Ο άγιος Ιωσήφ της Όπτινα († 1911, 9 Μαΐου)
Η Όπτινα είναι ένα από τα πιο σημαντικά μοναστήρια της Ρωσίας
και ολόκληρης της Ορθοδοξίας. Σημαντικό από άποψη πνευματικότητας, αφού
έδωσε στο βασανισμένο ρωσικό λαό μια σειρά κορυφαίων αγίων διδασκάλων
της αγάπης και του χριστιανικού πνευματικού αγώνα, ιδιαίτερα κατά το 19ο
και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Την
Όπτινα την έκλεισαν οι αθεϊστές μετά την επανάσταση του 1917. Ο
τελευταίος στάρετς (= γέροντας, πνευματικός διδάσκαλος), ο άγ. Νεκτάριος
της Όπτινα, κοιμήθηκε ενώ ήταν εξόριστος.
Κάποιοι μαθητές του αγίου αυτού ασκητή, του οσίου Νεκταρίου
("όσιος" = άγιος που στην επίγεια ζωή του ήταν μοναχός), έφυγαν στην
Αμερική και μετέφεραν εκεί τη χριστιανική ματιά του. Αυτή την κληρονομιά
έλαβε και ο π. Σεραφείμ Ρόουζ, που - μαζί με τον π. Γερμανό Ποντμοσένσκυ - έγραψαν αρκετά για την ερειπωμένη τότε Όπτινα στον Ορθόδοξο Λόγο, στο περιοδικό τους.
Η
Όπτινα επιστράφηκε στη Ρωσική Εκκλησία από τη σοβιετική κυβέρνηση στις
12 Νοε. 1987. Όλοι οι άγιοι της παλαιάς εποχής αναγνωρίστηκαν επίσημα ως
άγιοι και γιορτάζονται στις 11 Οκτωβρίου (Σύναξη) και ο καθένας την
ημέρα της μνήμης του. Είναι οι άγιοι: Μωυσής, Αντώνιος, Λεωνίδας (Λεβ), Μακάριος, Ιλαρίων, Αμβρόσιος, Ανατόλιος Α΄, Ισαάκ Α΄, Ιωσήφ, Βαρσανούφιος, Ανατόλιος ο Νέος,
Νεκτάριος, Νίκων ο Ομολογητής (που καταδιώχθηκε από τους σοβιετικούς)
& Ισαάκ ιερομάρτυρας (τουφεκίστηκε το 1937). Επίσης το 1918
αποκεφαλίστηκε ο αρχιμανδρίτης Παντελεήμων της Όπτινα, ένας από τους αμέτρητους αγίους νεομάρτυρες επί σοβιετικού καθεστώτος. Ίσως υπάρχουν κι άλλοι άγιοι απ' την Όπτινα. Εκεί μόνασε π.χ. ο αγιασμένος Τούρκος μοναχός Νικόλαος, που βασανίστηκε τρομερά στην Τουρκία επειδή εγκατέλειψε το Ισλάμ.
Τη
νύχτα του Πάσχα, 18 Απρίλη 1993, τρεις ενάρετοι νέοι μοναχοί της Όπτινα
δολοφονήθηκαν τελετουργικά από σατανιστές. Η ιστορία τους εδώ.
Αναλυτικά για την ιερά μονή Όπτινα & την ιστορία της σε αυτό το άρθρο.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ
Εικ. από εδώ |
Η αδελφή του Αλεξάνδρα, που αργότερα έγινε μοναχή με το όνομα Λεωνίδα, διηγείτο πως ο μικρός Ιβάν ήταν πολύ στοργικό και ευαίσθητο παιδί. Με την τρυφερή ψυχή του συμμετείχε στις θλίψεις των άλλων, αν και η έμφυτη μετριοφροσύνη και συστολή του συχνά δεν του επέτρεπαν να ομιλεί. Όταν ο Ιβάν ήταν τεσσάρων ετών, έχασε τον πατέρα του και λίγο αργότερα την μητέρα του από την επιδημία χολέρας που ενέσκηψε στο χωριό.
Η αγάπη του για το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στην Όπτινα. Μετά από τρία χρόνια, στις 15 Απριλίου 1872, χειροθετήθηκε μοναχός με το όνομα Ιωάννης και στις 16 Ιουλίου του ίδιου έτους εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ιωσήφ. Το 1877 χειροτονήθηκε διάκονος. Αυτό έγινε τελείως απροσδόκητα και με έναν τρόπο που έδειχνε καθαρά πως το χέρι του Θεού τον καθοδηγούσε στον δρόμο του. Τον Οκτώβριο του 1884 έλαβε τη χάρη της ιεροσύνης από τον Επίσκοπο της Καλούγκα Βλαδίμηρο.
Ο όσιος από την πρώτη ημέρα της χειροτονίας του λειτουργούσε με προθυμία, με ευλάβεια, χωρίς βιασύνη και αισθανόταν μεγάλη πνευματική χαρά. Οι άλλοι πατέρες τον ευλαβούνταν και τον αγαπούσαν ιδιαίτερα, γιατί τον θεωρούσαν αληθινό μοναχό. Ο Γέροντας της μονής Αμβρόσιος διέβλεπε σε αυτόν τον μελλοντικό διάδοχό του και του έδινε την ευλογία να εξομολογεί μερικούς από τους επισκέπτες της μονής. Τον προετοίμαζε σιγά - σιγά, για να τον διαδεχθεί. Τον δίδασκε τόσο με τον λόγο, όσο και με το παράδειγμά του.
Όταν ο Γέροντας Αμβρόσιος κοιμήθηκε, όλοι στράφηκαν προς τον όσιο Ιωσήφ. Και εκείνος με προσευχή και ταπείνωση ανέλαβε το έργο της πνευματικής καθοδήγησης των αδελφών. Η προσευχή του είχε μεγάλη δύναμη και είχε αξιωθεί από τον Θεό και του προορατικού χαρίσματος.
Ο όσιος δεν επέτρεπε ποτέ στους μοναχούς να αρνηθούν κάποιο διακόνημα (υπηρεσία ή αποστολή). Έλεγε πως εκείνος που φέρει σε πέρας το διακόνημα που του έχουν αναθέσει, αξιώνεται να έχει ευλογημένο τέλος. Όταν οι άνθρωποι του εξέφραζαν το παράπονο πως η υπακοή ήταν δύσκολη και προκαλούσε πολλή λύπη, το πρόσωπο του οσίου φωτιζόταν με χαρά, τα μάτια του γέμιζαν με τρυφερή πατρική αγάπη και έλεγε με έναν ιδιαίτερο πνευματικό τόνο: «Λοιπόν, και τι μ' αυτό; Λόγω αυτής της υπακοής θα γίνετε μάρτυρες».
Σε κάποια μοναχή ο όσιος είπε τα ακόλουθα: «Αν οι αμαρτίες του αδελφού σου σε ενοχλούν και δεν μπορείς να εύρεις την ειρήνη της ψυχής σου, θυμήσου τα εξής:
1. Αν οι αμαρτίες του αδελφού σου που θέλεις να διορθώσεις σε ενοχλούν, σε εκνευρίζουν και χάνεις την ειρήνη σου, τότε αμαρτάνεις και εσύ. Η αμαρτία δεν διορθώνεται με την αμαρτία, αλλά με την ταπείνωση.
2. Ο ζήλος που θέλει να καταστρέψει όλα τα κακά είναι από μόνος του ένα μεγάλο κακό.
3. Μέσα στο μάτι σου υπάρχει ένα μεγάλο δοκάρι και εσύ προσέχεις το κάρφος στο μάτι του αδελφού σου.
4. Υπάρχουν ατέλειες που είναι αναπόφευκτες και άλλες που μπορεί να είναι ευεργετικές. Το καλό δοκιμάζεται από το κακό.
5. Το παράδειγμα της μακροθυμίας του Θεού πρέπει να χαλιναγωγήσει την ανυπομονησία μας, που μας στερεί την ειρήνη.
6. Το παράδειγμα του Ίδιου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού μας φανερώνει με πόση ταπείνωση και καρτερία πρέπει να υπομένουμε την ανθρώπινη αμαρτία. Αν δεν έχουμε κάποια θέση ευθύνης έναντι των άλλων, πρέπει να αντιμετωπίζουμε την αμαρτία τους με εμπάθεια ["Ν": δεν καταλαβαίνω την τελευταία φράση και υποπτεύομαι ότι έχει γίνει κάποιο λάθος].
7. Κάθε άνθρωπος καταδικάζει εκείνες τις αμαρτίες των άλλων, για τις οποίες κατηγορείται ο ίδιος.
8. Για τις πράξεις των άλλων δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να μας ηρεμεί περισσότερο όσο η σιωπή, η προσευχή και η αγάπη».
Θιασώτης και εργάτης της αδιάλειπτης προσευχής, ο όσιος προσπαθούσε να ενθαρρύνει και τους άλλους να ασκούν το θείο αυτό έργο. Δίδασκε την προσευχή πολύ καλά και πίστευε πως ήταν η σπουδαιότερη απασχόληση για όλους. Εμπόδιζε δε επιτακτικά και αυστηρά τους άπειρους και τους δόκιμους από την άσκηση της νοεράς προσευχής. Τους δίδασκε να πορεύονται προοδευτικά, αρχίζοντας από την προφορική άσκηση της προσευχής του Ιησού, κάνοντας μερικά κομποσχοίνια. «Αυτό προστατεύει τον άνθρωπο από την υπερηφάνεια», έλεγε ο όσιος.
Κάθε ημέρα έξω από το κελλί του μαζεύονταν οι φτωχοί και ο μοναχός που ήταν σε υπηρεσία έδιδε ελεημοσύνη σε όλους.
Ο όσιος Ιωσήφ λειτουργούσε για τελευταία φορά την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου το 1905. Από την επόμενη ημέρα ασθένησε και όλοι περίμεναν το αναπόφευκτο. Ο Θεός όμως παρέτεινε την ζωή του, που ήταν πολύτιμη για όλους, μέχρι το 1911. Λίγο πριν την κοίμησή του κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων και παρεκάλεσε τους αδελφούς να προσευχηθούν στον Θεό να ελευθερώσει την ψυχή από το σώμα του. Ζήτησε να βάλουν κοντά του μία εικόνα. Οι μοναχοί έφεραν την εικόνα της Παναγίας, με την οποία τον ευλόγησε ο μοναχός Ισαάκιος, την τοποθέτησαν απέναντί του στο τραπεζάκι κοντά στο μαξιλάρι του και άναψαν μπροστά της ένα καντήλι. Ο όσιος κρατούσε στα χέρια του ένα μικρό άσπρο ξύλινο σταυρό και στο στήθος του είχαν ακουμπήσει το ιερό λείψανο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας. Έτσι κοιμήθηκε με ειρήνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου