Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.- Οταν την παραμονή των Χριστουγέννων έφτασε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο των δημοσιογράφων που είναι διαπιστευμένοι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η ανακοίνωση της εκπροσώπου Τζένιφερ Ψάκι για την Τουρκία, όλοι αντιλήφθησαν ότι η κατάσταση στη χώρα είναι σοβαρή και επίσης ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει «θυμώσει».
Ηταν η αναμενόμενη εξέλιξη μίας σχέσης –αυτής μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας- που δεινοπάθησε από τα τερτίπια του πρωθυπουργού της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν. Ο ισλαμιστής ηγέτης, που θεωρείται πλέον εξτρεμιστής και φανατικός, τορπίλλισε τη στενή σχέση συνεργασίας με τον πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα όταν με σκαιότατο τρόπο απαίτησε, τον περασμένο Μάιο, προεδρικό επίσημο δείπνο στο Λευκό Οίκο με «μουσουλμανικά έθιμα» (χωρίς αλκοόλ και προσευχές) και όταν ανακοίνωσε στον εμβρόντητο Αμερικανό ηγέτη ότι «η επίσκεψη στην ηγεσία της Χαμάς θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο» (του 2013). Η επίσκεψη έμελλε να μην πραγματοποιηθεί ποτέ, αφού είχαν προηγηθεί οι διαδηλώσεις του περασμένου Ιουνίου και οι υποψίες του κ. Ερντογάν ότι τον πολεμούν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ.
Η κ. Ψάκι έγραφε τα εξής στο ηλεκτρονικό της μήνυμα προς τους δημοσιογράφους:
«Οι αβάσιμες επιθέσεις από ορισμένα στοιχεία των τουρκικών μέσων ενημέρωσης εναντίον του Πρέσβη μας, άλλων ανωτέρων αξιωματούχων των ΗΠΑ, εκπρόσωποι των διεθνών μέσων ενημέρωσης, καθώς και Αμερικανοί πολίτες και αμερικανικές οργανώσεις, μας έχουν βαθιά ανησυχήσει. Έχουμε κάνει γνωστές στις τουρκικές αρχές τις ανησυχίες μας σχετικά με τους εν λόγω ισχυρισμούς, που αφορούν Αμερικανούς αξιωματούχους. Τούρκοι αξιωματούχοι μας διαβεβαίωσαν ότι δεν πιστεύουν τέτοιες ψευδείς κατηγορίες εναντίον Αμερικανοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του πρέσβη Ρικιαρντόνε. Για περαιτέρω ερωτήσεις σχετικά με τις απόψεις της τουρκικής κυβέρνησης, σας παραπέμπω στην κυβέρνηση της Τουρκίας”.
Την ανακοίνωση χαρακτήριζε ο απόλυτος τρόπος της διάψευσης των τουρκικών ισχυρισμών που εκπορεύθηκαν από το κόμμα του κ. Ερντογάν και προκάλεσε εντύπωση η φράση για «τη βαθιά ανησυχία» των Αμερικανών, που προκλήθηκε στα ανώτατα δώματα της κυβέρνησης τους.
Οι Αμερικανοί σίγουρα δεν «πενθούν» για τον Ταγίπ Ερντογάν. Ομως δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για το μέλλον της συμμάχου τους και φίλης χώρας και πιέζουν για την επιστροφή στη σταθερότητα το συντομότερον δυνατόν, κάτι που αυτή τη στιγμή είναι απραγματοποίητη επιθυμία. Το χειρότερο σενάριο για την Αμερική ειναι μία παρατεταμένη πολιτική κρίση και ενώ παραμένουν ανοικτά τα μέτωπα της Συρίας, του Ιράν, των αγωγών και του Κυπριακού, για το οποίο οι Βρετανοί είχαν διευθετήσει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και την ταχύτατη διευθέτηση του προβλήματος με τρόπο που θα ωφελούσε την Αγκυρα
Το βασικό ερώτημα που τέθηκε μετά τις καταγγελίες του κ. Ερντογάν και τα δημοσιεύματα των φιλικών του εφημερίδων, είναι εάν όντως η Αμερική διά του πρέσβη Φράνσις Ρικιαρντόνε και άλλων διπλωματών, έχουν εργαστεί με μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) για την ανατροπή του κ. Ερντογάν. Οι Αμερικανοί δέχονται ότι κάποιοι εκ των διπλωματών τους είχαν συναντήσεις με Τούρκους υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ανήκουν σε τουρκικές ΜΚΟ, αλλά αυτές ήταν ρουτίνας και έγιναν στο πλαίσιο της συνεργασίας, που εγκρίθηκε από την τουρκική κυβέρνηση. Δεν έγιναν μυστικά, τονίστηκε χαρακτηριστικά.
Ενας αξιωματούχος υπογράμμισε –και έχει δίκιο- ότι η αλήθεια είναι πως οι κυβερνήσεις δεν ανατρέπονται από ΜΚΟ, και μάλιστα αδύναμες, όπως αυτές που δρουν στο εσωτερικό της Τουρκίας, αλλά από ισχυρούς στρατούς που δεν είναι διαβρωμένοι, όπως ο τουρκικός. Είναι γνωστό άλλωστε, ότι μετά τον έλεγχο της αστυνομίας ο κ. Ερντογάν κατάφερε να «δαμάσει» και τις Ενοπλες Δυνάμεις. Πολλοί αντίπαλοί του αξιωματικοί βρισκονται στη φυλακή και το πάνω χέρι το έχουν οι ισλαμιστές. Ομως το πρόβλημα για τον κ. Ερντογάν είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός ανώτερων στρατιωτικών επηρεάζεται από τα κηρύγματα του Ιμάμη Γκιουλέν. Υπό αυτή την έννοια, πρέπει να φοβάται ο κ. Ερντογάν, αφού ο πρώην ευεργέτης του ελέγχει ένα μέρος των Ε.Δ. και δεν κρύβει ότι «δεν τον εμπιστεύεται πιά».
Οι Αμερικανοί είναι έντονα ενοχλημένοι με την αντι-ισραηλινή συμπεριφορά του κ. Ερντογάν, ιδιαίτερα μετά τη «συγνώμη» που επέβαλε ο κ. Ομπάμα στον πρωθυπουργό Νετανιάχου. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η Τουρκία δεν έπαιξε καθαρό παιγνίδι στην υπόθεση του ιρανικού πυρηνικού οπλοστασίου και των διεθνών κυρώσεων και βοήθησαν να ξεκινήσει ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία με στόχο να σύρουν την Αμερική σε πόλεμο. Λέγεται πως στη συνάντηση της 16ης Μαίου 2013, αλλά και στο ιδωτικό δείπνο που παρέθεσε το βράδυ ο κ. Ομπάμα στον κ. Ερντογάν, στον κ. Νταβούτογλου και στο διευθυντή των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, τη συζήτηση μονοπώλησε το θέμα της Συρίας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός ζήτησε ανάπτυξη αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων για να απαντήσει θυμωμένα ο κ. Ομπάμα ότι η Αμερική δεν θα εμπλακεί σε άλλους πολέμους όσο είναι ο ίδιος πρόεδρος.
Το πραξικόπημα στην Αίγυπτο και η πτώση του Μοχάμεντ Μόρσι, ο οποίος ήταν πειθήνιο όργανο του Ερντογάν, ήταν ένας άλλος λόγος αντιπαράθεσης της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός εγκάλεσε τους Αμερικανούς για τη στάση τους, φερόμενος ως «πλανητάρχης», ομολόγησε Αμερικανός αξιωματούχος. Αποκορύφωμα της απουσίας εμπιστοσύνης ήταν και η τουρκική απόφαση για συνεργασία με κινεζική εταιρεία, η οποία βρισκόταν στη μαύρη λίστα των Αμερικανών για τη σχέση της με τα καθεστώτα του Ιράν και της Βορείου Κορέας.
Στην Ουάσιγκτον λένε πως όταν ξέσπασε η πολιτική κρίση λόγω του σκανδάλου διαφθοράς, ο Αχμέτ Νταβούτογλου ζήτησε να μιλησει τηλεφωνικά με τον Αμερικανό ομόλογό του Τζον Κέρι, αλλά ο τελευταίος αρνήθηκε, διαμηνύοντας ότι η πολεμική εναντίον του κ. Ρικιαρντόνε είναι πολεμική εναντίον της Αμερικής. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν επιβεβαίωσε ότι πραγματοποιήθηκε τηλεφωνική συνομιλία, κάτι που ήταν συνηθισμένο φαινόμενο και στο πρόσφατο παρελθόν. Επίσης, ο κ. Νταβούτογλου εισέπραξε την άρνηση του Αμερικανού πρέσβη όταν ανακοινώθηκε η συνάντησή τους την περασμένη Εβδομάδα. Ο κ. Ρικιαρντόνε ζήτησε από τον κ. Νταβούτογλου αποκατάσταση του ονόματός του και διάψευση των εναντίον του κατηγοριών για να πραγματοποιηθεί η συνάντησή τους.
Οι αναλυτές πιστεύουν οτι «ράγισε» το γυαλί των τουρκοαμερικανικών σχέσεων και τονίζουν ότι δύσκολα θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών.
Photo via White House
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ (www.ethnos.gr)
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.- Οταν την παραμονή των Χριστουγέννων έφτασε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο των δημοσιογράφων που είναι διαπιστευμένοι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η ανακοίνωση της εκπροσώπου Τζένιφερ Ψάκι για την Τουρκία, όλοι αντιλήφθησαν ότι η κατάσταση στη χώρα είναι σοβαρή και επίσης ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει «θυμώσει».
Ηταν η αναμενόμενη εξέλιξη μίας σχέσης –αυτής μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας- που δεινοπάθησε από τα τερτίπια του πρωθυπουργού της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν. Ο ισλαμιστής ηγέτης, που θεωρείται πλέον εξτρεμιστής και φανατικός, τορπίλλισε τη στενή σχέση συνεργασίας με τον πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα όταν με σκαιότατο τρόπο απαίτησε, τον περασμένο Μάιο, προεδρικό επίσημο δείπνο στο Λευκό Οίκο με «μουσουλμανικά έθιμα» (χωρίς αλκοόλ και προσευχές) και όταν ανακοίνωσε στον εμβρόντητο Αμερικανό ηγέτη ότι «η επίσκεψη στην ηγεσία της Χαμάς θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο» (του 2013). Η επίσκεψη έμελλε να μην πραγματοποιηθεί ποτέ, αφού είχαν προηγηθεί οι διαδηλώσεις του περασμένου Ιουνίου και οι υποψίες του κ. Ερντογάν ότι τον πολεμούν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ.
Η κ. Ψάκι έγραφε τα εξής στο ηλεκτρονικό της μήνυμα προς τους δημοσιογράφους:
«Οι αβάσιμες επιθέσεις από ορισμένα στοιχεία των τουρκικών μέσων ενημέρωσης εναντίον του Πρέσβη μας, άλλων ανωτέρων αξιωματούχων των ΗΠΑ, εκπρόσωποι των διεθνών μέσων ενημέρωσης, καθώς και Αμερικανοί πολίτες και αμερικανικές οργανώσεις, μας έχουν βαθιά ανησυχήσει. Έχουμε κάνει γνωστές στις τουρκικές αρχές τις ανησυχίες μας σχετικά με τους εν λόγω ισχυρισμούς, που αφορούν Αμερικανούς αξιωματούχους. Τούρκοι αξιωματούχοι μας διαβεβαίωσαν ότι δεν πιστεύουν τέτοιες ψευδείς κατηγορίες εναντίον Αμερικανοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του πρέσβη Ρικιαρντόνε. Για περαιτέρω ερωτήσεις σχετικά με τις απόψεις της τουρκικής κυβέρνησης, σας παραπέμπω στην κυβέρνηση της Τουρκίας”.
Την ανακοίνωση χαρακτήριζε ο απόλυτος τρόπος της διάψευσης των τουρκικών ισχυρισμών που εκπορεύθηκαν από το κόμμα του κ. Ερντογάν και προκάλεσε εντύπωση η φράση για «τη βαθιά ανησυχία» των Αμερικανών, που προκλήθηκε στα ανώτατα δώματα της κυβέρνησης τους.
Οι Αμερικανοί σίγουρα δεν «πενθούν» για τον Ταγίπ Ερντογάν. Ομως δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για το μέλλον της συμμάχου τους και φίλης χώρας και πιέζουν για την επιστροφή στη σταθερότητα το συντομότερον δυνατόν, κάτι που αυτή τη στιγμή είναι απραγματοποίητη επιθυμία. Το χειρότερο σενάριο για την Αμερική ειναι μία παρατεταμένη πολιτική κρίση και ενώ παραμένουν ανοικτά τα μέτωπα της Συρίας, του Ιράν, των αγωγών και του Κυπριακού, για το οποίο οι Βρετανοί είχαν διευθετήσει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και την ταχύτατη διευθέτηση του προβλήματος με τρόπο που θα ωφελούσε την Αγκυρα
Το βασικό ερώτημα που τέθηκε μετά τις καταγγελίες του κ. Ερντογάν και τα δημοσιεύματα των φιλικών του εφημερίδων, είναι εάν όντως η Αμερική διά του πρέσβη Φράνσις Ρικιαρντόνε και άλλων διπλωματών, έχουν εργαστεί με μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) για την ανατροπή του κ. Ερντογάν. Οι Αμερικανοί δέχονται ότι κάποιοι εκ των διπλωματών τους είχαν συναντήσεις με Τούρκους υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ανήκουν σε τουρκικές ΜΚΟ, αλλά αυτές ήταν ρουτίνας και έγιναν στο πλαίσιο της συνεργασίας, που εγκρίθηκε από την τουρκική κυβέρνηση. Δεν έγιναν μυστικά, τονίστηκε χαρακτηριστικά.
Ενας αξιωματούχος υπογράμμισε –και έχει δίκιο- ότι η αλήθεια είναι πως οι κυβερνήσεις δεν ανατρέπονται από ΜΚΟ, και μάλιστα αδύναμες, όπως αυτές που δρουν στο εσωτερικό της Τουρκίας, αλλά από ισχυρούς στρατούς που δεν είναι διαβρωμένοι, όπως ο τουρκικός. Είναι γνωστό άλλωστε, ότι μετά τον έλεγχο της αστυνομίας ο κ. Ερντογάν κατάφερε να «δαμάσει» και τις Ενοπλες Δυνάμεις. Πολλοί αντίπαλοί του αξιωματικοί βρισκονται στη φυλακή και το πάνω χέρι το έχουν οι ισλαμιστές. Ομως το πρόβλημα για τον κ. Ερντογάν είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός ανώτερων στρατιωτικών επηρεάζεται από τα κηρύγματα του Ιμάμη Γκιουλέν. Υπό αυτή την έννοια, πρέπει να φοβάται ο κ. Ερντογάν, αφού ο πρώην ευεργέτης του ελέγχει ένα μέρος των Ε.Δ. και δεν κρύβει ότι «δεν τον εμπιστεύεται πιά».
Οι Αμερικανοί είναι έντονα ενοχλημένοι με την αντι-ισραηλινή συμπεριφορά του κ. Ερντογάν, ιδιαίτερα μετά τη «συγνώμη» που επέβαλε ο κ. Ομπάμα στον πρωθυπουργό Νετανιάχου. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η Τουρκία δεν έπαιξε καθαρό παιγνίδι στην υπόθεση του ιρανικού πυρηνικού οπλοστασίου και των διεθνών κυρώσεων και βοήθησαν να ξεκινήσει ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία με στόχο να σύρουν την Αμερική σε πόλεμο. Λέγεται πως στη συνάντηση της 16ης Μαίου 2013, αλλά και στο ιδωτικό δείπνο που παρέθεσε το βράδυ ο κ. Ομπάμα στον κ. Ερντογάν, στον κ. Νταβούτογλου και στο διευθυντή των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, τη συζήτηση μονοπώλησε το θέμα της Συρίας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός ζήτησε ανάπτυξη αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων για να απαντήσει θυμωμένα ο κ. Ομπάμα ότι η Αμερική δεν θα εμπλακεί σε άλλους πολέμους όσο είναι ο ίδιος πρόεδρος.
Το πραξικόπημα στην Αίγυπτο και η πτώση του Μοχάμεντ Μόρσι, ο οποίος ήταν πειθήνιο όργανο του Ερντογάν, ήταν ένας άλλος λόγος αντιπαράθεσης της Ουάσιγκτον και της Αγκυρας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός εγκάλεσε τους Αμερικανούς για τη στάση τους, φερόμενος ως «πλανητάρχης», ομολόγησε Αμερικανός αξιωματούχος. Αποκορύφωμα της απουσίας εμπιστοσύνης ήταν και η τουρκική απόφαση για συνεργασία με κινεζική εταιρεία, η οποία βρισκόταν στη μαύρη λίστα των Αμερικανών για τη σχέση της με τα καθεστώτα του Ιράν και της Βορείου Κορέας.
Στην Ουάσιγκτον λένε πως όταν ξέσπασε η πολιτική κρίση λόγω του σκανδάλου διαφθοράς, ο Αχμέτ Νταβούτογλου ζήτησε να μιλησει τηλεφωνικά με τον Αμερικανό ομόλογό του Τζον Κέρι, αλλά ο τελευταίος αρνήθηκε, διαμηνύοντας ότι η πολεμική εναντίον του κ. Ρικιαρντόνε είναι πολεμική εναντίον της Αμερικής. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν επιβεβαίωσε ότι πραγματοποιήθηκε τηλεφωνική συνομιλία, κάτι που ήταν συνηθισμένο φαινόμενο και στο πρόσφατο παρελθόν. Επίσης, ο κ. Νταβούτογλου εισέπραξε την άρνηση του Αμερικανού πρέσβη όταν ανακοινώθηκε η συνάντησή τους την περασμένη Εβδομάδα. Ο κ. Ρικιαρντόνε ζήτησε από τον κ. Νταβούτογλου αποκατάσταση του ονόματός του και διάψευση των εναντίον του κατηγοριών για να πραγματοποιηθεί η συνάντησή τους.
Οι αναλυτές πιστεύουν οτι «ράγισε» το γυαλί των τουρκοαμερικανικών σχέσεων και τονίζουν ότι δύσκολα θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών.
Photo via White House
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ (www.ethnos.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου