραφικό διαχωρισμό του νησιού, με πάρα πολλές στρεβλώσεις της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Που σημαίνει ότι η λύση που πλασάρεται εσχάτως ως ομοσπονδία, δεν θα είναι ομοσπονδία όπως τη γνωρίζουμε να εφαρμόζεται στις ΗΠΑ και στη Γερμανία.
Εκεί δεν ισχύουν εθνολογικά κριτήρια και αποστέρηση δικαιωμάτων των πολιτών και το πολίτευμα δεν επιβλήθηκε με τυφλή πολεμική βία. Βεβαίως, παραδέχομαι ότι ελάχιστα γνωρίζω για όσα συζητιούνται. Μόνο όσα διαρρέουν στον Τύπο και οι τρεις πλευρές. Πολλές φορές, αλληλοσυγκρουόμενα και αντιφατικά. Για παράδειγμα, λέγεται ότι θα υπάρχει ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση, όπως σε όλη την ΕΕ. Χωρίς όμως πολιτικά δικαιώματα για όλους. Μόνο για όσους εμπίπτουν στις ποσοστώσεις. Δηλαδή, στην καλύτερη περίπτωση, θα διαμένουμε στον βορρά όπως ζούμε σήμερα στο Βέλγιο. Τα κατεχόμενα, με τη λύση θα αναγνωριστούν ως κράτος και θα αποτελούν για μας ξένη χώρα. Ωστόσο, στην πατρίδα μας έχουμε δικαιώματα, δεν είμαστε αλλοδαποί, δεν είμαστε εξόριστοι. Στις ΗΠΑ και σε άλλες ομοσπονδίες τα δικαιώματα των πολιτών δεν περιορίζονται από την εθνικότητά τους και από την εθνικότητα της πολιτείας.
Η δική μας «ομοσπονδία» θα συνιστά νομιμοποίηση της εισβολής και συγκάλυψη της διχοτόμησης.
Ας μην καλλιεργούνται, λοιπόν, στον λαό ψευδαισθήσεις για το μέλλον του. Είμαι υπέρμαχος μιας λύσης, στο πλαίσιο της οποίας όλοι θα ζούμε αδελφωμένα, ελεύθερα και δημοκρατικά. Θα απολαμβάνουμε τα ίδια δικαιώματα και θα σεβόμαστε τα αισθήματα ο ένας του άλλου για το έθνος του. Ανεξαρτήτως του διοικητικού διαχωρισμού της χώρας μας και της πολιτειακής της δομής. Που φυσικά δεν θα στηρίζονται σε ρατσιστικά κριτήρια. Μια τέτοια λύση θα στηρίζεται στη δημοκρατική παιδεία των πολιτών και όχι στη δήθεν «εκπαίδευσή τους για το τι είναι ομοσπονδία». Θα γίνει αποδεκτή από όλους και θα εφαρμοστεί χωρίς κανένα κίνδυνο μελλοντικής σύγκρουσης. Και σταδιακά θα φέρει ευημερία και πρόοδο.
* H Δρ Ελένη Θεοχάρους είναι ευρωβουλευτής ΔΗΣΥ – ΕΛΚ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου