Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Θ΄
Ματθαίου
(Ματθ. ΙΔ' 22-34)
Δὲν ἔχουμε ἴσως μελετήσει τὸ πόση
ἀξία ἔχει καὶ πόσο ἀναγκαῖο εἶναι τὸ θάρρος γιὰ τὴν ζωὴ γενικώτερα καὶ ἰδίως γιὰ
τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανική μας ζωή.
Αὐτὸ τὸ βλέπουμε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν
πραγματικότητα, ἀλλὰ τὸ δεχόμαστε καὶ ὡς ἐντολὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Χριστοῦ. “Θαρσείτε, ἐγὼ εἰμί· μὴ φοβεῖσθε” (Ματθ. ΙΔ' 27). Έχετε
θάρρος. Ἐγὼ εἶμαι.
Μὴ φοβεῖσθε, ἀπάντησε στοὺς
περίτρομους μαθητὲς ὅταν ἐκεῖνοι δὲν τὸν κατάλαβαν καὶ νόμισαν ὅτι μέσα στὴν
νύκτα καὶ ἐπάνω στὰ κύματα τῆς θαλάσσης ἔβλεπαν φάντασμα. Ἀλλὰ καὶ στὴν
συνέχεια, ὅταν ὁ Πέτρος εἶδε τὸν ἄνεμο πὼς ἦταν δυνατὸς καὶ ἐκλονίσθη ἡ πίστις
του, ὅταν φοβήθηκε καθὼς ἐβάδιζε ἐπάνω στὰ ..κύματα καὶ ἀρχισε “καταποντίζεσθαι
καὶ ἔκραξε λέγων, Κύριε, σῶσον με”.
Ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἅπλωσε τὸ χέρι
του, τὸν ἐπίασε καὶ τοῦ εἶπε: “ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας;”. Ολιγόπιστε,
γιατί ἐδειλίασες;
Χρειάζεται ἄραγε νὰ τονίσουμε ὅτι
ἔρχονται στιγμὲς ποὺ καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι αἰσθανόμαστε ὡσὰν τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, νὰ
ἀνοίγει δηλ. ἡ θάλασσα κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μας καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμη νὰ μᾶς καταπιεῖ;
Καὶ ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι τέτοιες στιγμὲς ἔχουμε τὴν ἀνάγκη ἑνὸς ἀδελφικοῦ
λόγου γιὰ νὰ ἀναθαρρήσουμε καὶ ἑνὸς στιβαροῦ χεριοῦ γιὰ νὰ μᾶς συγκρατήσει;
Ναί, θάλασσα καὶ μάλιστα ἀρκετὲς
φορὲς θάλασσα μανιασμένη εἶναι ἡ ζωή μας. Τὴν γαλήνη διαδέχεται ἡ
τρικυμία τῶν περιστάσεων τοῦ βίου καὶ τὴν τρικυμία ἡ γαλήνη τῆς χάριτος
καὶ τῆς ἀδελφικῆς
συμπαραστάσεως.
Ν' ἀναφερθοῦμε σὲ περιστατικά; Ἐδῶ
μὲν βρίσκεται ἕνας...
ἐγκαταλελειμμένος ἀσθενής, ἐκεῖ ἕνας πτωχὸς ἀγωνίζεται
(δίχως νὰ ἔχει πάντοτε τὰ ἐπιθυμητὰ ἀποτελέσματα) καὶ ἔτσι νὰ ὑποφέρει
ψυχοσωματικῶς, συνάμα δὲ νὰ παραμένει ἀξιοπρεπής. Πιὸ κάτω ἕνας ἀθῶος συκοφαντεῖται
ἀπὸ τοὺς ἐπιτήδειους καὶ γενικῶς ὑπάρχουν τόσα καὶ τόσα περιστατικὰ ποὺ κάνουν
τὸν ἄνθρωπο νὰ κλονίζεται τὸ θάρρος του. Καταστάσεις ὀδυνηρές, ἀπρόοπτες καὶ
μακροχρόνιες ποὺ δὲν ἔχουν τέλος...
Πολὺ προσφυῶς ἔλεγε
κάποιος “εὐκολότερα θὰ μετρήσεις τὰ πλατανόφυλλα, παρὰ θὰ ἀπαριθμήσεις
τοὺς πειρασμούς, τοὺς κινδύνους, τὶς ταλαιπωρίες καὶ τὶς ταπεινώσεις τῆς ζωής”.
Φυσικά, οὔτε λόγος γιὰ τὸ ὅτι σὲ
αὐτὲς τὶς περιπτώσεις τὸ μόνο ποὺ δὲν πρέπει νὰ χαθεῖ εἶναι τὸ θάρρος. Τὸ
θάρρος ποὺ τελικῶς ἀποδεικνύεται πὼς ἀποτελεῖ μία ἐκ τῶν μεγαλυτέρων ἀρετῶν. Ἀρετῆς
ἀναγκαίας, τόσο γιὰ τὸ πέλαγος τῆς ζωῆς γενικώτερα, ὅσο καὶ γι΄ αὐτὴ τὴν ὀρθόδοξη
πνευματικὴ ζωὴ εἰδικώτερα.
Ἔτσι λοιπόν, ἀνακύπτει ἐνώπιόν
μας τὸ ἐρώτημα: “ἔχουμε τὸ θάρρος ποῦ ἀπαιτεῖται γιὰ τὴν πίστη
μας;”. Το περιβάλλον μέσα στὸ ὁποῖο ζοῦμε καὶ κινούμαστε ἀποκαλύπτει ἀποστασία
καὶ μάλιστα μεγάλη. Ἀκούγονται ἀντιρρήσεις, εἰρωνίες, σχόλια καὶ παροτρύνσεις ὥστε
νὰ ἐφαρμόσει ὁ πιστός, πράγματα ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπ΄ ὅσα ὁ Χριστὸς ὁρίζει διὰ
τοῦ Νόμου του.
Καταστάσεις δηλ. ἐντελῶς ἀντίθετες
μὲ αὐτὰ ποὺ ἐβίωσαν καὶ ζοῦν οἱ ἅγιοι τῆς κάθε ἐποχῆς. Καὶ χωρὶς ἀντίρρηση,
βλέπει κανεὶς αὐτὴ ἡ ἀποστασία νὰ στοχεύει στοὺς νέους κυρίως ἀνθρώπους. Στὶς ὑπάρξεις
ἐκεῖνες ποὺ θὰ ἔπρεπε ἀκριβῶς λόγω τοῦ νεανικοῦ τους σφρίγους καὶ τοῦ δυναμισμοῦ
τῆς ἡλικίας νὰ ἀγωνίζονται καὶ μὲ θάρρος νὰ ζοῦν ἀλλὰ καὶ νὰ ὁμολογοῦν τὴν
Χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή.
Καὶ ἐνῶ ὁ Χριστὸς καλεῖ τὴν ψυχὴ
νὰ βαδίσει ἐπάνω στὰ κύματα, ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς παρέχει αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν
δυνατότητα τοῦ θάρρους, ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ ἄνθρωπος κλονίζεται καὶ ἀποθαρρύνεται.
Βλέπει τὶς φουρτοῦνες καὶ τὶς τρικυμίες τῆς ζωῆς νὰ θέλουν νὰ τὸν
καταποντίσουν. Πῶς ἄραγε τὰ ἀντιμετωπίζει ὁ Χριστιανὸς ὅλα αὐτά; Μήπως σκύβει τὸ
κεφάλι μὲ ντροπὴ μπροστὰ στὸ προκλητικὸ ρεῦμα τῆς ζωῆς χωρὶς Θεό; Μήπως πάλι τὰ
χάνει καὶ δὲν γνωρίζει τί νὰ ἀπαντήσει; Μήπως στὸ στόμα τίθεται φραγή; Μήπως, ἀλλοίμονον,
παρασύρεται καὶ χάνει τὴν σιγουριά του γιὰ τὴν μοναδικότητα τῆς πίστεώς μας καὶ
γιὰ τὴν ὀρθότητα τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων; Ἀλλοίμονο ἐὰν κανεὶς παλεύει μέσα του μὲ τὰ
κύματα τέτοιων συμπεριφορῶν καὶ καταστάσεων. Ὅλα αὐτὰ οὔτε καν θὰ πρέπει νὰ ἀγγίζουν
τὶς καρδιὲς ποὺ διὰ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ἐνεδύθησαν τὸν Χριστό. Ἀντιθέτως
μάλιστα, ὅσο περισσότερο δέχεται κανεὶς τὶς προκλήσεις καὶ τὸν ζοφερὸ πειρασμὸ
τῆς ἀποθαρρύνσεως, τὸ ὕπουλο αὐτὸ ὅπλο τοῦ ἐχθροῦ, τόσο καὶ περισσότερο ὁ πιστὸς
θὰ πρέπει νὰ μένει σταθερὸς καὶ ὁλοένα καὶ περισσότερο νὰ βελτιώνει τὸ θάρρος του.
Ὁ συνειδητὸς Ὀρθόδοξος πιστὸς
γνωρίζει καλὰ (ὀφείλει νὰ γνωρίζει καλὰ) ὅτι ἀκολουθεῖ τὸν σωστὸ δρόμο. Ζεῖ τὴν
πραγματικότητα ὄτι “ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ
ζωή”. Ότι ὁ τρόπος τῆς ἐκκλησιαστικῆς βιοτῆς, διὰ τῶν Ἱερῶν μυστηρίων, τῆς
προσευχῆς, τῆς ἀσκήσεως, καὶ γενικῶς ὅλα ὅσα περιέχει ἡ ζωὴ τῆς πίστεως, ἀποτελοῦν
τὴν μοναδικὴ ὁδὸ πρὸς εὐλογία, εὐτυχία, ἐξαγιασμὸ καὶ σωτηρία.
Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ὅταν
ὁ πιστός, τὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας δέχεται τὶς ποικίλες προκλήσεις, ὄχι μόνον δὲν
χάνει τὸ θάρρος του καὶ τὴν ψυχραιμία του, ἀλλὰ λαμβάνει τὸν λόγο καὶ ἀπαντᾶ. Ἀπαντᾶ
μὲ τρόπο δυναμικὸ ὡς πρὸς τὴν οὐσία τῶν ἐπιχειρημάτων. Θέλοντας καὶ μή, ἐκφράζει
τὸν αὐθεντικό, τὸν φωτεινὸ τρόπο τῆς γνησίας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ταυτοχρόνως
μὲ τὸ θάρρος φανερώνει τρόπους ἀγαθοὺς καὶ κυρίως λεπτότητα καὶ εὐγένεια ψυχῆς.
Ἀνατρέπει τὰ ψευδοεπιχειρήματα τῶν
ἀντιθέτων, ἀλλὰ δὲν παρασύρεται σὲ προσωπικὲς ἀντιπαραθέσεις, ὅταν μάλιστα οἱ ἄλλοι,
στὸ ὄνομα δῆθεν τῆς ἀλήθειας, χάνουν (ἐὰν ποτὲ εἶχαν) τὴν εὐπρεπῆ συμπεριφορὰ
καὶ προσπαθοῦν νὰ καλύψουν τὴν ἐμπάθεια καὶ πολλὰ ἄλλα προσωπικά τους καὶ ὄχι
μόνο προβλήματα, μὲ ἕνα ὕφος ποὺ τελικῶς ἀποκαλύπτει τὰ πάντα.
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ καθίσταται ἀνάγκη
νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ναὶ μὲν τὸ θάρρος ἀποτελεῖ μεγάλη πηγὴ ψυχικῆς δυνάμεως, ἀλλὰ
στὴν νεανικὴ ἡλικία ἰδίως, οἱ ἄνθρωποι δὲν τὸ ἔχουν πάντοτε καὶ φυσικὰ δὲν τὸ
γνωρίζουν ὅσο πρέπει. Χρειάζεται λοιπὸν ὁ νέος ἄνθρωπος καὶ βεβαίως ὁ Χριστιανὸς
νὰ τὸ μελετήσει, νὰ τὸ ἀναγνωρίσει καὶ νὰ τὸ καλλιεργήσει καταλλήλως καὶ ὅσο
χρειάζεται. Χρειάζεται προσοχὴ μεγάλη διότι καθὼς ὡριμάζει ἡ ψυχοσωματική του ὕπαρξις,
κινδυνεύει ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο ποὺ ὀνομάζεται δειλία καὶ συμβιβασμὸς νὰ μετατεθεῖ
στὸ ἄλλο ἄκρο ποὺ ἀποκρυπτογραφεῖ θράσος καὶ πνευματικὴ ἀναίδεια.
Καυχησιολογίες δήλ. καὶ συμπεριφορὲς ποὺ ὁδηγοῦν ὄχι μόνο σὲ προσωπικὸ
κατάντημα, ἀλλὰ καὶ σὲ πνευματικὰ ἀτυχήματα ποὺ ταράσσουν τὴν κοινωνία καὶ τὴν Ἐκκλησία
καὶ ἐπιφέρουν ἀποστασίες καὶ ἀκόμα σχίσματα κι αἱρέσεις. Φυσικὰ μόνο θάρρος
χριστιανικὸ δὲν ἀποκαλύπτουν ὅλα αὐτά.
Γενικῶς, ὅταν ὁ ἄνθρωπος συγχέει
τὴν ἀρετὴ τοῦ θάρρους μὲ τὴν ἀδυναμία καὶ τὸν πειρασμὸ τοῦ θράσους, φέρεται πρὸς
τοὺς ὅλους μὲ αὐθάδεια, δίχως ἴχνος σεβασμοῦ καὶ ἐξοστρακίζοντας ἀπὸ τὴν ὕπαρξη
τὴν δική του καὶ τῶν ἄλλων τὴν ἀξιοπρέπεια.
Τὸ κατάντημα τώρα τῆς ὅλης πορείας
μὲ τὸ ἀπαράδεκτο αὐτὸ πνεῦμα τοῦ θράσους, εἶναι νὰ κάνει κανεὶς τὸν δάσκαλο καὶ
τὸν ὁμολογητὴ τῆς πίστεως. Καὶ χτυπᾶ μέν, εὐκαίρως ἀκαίρως τὸν πάπα, ὁ ἴδιος ὅμως
ἔχει ἀναδείξει τὸν ἑαυτόν του σὲ “ὀρθόδοξο πάπα” ἢ μᾶλλον σὲ “οἰκουμενικὴ
συνοδο” ὁ ὁποῖος ἐκ καθέδρας ἀποφαίνεται ποιοὶ εἶναι οἱ σωστοὶ καὶ ποιοὶ ὄχι.
Ποιοὶ ἀνήκουν στὴν “κιβωτὸν τῆς σωτηρίας” ποὺ ὁ ἴδιος πηδαλιουχεῖ καὶ ποιοὶ εἶναι
ἤδη χαμένοι, ἀφοῦ δὲν τὸν παραδέχονται καὶ δὲν ὑποτάσσονται στὸ “θαρροθράσος” τῆς
δικῆς του ἐπιλογῆς καὶ δὲν φλέγονται ἀπὸ τὴν δική του “ὑψικάμινον” τοῦ ζήλου καὶ
τῆς μοναδικότητας τῆς “ἐκκλησίάς” του.
Ἂς ἀφήσουμε ὅμως τὰ ἀνερμάτιστα
σκάφη ἀφοῦ ἐπιμένουν νὰ πελαγοδρομοῦν στὸν “εἰρηνικό τους ὠκεανὸ” ποὺ
κατασκεύασαν καὶ ἂς στρέψουμε τὴν προσοχὴ στὴν εὐγενικὴ δύναμη τῆς ψυχῆς ἡ ὁποία
κινεῖ τὴν θέληση νὰ ἐργαστεῖ γιὰ ἕναν ὁρισμένο καὶ ἀνώτερο σκοπὸ ποὺ ὀνομάζεται
ἁγιασμός.
Τὸ θάρρος τοῦ Χριστιανοῦ, ὅπως μᾶς
τὸ διδάσκουν οἱ Ἀπόστολοι καὶ τὸ σύνολο τῶν Ἁγίων, δὲν ἔχει, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει
καμμία σχέση μὲ τὴν ἀπρέπεια, τὴν ταραχὴ καὶ τὶς συκοφαντίες των
“αντιπάλων”. Ἕνας σωστὰ θαρραλέος
ἄνθρωπος διαθέτει μέσα τοῦ τὴν δύναμη νὰ κάνει τὸ καλὸ καὶ τοῦτο βεβαίως
προϋποθέτει Χριστιανικὴ ἀνατροφὴ καὶ ἰσορροπημένη συμπεριφορά. Πράγματα δήλ. ποῦ
καλλιεργοῦνται μέσα στὸ περιβάλλον τὴν ὀρθοδόξου χριστιανικῆς οἰκογένειας,
περνώντας κατόπιν εἴτε στὸν χῶρο τῆς Ἱερωσύνης, εἴτε τοῦ αὐθεντικοῦ μας
Μοναχισμοῦ.
Ὁμολογουμένως, τὸ θάρρος εἶναι ἐσωτερικὴ
ὑπόθεσις καὶ ὄχι ψυχολογικὰ τρὶκ καὶ τεχνάσματα ποὺ ἀποσκοποῦν στὸ νὰ
φανατίσουν τοὺς ὀπαδούς. Ἀποτελεῖ πεποίθηση τῆς ψυχῆς στὸν ἀγώνα
του Χριστοὺ καὶ στὴ νίκη τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ναί, εἶναι μεγάλο πράγμα ὁ πιστὸς
νὰ ἀκούει μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ τὴν φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ: “Θαρσεῖτε, ἐγὼ εἰμί·μὴ φοβεῖσθε”.
“Θαρσείτε”! Ἔχετε θάρρος, θὰ ἔρθει
μία μέρα...
Μόνο ἂς μάθουμε νὰ ὑπομένουμε τὸν
μόχθο. Νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὶς δυσκολίες ἡρωικά. Νὰ σηκώνουμε τὴν θλίψη μὲ
καρτερία. Καὶ πῶς ὄχι, ἀφοῦ κοντά μας, δίπλα μας, μέσα μᾶς βρίσκεται ὁ ἴδιος ὁ
Κύριος;
Ἂς παρακαλέσουμε λοιπὸν τὸν Ἀρχηγὸ
τῆς σωτηρίας μας, νὰ μᾶς χαρίσει τὴν δωρεὰ τοῦ θάρρους καὶ ἐμεῖς νὰ τὴν
καλλιεργήσουμε ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τῆς διακρίσεως στὴν ὀρθή της διάσταση.
Τὸ θάρρος, εἶναι κυρίως ἡ
πεποίθηση καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη τῆς ψυχῆς. Εἶναι ἡ Ἐλπίδα καὶ τὸ φῶς. Τὸ φῶς τοῦ
Χριστοῦ ποὺ ποθοῦμε, λαχταροῦμε καὶ ποὺ μᾶς χαριτώνει. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου